Είναι τόσο όμορφα στο Πάρκο Ελευθερίας, που ο πειρασμός να καθίσεις έξω –με σόμπες φυσικά– είναι μεγάλος ακόμη και τώρα τον Νοέμβριο, μια και κάνει απρόσμενα όμορφες μέρες. Από τα δέντρα κρέμονται φώτα, δίνοντας γιορτινό χαρακτήρα στο χώρο, που κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού πλημμύρισε με έξτρα λουλούδια και αρκετά δέντρα. Μέσα, στο χώρο του εστιατορίου στο παλιό περίπτερο, δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι εργασίες διαμόρφωσης, αφού δεσπόζοντα ρόλο θα παίζουν κάποιοι ειδικοί συντηρητές κρασιών, που θα φιλοξενούν την πολύ ξεχωριστή wine list του «My Park».
Το κρασί, άλλωστε, είναι από τα κυρίαρχα στοιχεία εδώ, όπως μαρτυρούν οι τέσσερις (!) σομελιέ, με επικεφαλής τον έναν εκ των ιδιοκτητών Νίκο Λουκάκη. Η προσέγγιση του κρασιού διαφέρει απ’ ό,τι έχουμε δει μέχρι τώρα, καθώς η λίστα θα περιλαμβάνει 93 διαφορετικά στιλ. Για να πάρετε μια ιδέα αυτής της ξεχωριστής στιλιστικής προσέγγισης, ας δούμε το παράδειγμα του Chardonnay, το οποίο εκπροσωπείται από πέντε διαφορετικές ετικέτες: ένα Chablis που έχει οινοποιηθεί σε ανοξείδωτη δεξαμενή, ένα premier cru της Βουργουνδίας (Puligny Montrachet) που έχει ζυμωθεί και ωριμάσει σε βαρέλι, δύο του Νέου Κόσμου από Καλιφόρνια και Αυστραλία κι ένα ελληνικό.
Η ίδια λογική επαναλαμβάνεται με διάφορους τρόπους και για τις άλλες ελληνικές και ξένες ποικιλίες που υπάρχουν στη λίστα, έτσι μπορείς λ.χ. να κάνεις μια θεματική «πτήση» στα Chardonnay, δοκιμάζοντάς τα σε ποτήρια με 50 ml ή 75 ml και συνοδεύοντάς τα με το φαγητό που τους ταιριάζει. Όλα τα κρασιά, ακόμη και τα πιο ακριβά, θα σερβίρονται και σε ποτήρι, με τρεις διαφορετικούς τρόπους σερβιρίσματος που εγγυώνται τη σωστή τους συντήρηση.
Το φαγητό κινείται στον αστερισμό της αθηναϊκής αστικής κουζίνας, απλά μαγειρεμένης αλλά με σύγχρονες πινελιές. Έτσι τα γιουβαρλάκια αβγολέμονο φτιάχνονται με γαρίδα (δεν πολυακούγεται η γεύση της), η Αθηναϊκή σε μορφή μους είναι σχεδόν ενδιαφέρουσα, στο steak tartare, που το κρέας κόβεται με μαχαίρια, αναμειγνύουν μπροστά σου τα υπόλοιπα γευστικά αξεσουάρ, ο νόστιμος, μαμαδίστικος μουσακάς φτιάχνεται με σιγομαγειρεμένο αρνί και κρέμα γραβιέρας, ενώ η πανσέτα μαύρου χοίρου με πορτοκάλι, μπαχαρικά, φασκόμηλο και ξινόχοντρο είναι άκομψα ρουστίκ.
Τα δύο πράγματα που ξεχώρισα ήταν το ριζοτοσίταρο με άγρια μανιτάρια για τη βαθιά του γεύση και η πολύ καλή αλμυρή πραλίνα, που πρέπει να παίξει πιο ουσιαστικό ρόλο στον κατάλογο. Το κλασικό τιραμισού τέρπει, αν και αυτό που ξεχωρίζει είναι το πολίτικο εκμέκ με το ιδεωδώς σιροπιασμένο τσουρέκι. Η Black Forest ήταν μετριότατη και παλαιάς κοπής, ελπίζω να την έχουν αλλάξει.