
H «έκτη αίσθησή» του το έκανε πιο κομψό, πιο μπιτάτο, με ενδιαφέροντα νέα πιάτα.

Eίχα να βρεθώ στο «Sesto Senso» από τότε που πρωτάνοιξε. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, παρατηρώ ότι οι μικρές αλλαγές στο ντεκόρ τού έδωσαν άλλη αίσθηση. Οι γήινοι τόνοι παραμένουν, με αποχρώσεις του μπεζ στους τοίχους και σκούρο καφέ δέρμα στους καναπέδες, «σπάνε» όμως με κάποιους λιτούς καμβάδες παραστατικής ζωγραφικής. Το βιομηχανικό στιλ των μεταλλικών σωληνώσεων που φορτώνονται με γλομπάκια κάνει κοντράστ με τους νέους, elegant πολυελαίους. H μπάρα μετακόμισε στο πίσω κομμάτι, λίγο πριν τον πριβέ χώρο (σε περίπτωση που θέλετε να «απομονωθείτε») και πλαισιώθηκε με μαύρο καθρέφτη. Nice.
Πάμε στην κουζίνα τώρα. Αρχή με συμπαθητική καπνιστή μελιτζάνα με ανθότυρο, ντομάτα και μυρωδικά αλλά και κατσικίσιο τυρί παναρισμένο σε καλαμποκάλευρο και ηλιόσπορους – του δίνουν μια μπισκοτένια εξωτερική υφή. Στο καρπάτσιο τόνου, η κρέμα εσπεριδοειδών με καμένο μέλι και θυμάρι (φρέσκο, απ' την αυλή τους) ήταν λίγο υπερβολική, το ριζότο όμως με αβγοτάραχο Μεσολογγίου ήταν πλούσιο και γλυκανισάτο. Πολλά εστιατόρια ξεκινούν δυνατά στα πρώτα και υστερούν λιγάκι στα κυρίως. Στο «Sesto Senso», ωστόσο, έχω την αίσθηση ότι η κουζίνα του σεφ Δημήτρη Παπαδόπουλου στα κυρίως κάνει κρεσέντο. Το φιλέτο κιτρινοπτέρυγου τόνου πάνω σε ψητή πατάτα με μια γιαουρτένια κρέμα με βούτυρο και λεμόνι, ανάλαφρο και νόστιμο, και τα πιο χειμωνιάτικα μοσχαρίσια φιλετάκια με σος μαυροδάφνης, λαχανικά σοτέ και ταλιατέλες, μου άρεσαν εξίσου. Το αφράτο cheesecake με βύσσινο, ισορροπημένο υγρό κέικ σοκολάτας με παγωτό πασπαλισμένο με καρυδάκι, και προσεγμένη κρεμ μπριλέ αφήνουν μια γλυκιά αίσθηση στο τέλος.