
Τετάρτη άναψαν πρώτη φορά οι εντυπωσιακοί πολυέλαιοι του Koumkan και μπήκαν τα φυτά στα βάζα, Σάββατο απόψε και η Κηφισιά ήδη διαχωρίζεται σε αυτούς που βρίσκονται εδώ και σε εκείνους που δυστυχώς δεν κατάφεραν να βρουν τραπέζι.
Απόψε ανήκω στην ελίτ των πρώτων και από την προνομιακή μου πολυθρόνα, ακριβώς απέναντι από το ημικυκλικό bar, βλέπω να περνούν μπροστά μου οι glitterati, οι literati, και γενικότερα οι illuminati της πόλης μας. Σε αυτό το σημείο, μην ξεχάσω να σημειώσω, καλύτερα να κλείσετε το τραπέζι σας σχετικά νωρίς, 20.00 ή 20.30.

Για να φτάσουμε εδώ και να παραγγείλουμε τα cinema negroni που έχουμε μπροστά μας, περάσαμε κάποια "στάδια”, έχει συμβεί μια έως θεατρική διαδικασία από την ώρα που βρέθηκα στην είσοδο έως το τραπέζι μου... Πρώτα από όλα, είναι αυτή η εντυπωσιακά φωτισμένη σκάλα που οδηγεί σε μια βαριά, αυτοκρατορική πόρτα, επενδυμένη όλη με καθρέφτη, οπότε αν είσαι λίγο Ζυγός με αδυναμία στους καθρέφτες (όχι εγώ, ένας φίλος), θέλεις να ανέβεις και να κατέβεις 2-3 φορές μέχρι να γίνει το σωστό reel.

Ακολουθεί ο χώρος υποδοχής. Και εδώ προκλητικοί καθρέφτες, τους οποίους κάνω ότι αγνοώ, γιατί δεν είμαι μόνος μου, και εστιάζω στα φωτεινά, θερμά χρώματα και στις textural επιφάνειες. Η εξίσου φωτεινή και χαμογελαστή hostess έρχεται πρόθυμη να με οδηγήσει στο τραπέζι μου. Διασχίζουμε μαζί το κυρίως bar. Εδώ υπάρχει σκουρόχρωμο, πράσινο μάρμαρο παντού, μεταλλικές λεπτομέρειες και χαμηλός φωτισμός. Ένα αινιγματικό σκηνικό σε απόλυτη αντίστιξη με αυτό που βλέπω τώρα μπροστά μου: Μια πραγματική grande salle, θεαματική, με γενναιόδωρο ύψος που σε προκαλεί να σηκώσεις το βλέμμα ψηλά να δεις τους μεταλλικούς πολυελαίους που μοιάζουν να "πολλαπλασιάζονται" χάρη στους μεγάλους καθρέφτες που ντύνουν περιμετρικά το χώρο.

Ξανακατεβάζω το βλέμμα και βλέπω τους illuminati εντυπωσιασμένους. Και εγώ είμαι. Εδώ δεν υπάρχει κάτι που να μοιάζει ή να θυμίζει κάτι άλλο – τουλάχιστον όχι στην Αθήνα. Μετά από καιρό έχουμε μια νέα, διαφορετική αισθητική ματιά. Υπεύθυνοι γι' αυτήν είναι οι Andreas Kostopoulos και James Mcanally του αρχιτεκτονικού γραφείου Manhattan Projects με έδρα τη Νέα Υόρκη. Σε αυτούς ανέθεσε την αισθητική του χώρου η εταιρεία Green Garlic, με creative director τον Άρη Βεζενέ, έμπνευση του οποίου είναι το όλο αφήγημα του Koumkan. Αυτά συζητάμε στο τραπέζι μας με τα cinema negroni μπροστά μας. "Cinema” προφανώς γιατί βρίσκω ένα καραμελωμένο pop corn στο ποτήρι. Όπως ο χώρος δεν θυμίζει τίποτα άλλο, έτσι και το negroni δεν θυμίζει κανένα άλλο, έτσι και ολόκληρο το μενού δεν θυμίζει κανένα άλλο.

Εμείς επιλέγουμε tuna crudo με κόλιανδρο και νιφάδες tempura, καπνιστό σολομό με κάπαρη και άνηθο, gyoza με γαρίδες, ginger και παλαιωμένη σόδα, βοδινά anticuchos με κύμινο, ρίγανη και καλαμπόκι. Αυτό τώρα συμβαίνει γιατί έχουμε στο τραπέζι συμμετοχές που "το βράδυ τρώνε πολύ ελαφρά" και βέβαια έχουμε και εμένα που είναι να μην δω anticuchos σε μενού, θα τα πάρω. Όλες οι επιλογές αποδεικνύονται ιδανικές για να συνοδεύσουμε το δεύτερο και το τρίτο cinema negroni.

Αντί για τέταρτο, προτιμήσαμε να κλείσουμε με το κάθετο – θα το πω εγώ – millefeuille, με βανίλια Μαδαγασκάρης, pecan και whiskey caramel. Και επειδή κάπως μετέωρο μου φαινόταν το κλείσιμο μόνο με το millefeuille, πρόσθεσα και μια υπερβολή – από αυτές τις υπέροχες, επιδορπιακές υπερβολές που αγαπάει ο Άρης Βεζενές: το KnickerBocker Glory με παγωτό βανίλια, marshmallows και φράουλες. Εξαιρετικά δημοφιλές στη Νέα Υόρκη των αρχών του 20ου αιώνa – όπως πληροφορηθήκαμε – εξαιρετικά δημοφιλές και εδώ απόψε.
Επιστρέφοντας στο Νέο Ψυχικό, νιώθω ότι την Κηφισίας – που την είχα ξεχάσει – θα την ανεβοκατεβώ πολλές φορές αυτό το χειμώνα. Μετά από πολύ καιρό, υπάρχει ξανά λόγος.