Τώρα πια που black out κουρτίνες σε φαρδιές λωρίδες τυλίγουν ερμητικά τις τζαμαρίες, ένα κεκλιμένο Φ πλάι στην είσοδο είναι το βασικό στοιχείο που σου αποκαλύπτει ότι έχεις φτάσει στο "Φίτα" του Νέου Κόσμου.
Μέσα του, το γνώριμο βιομηχανικό ντεκόρ με το μωσαϊκό στο πάτωμα, τα μεταλλικά ρολά και τις γυμνές τσιμεντένιες κολόνες σαν άλλα γλυπτά στην καρδιά του χώρου, αποκτά ζεστασιά και ανθρώπινο μέτρο στα αραιά τοποθετημένα ανάμεικτα τραπέζια και τις ξύλινες καρέκλες που τα περιβάλλουν.


Ένας άμπστρακτ πίνακας κάπου στο βάθος, δυο τρία φυτά εσωτερικού χώρου, μια διχαλωτή ουρά ψαριού που ξεπηδά μέσα από το τσιμέντο έχουν τη θέση τους ως "σωστά" λάθη μέσα σε αυτήν την ενορχηστρωμένα ανορχήστρωτη εικόνα που παραμένει φρέσκια και επίκαιρη ακόμα και σήμερα, έξι χρόνια και βάλε ύστερα από το άνοιγμα αυτής της ιδιότυπης γαστροταβέρνας που έκανε προορισμό το Δουργούτι του Νέου Κόσμου.
Εισπράττω την ενέργεια του χώρου που σταδιακά γεμίζει με παρέες ως επί το πλείστον ανάμεσα στα πρώτα και τα δεύτερα -άντα, καθισμένος στην όμορφη μπάρα με τα ψηλά καθίσματα μπροστά στην ανοικτή κουζίνα.


Τα ηνία της κρατά σταθερά τα τελευταία δύο περίπου χρόνια ο Δημήτρης Δημητριάδης, ο οποίος φαίνεται πως βρήκε εδώ το ιδανικό του αγκυροβόλι ύστερα από μια γόνιμη πορεία στο "Artisanal" της Κηφισιάς, στολισμένη με αρκετά Βραβεία Ελληνικής Κουζίνας.




Ήρεμος, ώριμος και κατασταλαγμένος, χτίζει πάνω στο DNA του "Φίτα" δίχως να το αλλοιώσει μια κουζίνα που βασίζεται στα ευρήματα της αγοράς και μιλά ελληνικά με εκφορά πότε παραδοσιακή, πότε σύγχρονη, ενίοτε και με τις δύο μαζί σε μια ωραία όσο και δύσκολη ισορροπία.
> Διάβασε την αναλυτική κριτική του 'α' για το Φίτα εδώ.
