
Έχει μια γοητεία αδιαπραγμάτευτη αυτό εδώ το ουζερί κι η γλύκα του δικαιολογεί τις όλο και μεγαλύτερες πιένες που γνωρίζει, στον ένα και κάτι χρόνο λειτουργίας του. Καρπός αγάπης του Τήνιου Νικόλα Κοκολάκη και της σεφ Βιβής Λαμπροπούλου για το απλό και τίμιο φαγητό, αλλά και συνδεδεμένος με τις ρίζες του πρώτου (κρατά από την Τήνο, από οικογένεια ψαράδων), ο "Πελεκάνος" είναι όσο πιο κλασικό, αλλά και όσο πιο σύγχρονο μπορεί να είναι ένα τυπικό θαλασσινό ουζερί της Αθήνας.

Μόνο του πετυχαίνουμε τον Νικόλα το βράδυ Πέμπτης που επισκεπτόμαστε το μαγαζί, χωρίς τη σεφ του στην κουζίνα, δηλαδή, αλλά αυτό δεν τον πτοεί. Η κουζίνα του "Πελεκάνου" δεν είναι (μόνο) κουζίνα σεφ. Είναι (και) κουζίνα της πρώτης ύλης, που ήταν και παραμένει το ζητούμενο από την αρχή της λειτουργίας. Τα ψάρια (αλλά και πολλά κηπευτικά) φτάνουν εδώ κυρίως από την Τήνο, και οι περιορισμένες ημέρες λειτουργίας (ανοίγει μόνο Πέμπτη έως Κυριακή) εξυπηρετούν ακριβώς αυτό: η πρώτη ύλη να είναι η σωστή και στη σωστή κατάσταση, ακολουθώντας τους ρυθμούς των ψαράδων και των μεταφορικών τους. Για τη διαχείρισή τους η ομάδα ανατρέχει σε συνταγές σπιτικές, οικογενειακές, ή και παλιών καφενείων του νησιού, τις φέρνει στα μέτρα της, κάνει τα παστά της, κόβει φρέσκες τις πατάτες της και τις τηγανίζει σε ελαιόλαδο.

Ακολουθούν βέβαια και τις εποχές της θάλασσας, ενώ "αγαπούν" πολύ τα ξενικά είδη, που απειλούν τους πληθυσμούς της Μεσογείου – για παράδειγμα τα λεοντόψαρα, που κυνηγούν όσο μπορούν, ή τον παριανό γαύρο (άλλως γνωστός ως σαρδελόγαβρος, πέρασε στο Αιγαίο από την Ερυθρά Θάλασσα στα ‘90s), που τον έχουν σταθερά στο roster τους για σχάρα (βολεύει το μεγαλούτσικο μέγεθός του), ή τον περιποιούνται με διάφορους, πιο παιχνιδιάρικους τρόπους, ως εκτός καταλόγου νοστιμιά. Την ημέρα της επίσκεψής μας, μάλιστα, τον πετύχαμε κρεμασμένο πάνω από την ψησταριά, σαν ένα λιχούδικο θαλασσινό αντικριστό. Μεζές περιωπής αυτός εδώ, σε κάθε δάγκωμα γέμιζε το στόμα με τα καπνιστά αρώματα που είχε ρουφήξει η ζουμερή κι αφράτη σάρκα του.
Διαβάστε εδώ την πλήρη κριτική!