Πάμε πίσω στο χρόνο, στο καλοκαίρι του 1989. Οι περισσότεροι λείπουν σε διακοπές όταν, σε κείνο το πανέμορφο νεοκλασικό στη γωνία Σόλωνος και Σίνα, ανοίγει ένα κομψό, στιλάτο εστιατόριο που αλλάζει τα δεδομένα στην αναπτυσσόμενη σκηνή της Αθήνας και γίνεται talk of the town. Ο λόγος για το «1900» που είχε δημιουργήσει ο Βαγγέλης Παπαδόπουλος, έχοντας σύμβουλο στην κουζίνα του την Εύη Βουτσινά. Η δόξα του εστιατόριου κράτησε μέχρι το 1996, ο Παπαδόπουλος, όμως, είχε μεράκι εδώ και χρόνια να δημιουργήσει κάτι παρόμοιο, μεταφέροντας τώρα το όνειρό του στη Φιλοθέη.
Εν τω μεταξύ, ως επίμονος εστιάτορας, είχε δημιουργήσει και άλλα μαγαζιά, αλλά το «1900» έχει μια ιδιαίτερη σημασία γι’ αυτόν. «Για μένα, αυτή η δραστηριότητα δεν είναι δουλειά αλλά έρωτας. Έχω άλλους τρόπους να κερδίζω τη ζωή μου ευκολότερα. Η χαρά της δημιουργίας δεν ξέρω αν συγκρίνεται με κάποια από τις απολαύσεις που μπορεί να σου προσφέρει η ζωή. Το χαμόγελο ικανοποίησης στους θαμώνες σου είναι η μεγαλύτερη αμοιβή, αυτό μου έλειψε όλα αυτά τα χρονιά και ελπίζω να το εισπράξω πάλι», μου εξηγεί.
Στη θέση, λοιπόν, του παλιού «Priamo», στην Καποδιστρίου της Φιλοθέης, θα εμφανιστεί ξανά το «1900». Η κουζίνα του θα είναι progressive μοντέρνα ελληνική. Ο Παπαδόπουλος τη συνοψίζει ως εξής: «Είμαστε Ελλάδα, αλλά δεν φοράμε τσαρούχια, και θέλουμε να γίνουμε ένα χαρούμενο εστιατόριο με πολύ καλό σέρβις, χαλαρό και καθόλου στημένο. O DJ θα δίνει ρυθμό και, όταν υπάρχει το κατάλληλο κλίμα, θα ξεκινάει ένα πολιτισμένο ελληνικό γλέντι».
Το εστιατόριο δεν έχει ανοίξει ακόμη, αλλά βλέπω τα μπόλικα τραπέζια του έξω σε δύο επίπεδα. Μέσα, στους τοίχους της θερμής του σάλας είναι απλωμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες από παλιά εστιατόρια και επαγγέλματα στην Ελλάδα. Δοκιμάζω μερικά από τα πιάτα του ante primas. Η σαλάτα με τα ντοματίνια και τη μους φέτας στολίζεται με πέστο βασιλικού με φιστίκια Αιγίνης. Τα στεγνοτηγανισμένα γαριδάκια του Αιγαίου έρχονται πάνω σε αφράτο ταραμά. Το χταπόδι είναι τρυφερό, αλλά έχει και τσαγανό, σερβιρισμένο πάνω σε φάβα Σαντορίνης με σινάπι, μυρωδάτο μαραθόσπορο και κρίταμο, αλλά μπορεί τελικά να έρθει με έναν βελούδινο πουρέ σελινόριζας. Το λαβράκι σερβίρεται με μια νόστιμη ποικιλία από τσιγαριαστά χόρτα. Η σπαλομπριζόλα από τη Φάρμα Λίτσα είναι ευγενώς dirty, τρυφερή και με γευστική αγριάδα. Κάποια από τα πιάτα μου θυμίζουν το στιλ βραβευμένου σεφ σε επαφή με τις κρητικές γεύσεις. Θα έχω οριστική εικόνα όταν ανοίξει οριστικά το «1900».