
Δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα να πούμε ότι κάποια φαγητά παίζουν πολύ συχνά το ρόλο του status symbol. Παρότι ζούμε στην εποχή (και) της οικουμενοποίησης της τροφής, με ολοένα και περισσότερα εδέσματα να μπορούν να βρεθούν σχεδόν οπουδήποτε στον πλανήτη, υπάρχουν ακόμη κάποιες τροφές και πιάτα που φαινομενικά διαθέτουν αίγλη μόνο και μόνο στο άκουσμα του ονόματός τους.
Η ταξινόμηση των τροφίμων από το γαστρονομικό ζενίθ μέχρι το ναδίρ δεν ήταν φυσικά ποτέ σταθερή. Η ασφαλέστερη ίσως καταγραφή της πορείας του ίδιου του φαγητού βρίσκεται στα έργα σημαντικών λογοτεχνών, ζωγράφων και ποιητών, που ακούσια και στο σύνολο των δημιουργιών τους έχουν σημειώσει μία σημαντική χαρτογράφηση της ίδιας της τροφής.


Λαμβάνοντας υπόψιν τα γραπτά και τους πίνακές τους, ιδιαίτερα από τον 16ο μέχρι και το 18ο αιώνα, οι ειδικοί του κόσμου της γεύσης έχουν κατασταλάξει σε εκείνα τα τρόφιμα που για διάφορους λόγους θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ελιτίστικα. 'Ή τέλος πάντων λιγότερο προσβάσιμα για τη μάζα. Δεν ήταν όμως πάντοτε τέτοια.
Ο αστακός είναι ένα από αυτά που έρχεται σχεδόν αυτόματα στο νου. Μέχρι πρότινος μπορούσε να θεωρηθεί κάτι exclusive, στα μέσα του 19ου αιώνα όμως δεν είχε την ίδια φήμη.

Τότε, στις περιοχές γύρω από τη βορειοανατολική ακτή των ΗΠΑ, κυρίως στη Νέα Αγγλία και το Μέιν, οι αστακοί -αυτοί του Ατλαντικού, όχι οι δικοί μας μεσογειακοί ή εκείνοι που καταφθάνουν από τη Σομαλία- ψαρεύονταν με τέτοια συχνότητα και σε τέτοια ποσότητα που χρησιμοποιούνταν ακόμη και ως λίπασμα σε χωράφια.
Η βασικότερη όμως χρησιμότητά τους ήταν ως γεύμα για φυλακισμένους, οι οποίο μάλιστα διαμαρτύρονταν (!), κάνοντας λόγο για απόβλητα της θάλασσας. Η αναπροσαρμογή της αντίληψης για τον αστακό άλλαξε από τη στιγμή που οι Φλαμανδοί ζωγράφοι ξεκίνησαν αρχικά να τους παρουσιάζουν στα έργα τους και μετέπειτα να εκτιμούν τη γεύση τους. Όπως είναι λογικό, αυτό έφερε με τη σειρά του τη διαφοροποίηση σε προσφορά, ζήτηση και τελικά, κόστος.


Αστακός λοιπόν. Το κόκκινο χρώμα του τραβά εύκολα το βλέμμα. Η ντελικάτη σάρκα του γοητεύει τη γευστική παλέτα. Είναι πάντοτε θελκτικό το να βλέπεις έναν τέτοιο στο πιάτο σου. Ο βασιλιάς των θαλασσινών εδεσμάτων είναι ακόμη σε αρκετές περιπτώσεις συνδεδεμένος με μερικές πολύ συγκεκριμένες εικόνες και πεποιθήσεις που μπορεί να έχει κάποιος στο μυαλό του – μία εξ αυτών πως πρόκειται για κάποιος είδος πολυτελείας. Χμμ, όχι και τόσο καθώς έχουμε ξεπεράσει (μάλλον) την παλαιοπασοκική λαίλαπα της αστακομακαρονάδας από τα 90s. Το γεγονός πως τον συναντάς (τον αστακό ντε) και σε πιο comfort σενάρια στην Αθήνα είναι μία από τις αποδείξεις.

Πού τον τρως τον αστακό
Στο Κολωνάκι και το Nosh για παράδειγμα, θα δεις να τον τοποθετούν μέσα σε πεντανόστιμο μπριός. Καλείσαι να επιλέξεις ανάμεσα σε Lobster Roll Maine (με μαγιονέζα και λάιμ) και Lobster Roll Nosh (με hollandaise και τσάιβς) και για μια πιο ολοκληρωμένη εμπειρία, μπορείς πάντοτε να προσθέσεις και χαβιάρι Imperia (συστήνεται ανεπιφύλακτα).

Ένα ακόμη άξιο αναφοράς lobster roll (με μπεσαμέλ bisque, ημίπαστες φρέσκες γαρίδες, φύτρα παντζαριού) μπορείς να απολαύσεις και στο αξιόλογο wine bistro Linovatis, στην Πλάκα των ΒΠ και την Κηφισιά.
Το Moocasa του Νέου Ηρακλείου από την πλευρά του διεκδικεί τον τίτλο του σημαιοφόρου του αθηναϊκού surf n turf, καθώς συστήνεται ως το πρώτο steak & lobster εστιατόριο της Αθήνας. Ένα μενού σε premium κοπές κρεάτων αλλά και σε ολόφρεσκους αστακούς και στρείδια που καταφθάνουν καθημερινά από τη Βρετάνη δύσκολα αφήνει ασυγκίνητο τον όποιο foodie.


Στο φορμαρισμένο εστιατόριο του NEW Hotel, Art Lounge, o σεφ Μπάμπης Κουντούρης σερβίρει ένα αξιοπρόσεκτο γιουβέτσι αστακού με ψητή ντομάτα και βούτυρο αστακού με μπούκοβο.
Λίγο πιο high end αλλά πάντοτε στο πνεύμα των όσων διαβάζεις παραπάνω και η προσέγγιση του Matsuhisa Athens: Στο lunch που έχει καθιερώσει εδώ και λίγο καιρό το βραβευμένο με Χρυσό Σκούφο εστιατόριο, συναντάς τη δική του οπτική στο ρολό αστακού ενώ στο dinner τον βρίσκεις σε sashimi tacos.
Ακολούθησε το Αθηνόραμα στο Facebook και το Instagram.