
Με εσάνς παλιάς, αστικής ταβέρνας και χώρο φροντισμένο, με ορχηστρικό soundtrack αγαπημένων ελληνικών τραγουδιών περασμένων δεκαετιών και με αύρα ανάλαφρη, η Ταβέρνα της Ερμού -με την υπογραφή της Ergon- θα έλεγα πως αποτελεί μία από τις πιο ανοιχτόκαρδες αφίξεις της σεζόν, για όλους που άπτονται τόσο στο γενικότερο χαρακτήρα της όσο και στο ίδιο το φαγητό της.



Ήδη από το 'έμπα' αντιλαμβάνεσαι τι περίπου παίζει εδώ, καθώς το combo από παλιούς μπουφέδες και μαρμάρινα τραπέζια, συνδυαστικά με το δάπεδο-σκακιέρα, τα στρογγυλά φωτιστικά και τις χαρακτηριστικές λεπτομέρειες δημιουργούν το χρονοκάψουλα-effect που αυτομάτως σε μεταφέρει σε κάποιο φαντασιακό καφενείο του αθηναϊκού κέντρου, 100+ χρόνια πριν.
Προχωρώντας, δε, στα ενδότερα του εστιατορίου, θα διαπιστώσει πως εκτός από την κεντρική σάλα μπροστά από την ανοιχτή κουζίνα, υπάρχει ακόμη ένα μεγάλο τραπέζι σε ένα μικρότερο δωματιάκι για πιο πριβέ dining καθώς και μία καλόβολη, πλακόστρωτη εσωτερική αυλή.


Κι έπειτα, το φαγητό. Η κουζίνα εδώ -υπό την επιμέλεια του culinary director της Ergon, Παναγιώτη Ξάνθη- επενδύει σε γεύσεις που ασπάζονται την παράδοση αλλά την ερμηνεύουν με ελαφρώς πιο σύγχρονη ματιά, αγκαλιάζοντας κυρίως τη θάλασσα. Τα όσα αποπνέουν όμως τα πιάτα στην Ταβέρνα της Ερμού θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και σαν μια ωδή στη γεύση της παρέας, τη ζεστασιά του ελληνικού τραπεζιού και την α λα γκρεκ συνοδεία με απόσταγμα.
Το τελευταίο δικαιολογεί και τη λίγη παραπάνω αλμυρότητα σε προτάσεις σαν τον ταραμά, την τονολακέρδα και τη μαρινάτη τσιπούρα με λεμόνι και ελαιόλαδο, προτού ισορροπήσει τα πράγματα η εξόχως φροντισμένη αθηναϊκή σαλάτα με αυγοτάραχο Μεσολογγίου.


Το κόνσεπτ 'γεύσεις του χθες που μιλούν τη γλώσσα του σήμερα' είναι πολύ πιο ξεκάθαρο στα κυρίως: Το αχνιστό μυλοκόπι σε ελαιόλαδο και λεμόνι, το γιουβέτσι με καβουρόψιχα και το μπουρδέτο με ουρές πεσκανδρίτσας είναι πιάτα βαθιάς, πληθωρικής νοστιμιάς που σου ζεσταίνουν την ψυχούλα.
Ξέρεις, από εκείνα για τα οποία αξίζει να επιστρέφεις σε ένα μαγαζί. Η μακαρονάδα με κρεμμύδια και ντομάτα και ο μπακαλιάρος σκορδαλιά αποτελούν τα what if μου, καθώς δεν τα δοκίμασα αυτή τη φορά αλλά και αφορμή για μια επόμενη επίσκεψη.


Κρασιά από επιλεγμένα ελληνικά οινοποιεία, ρετσίνα και τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο στα του πίνειν και φινάλε που γράφεται με γιαούρτι με μέλι και καρύδια και πορτοκαλόπιτα με παγωτό, αποτυπώνουν περαιτέρω τη γκάμα της Ταβέρνας της Ερμού, που, τελικά, περισσότερο από το να προβάλει απλώς το παρελθόν, επιχειρεί να το εντάξει στο παρόν, με μια σύγχρονη γεύση της πόλης, με μνήμη και συνέχεια, παράδοση και δημιουργικότητα.
Ακολούθησε το Αθηνόραμα στο Facebook και το Instagram.