Έχει έρθει στο τραπέζι μας με ένα κάρο gadgets και "συνθέτει" το signature γλυκό του oh-so-posh εστιατορίου μπροστά μας. Ενώ συνθέτει, περιγράφει κιόλας, εκφωνεί τα συστατικά ένα-ένα, αλλά ακούω τα μισά. Σκέφτομαι πως και να πω κάτι δε θα ακουστώ εγώ, κυριολεκτικά το λέω, αφού η Japanese jazz που παίζει στο εστιατόριο έχει καλύψει τα πάντα. Άρα τί νόημα έχει εγώ, που η φωνή μου έχει ένα θερμό, sexy μέταλλο και δεν μπορώ να ξελαρυγγιάζομαι, να μπω στον κόπο; Κανένα, επομένως βωβός κινηματογράφος η σύνθεση του γλυκού στο τραπέζι.
Όπως και να έχει, δεν μπορώ να μην σημειώσω ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με δύο σημαντικές τάσεις που παρατηρούνται στα "restaurants prisés" της πόλης μας: Τα πιάτα που είτε συντίθενται, είτε ολοκληρώνονται στο τραπέζι, και τις ψαγμένες μουσικές, αυτές που δηλώνουν ταξίδια σε αλλόκοτους προορισμούς και βραδιές σε αλλόκοτες μπάρες, έξω από τα όρια του Δυτικού Πολιτισμού.
Είναι δύο τάσεις που διατρέχουν κάθετα όλη την κοινωνική διαστρωμάτωση της αθηναϊκής εστιατορικής σκηνής. Θα τις εντοπίσεις – σε διαφορετικές εκδοχές – σχεδόν παντού: από τα ανισόπεδα restaurants à la mode στους Κολωνακιώτικους πρόποδες του Λυκαβηττού, έως τα places-to-be στα κακοφωτισμένα στενά των όχι-αρκούντως-gentrified Εξαρχείων και κάποια wannabe LA favorites στην Αθηναϊκή Ριβιέρα (formerly known as "Παραλιακή").

Τις στηρίζω και τις δύο, τις έχω κάνει απολύτως embrace, τις indulge πολύ – για να το πω όπως θα το έλεγε και το Chat GPT. Και, όπως βλέπω στα γύρω τραπέζια, το ίδιο και οι γαστρονομικοί νομάδες της πόλης, αυτό το (αγαπημένο μου) κοινό που παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, ενημερώνεται και περιφέρεται από μοδάτο σε μοδάτο εστιατόριο, σε έναν διαρκή αγώνα να ανεβάσει ο καθένας πρώτος στο δικό του insta το σωστό λεμονάτο κουνέλι, τη σωστή σφυρίδα bianco, το σωστό head-to-tail μαγιάτικο.
Μία ολόσωστη αλληλουχία stories ενός gastronomad θα είχε: Πρώτα το κουνέλι το λεμονάτο, μετά ένα ανέμελο κοντινό στις καινούριες Chelsey boots (που κάνουν comeback) με φόντο ένα παραδοσιακό αθηναϊκό 50s μωσαϊκό, μετά ίσως ένα reelάκι με το vibe και τις μουσικές του εστιατορίου και τέλος selfie πόζα με το κουτάλι που έχει βουτήξει στην κλασική αμυγδάλου. Έχω αδυναμία στους gastronomads, θα επανέλθω με άλλο άρθρο γι’ αυτούς, θέλω να τους παρατηρήσω λίγο ακόμα.
Για την ώρα, εδώ που βρισκόμαστε, θέλω να αναγνωρίσω τη συνεισφορά τους στην ανάδειξη των νέων κοσμικών εστιατορίων της Αθήνας, αυτών που θέλεις να πας, που θα σκεφτείς τί θα φορέσεις για να πας, και που θα προσπαθήσεις να βγάλεις την καλύτερη δυνατή φωτό για το insta σου, ώστε να μάθουν όλοι ότι πήγες – ακόμα και αν στην πραγματικότητα δεν έχεις φάει καλά.

Είναι γεγονός – και δεν έχω καταλήξει αν τα social media έχουν ρόλο σε αυτό – πως πλέον τα "κοσμικά" εστιατόρια δεν είναι αυτά που ήταν στα 90s ή τα 00s. Δηλαδή τα ακριβά, fine dining εστιατόρια και μόνο. Σήμερα, στην εποχή όπου πλέον "βασιλικά" dinners γίνονται στο Κουκάκι, σε πρώην βιομηχανικούς χώρους με τσιμεντοκονία στο πάτωμα και μεταλλικές καρέκλες, είναι σαφώς διαφορετικός ο ορισμός του "κοσμικού".

Αυτά τα νέα "κοσμικά" εστιατόρια έχουν άλλη, επίσης νέα, "κοσμική etiquette". Δεν λέω, υπάρχουν "πυλώνες" που παραμένουν σταθεροί και διαχρονικοί, πολλά πράγματα όμως έχουν επικαιροποιηθεί. Είναι ακριβώς στο πλαίσιο αυτού του update που τα πιάτα ολοκληρώνονται στα τραπέζια και το shazam δυσκολεύεται να βρει τα κομμάτια που παίζουν. Στο ίδιο πλαίσιο, το λεμονάτο κουνέλι με ρίγανη συναγωνίζεται σε uploaded posts το carpaccio τσιπούρας με ξύσμα lime.
Στα μενού των νέων κοσμικών εστιατορίων μπορούν να συνυπάρξουν οι αναφορές στην παράδοση και ο γαστρονομικός διεθνισμός, η ταραμοσαλάτα και το carpaccio, το παξιμάδι χαρουπιού και το γαλάκτωμα γραβιέρας. Είναι cool να συνυπάρχουν. Αντίστοιχα στους χώρους των νέων κοσμικών εστιατορίων μπορούν να συνυπάρξουν το μωσαϊκό του αθηναϊκού καφενείου με τα λευκά τραπεζομάντηλα του γαλλικού μπιστρό - αρκεί φυσικά να είναι ατσαλάκωτα.
Επάνω τους μπορούν να σερβιριστούν ακόμα και fish & chips σε χάρτινο χωνάκι – αρκεί φυσικά να είναι άψογο το τηγάνι – και το branding στο χωνάκι. Είναι πιο cool με κάποιο τρόπο η σημερινή προσέγγιση αυτού που θεωρούμε κοσμικό, ή όχι; Εξαρτάται. Το θέμα είναι πάντα η προσπάθεια. Αν το παρατηρήσεις θα δεις πως τα πραγματικά κοσμικά εστιατόρια είναι cool, αλλά αβίαστα cool, βγάζουν αυτό το "δεν χρειάζεται να προσπαθήσω πολύ" vibe.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν πως έχουν πάψει να υπάρχουν τα κοσμικά εστιατόρια όπως τα όρισαν οι boomers και τα αγάπησε η Gen X. Σαφώς και η διαχρονική, κλασική πολυτέλεια υπάρχει. Μια εβδομάδα μετά το κουνέλι το λεμονάτο και το μωσαϊκό, δοκίμασα μπαρμπούνι ξηρής ωρίμανσης με ανανά, ντομάτα και σάλτσα από κίτρινο κάρι, δίπλα σε βαριές, ταφταδένιες κουρτίνες που κατέβαιναν από την οροφή έως το ξύλινο πάτωμα. Η πολυτέλεια, με την κλασική σημασία του όρου, παραμένει πάντα καθησυχαστική, γαληνεύει, γι’ αυτό άλλωστε είναι και διαχρονική.
Ακολούθησε το Αθηνόραμα στο Facebook και το Instagram.
