Καλοδουλεμένη παράσταση, που αναδεικνύει τη δυναμική ενός κλασικού έργου και σφραγίζεται από τις ερμηνείες του πρωταγωνιστικού ζευγαριού.
Δεν μπορούμε παρά να ξεκινήσουμε από τις ερμηνείες του Άκι Βλουτή και της Δήμητρας Χατούπη, καθώς το συγκεκριμένο έργο στηρίζεται κατεξοχήν στους ρόλους τους οποίους υποδύονται. Είναι εμβληματική η σχέση που έχει συνθέσει ο Άλμπι μεταξύ του Τζορτζ και της Μάρθα, του ζευγαριού των μεσόκοπων διανοουμένων που επιδίδονται σε ένα παιχνίδι ισχύος και αλληλοεξόντωσης μπροστά στα έντρομα μάτια του νεότερου ζευγαριού που τους έχει επισκεφθεί.
Μάστορας της γραφής, ο Άλμπι εμπλέκει σε αυτήν τη σχέση μια σειρά θεμάτων, χωρίς το έργο να χάνει καθόλου σε οικονομία, συνοχή ή δυναμική. Ως εκφραστής του κοινωνικού ρεαλισμού, αποδομεί την αμερικανική οικογένεια, καταρρίπτει την εικόνα του ευυπόληπτου διανοούμενου κι εκθέτει τις παθογένειες της μεταπολεμικής αμερικανικής κοινωνίας, ενώ ως μέγας ανανεωτής εμπλουτίζει τη γραφή του με συμβολιστικές και ψυχαναλυτικές αποχρώσεις, καταθέτοντας τελικά μια υποδειγματική δραματουργική σύνθεση. Αυτό που κυριαρχεί, βέβαια, είναι η συμπλεγματική σχέση μεταξύ των δύο συζύγων, που λειτουργεί και ως παιχνίδι επιβ(εβα)ίωσης.
Η αντιμετώπιση της σχέσης του Τζορτζ και της Μάρθα ως παιχνιδιού, στο οποίο είναι μεν αντίπαλοι μέχρι τελικής πτώσης αλλά και συμπαίκτες, είναι κομβική όπως μαρτυρά η διαρκής προσπάθεια να σοκάρουν τους καλεσμένους/θεατές τους ή τα σενάρια ζωής που επινοούν, με κυριότερο βέβαια αυτό που αφορά το «παιδί» τους. Αυτή η οπτική απασχολεί και τη σκηνοθεσία του Γιώργου Κιμούλη, ο οποίος προχώρησε και σε κάποιες επεμβάσεις σχετικά (π.χ. η παράσταση ξεκινάει με τη Μάρθα να μονολογεί πως «όλα ένα παιχνίδι είναι», ενώ όταν χτυπούν το κουδούνι οι καλεσμένοι, αναφωνεί «Show time!» αντί του «Party!» που γράφει ο Άλμπι). Παρ’ όλα αυτά, η σκηνοθεσία του δεν εγκλωβίζεται σε αυτήν την κατεύθυνση, αλλά αντιμετωπίζει το έργο κρατώντας στο επίκεντρο αυτή καθαυτή τη σχέση των δύο συζύγων, ενώ επιχειρεί να φωτίσει όλα της τα ημιτόνια, καθώς ο Τζορτζ και η Μάρθα είναι εχθροί και σύμμαχοι, θύτες και θύματα, ενήλικοι (που πληγώνουν) και παιδιά (που έχουν πληγωθεί).
Με προεξάρχοντες τον Βλουτή και τη Χατούπη, η παράσταση φωτίζει την πολυεπίπεδη γραφή του Άλμπι. Οι δυο τους επιδίδονται σε εσωτερικές, δυναμικές αλλά όχι κραυγαλέες ερμηνείες και παράλληλα αναπτύσσουν μια πάλλουσα σχέση με τη χημεία, τις εντάσεις και τις υφέσεις που χρειάζεται. Τους εξίσου σημαντικούς δεύτερους ρόλους, καθώς δεν λειτουργούν μόνο ως ο μοχλός που πυροδοτεί την «παράσταση» των δύο οικοδεσποτών αλλά διανύουν και οι ίδιοι μια μεγάλη προσωπική διαδρομή, επωμίζονται ο Σαράντος Γεωγλερής, άνετος ως Νικ, και η Αντωνίνα Βλουτή, κάπως αμήχανη ως «γλυκιά» Χάνι, που καταφεύγει όμως σε καίριες εκρήξεις όταν χρειάζεται. Το σκηνικό του Νίκου Αναγνωστόπουλου, τέλος, είναι μοντέρνο και κομψό, αλλά κατά πολύ πολυτελέστερο από το «αχούρι» που περιγράφει το έργο.
ΘΕΑΤΡΟ ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ Ακαδήμου 14, 2105234382. Διάρκεια: 110΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ
Ένα κλειστοφοβικό έργο, όπου ευυπόληπτοι κι ευκατάστατοι πολίτες γκρεμίζουν τους κοινωνικούς φραγμούς.