΄Έχει αγαπηθεί πολύ στην Ελλάδα (και χάρη στα καλά ανεβάσματά του) αυτό το τόσο "αμερικανικό" έργο, γραμμένο στα μέσα των ’70s. Ωστόσο, όσο κι αν διατηρεί μια ακατέργαστη γοητεία, πλέον αρχίζει να αποκαλύπτει τις ρωγμές του, κυρίως γιατί μοιάζει να προκρίνει τη σχηματικότητα αντί της σύνθεσης, σε θεματικό, αισθητικό και ιδεολογικό επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά, το περιθώριο που αφήνει για ερμηνείες με ακρίβεια και νεύρο εξακολουθεί να το καθιστά ελκυστικό.

Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τρεις λούμπεν μικροαπατεώνες που σχεδιάζουν τη διάρρηξη ενός διαμερίσματος, με σκοπό να αποκτήσουν κάποια –κατά τη γνώμη τους, σπάνια- νομίσματα, τα οποία σκοπεύουν να πουλήσουν σε έναν συλλέκτη. Η ληστεία, φυσικά, δεν θα πραγματοποιηθεί· αντί γι’ αυτή, μέσα στη διάρκεια μιας ημέρας ξεδιπλώνονται χαρακτήρες και συμπεριφορές, και το έδαφος στρώνεται για συγκρούσεις, παιχνίδια εξουσίας, αλλεπάλληλες εντάσεις αλλά και ελάχιστες στιγμές εύθραυστης τρυφερότητας.
Μέσα από αυτούς τους ξεπεσμένους αντιήρωες, αντανακλάται μια Αμερική στα όρια της αποσύνθεσης: μια κοινωνία μετά το τέλος της ψευδαίσθησης του "αμερικανικού ονείρου", άνιση, ταξικά κατακερματισμένη, σεξιστική, ρατσιστική και βαθιά λούμπεν. Μια κοινωνία που ευνοεί, αν όχι επιβραβεύει, το μικρό και το μεγάλο έγκλημα, την παραοικονομία, το παράνομο χρήμα.

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Μπέζου γεμίζει τη σκηνή με ένταση –κάποιες φορές περισσότερη απ’ όση χρειάζεται– και εστιάζει κυρίως στην ανάδειξη των εξωτερικών συγκρούσεων και των τόσο διαφορετικών χαρακτήρων, δευτερευόντως στις μεταξύ τους σχέσεις και σε πιο εσωτερικές ποιότητες. Ο Αντώνης Κρόμπας είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικός στο ρόλο του οξύθυμου, φωνακλά, σεξιστή και ρατσιστή Τιτς: μια φιγούρα τοξικής λευκής και αρσενικής ανωτερότητας, που μέσα από την ένταση και την υπερβολή της αγγίζει το κωμικό.
Ο Γιώργος Νινιός δημιουργεί ένα στιβαρό πορτρέτο του Ντον: έναν τύπο "ψημένο", ηγετικό και βαρύ, αλλά ταυτόχρονα ντόμπρο και απρόσμενα ευαίσθητο, με μια εσωτερικότητα που κρατά την παράσταση προσγειωμένη. Αξιοσημείωτος ο Σταύρος Τσουμάνης στον ρόλο του νεαρού Μπομπ, άβγαλτου και ψαρωμένου, που ισορροπεί ανάμεσα στη δειλία και στην ανάγκη του να ανήκει κάπου. Η σκηνογραφία και τα κοστούμια της Νατάσσας Παπαστεργίου αποδίδουν με πειστικότητα την αμερικανική ταυτότητα του έργου.
Περισσότερες πληροφορίες
Αμερικάνικος βούβαλος
Παρακολουθώντας μία ημέρα από τη ζωή τριών μικροαπατεώνων, το έργο-σταθμός καταγράφει τη ματαιότητα του αμερικανικού ονείρου και την ταύτιση του κυνηγιού της επιτυχίας με το κέρδος. Ένα έργο-ορόσημο της σύγχρονης αμερικανικής δραματουργίας, που φέρνει στο φως τη γυμνή αλήθεια ενός κόσμου σε ηθική κατάρρευση· την αποδόμηση του αμερικανικού ονείρου, τη μοναξιά, την ανάγκη για αγάπη και τη σκληρότητα μιας κοινωνίας που τα μετρά όλα με όρους κέρδους.