
Ο Αιμίλιος Χειλάκης επιστρέφει σε μια παλαιότερη –προ δεκαετίας– δουλειά του και μας την παραδίδει αισθητικά ανανεωμένη, το ίδιο ενδιαφέρουσα και ακόμη πιο ουσιαστική. Με σύμμαχο και συμπρωταγωνιστή τον Δημήτρη Καμαρωτό και την πρωτότυπη μουσική σύνθεσή του, προτείνει μια συμπυκνωμένη –μόλις 80 λεπτών– εκδοχή του σαιξπηρικού "΄Αμλετ", στην οποία ο ίδιος ερμηνεύει όλους τους ρόλους. Η διασκευή που συνυπογράφει με τον Μανώλη Δούνια –πάνω στη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά– καταφέρνει να κρατήσει ατόφιο τον πυρήνα του έργου, παρότι η παράσταση απευθύνεται μάλλον αποτελεσματικότερα σε θεατές που είναι εξοικειωμένοι με το πρωτότυπο. Επίσης, αν και χαιρετίζεται η τολμηρή απόφαση να παρουσιαστεί η παράσταση σε θερινή περιοδεία, ο ανοιχτός χώρος είναι μια συνθήκη που την αδικεί· μια μικρή, κλειστή σκηνή θα την αναδείκνυε περισσότερο.

Το σκηνικό κείμενο που προκύπτει εστιάζει το ενδιαφέρον του στην υπαρξιακή και πολιτική μοναξιά του Άμλετ, του νεαρού πρίγκιπα που συνειδητοποιεί πως ζει σε έναν "κόσμο που γκρεμίζεται", σε έναν κόσμο χωρίς σταθερές και αξίες. Στο φινάλε, στα λόγια του Οράτιου που μας καλούν να μην ξεχάσουμε και να μιλήσουμε για την ιστορία αυτού του ευγενούς νέου, μεταφέρεται ο περιβόητος μονόλογος του "να ζεις, να μη ζεις"· τίθεται, έτσι, το πυρηνικό ερώτημα –και μαζί κάλεσμα– της παράστασης σχετικά με τη στάση μας μέσα στον κόσμο: "τι συμφέρει στον άνθρωπο, να αντέχει σωπαίνοντας τις πληγές από μια μοίρα που τον ταπεινώνει ή να επαναστατεί, να αντισταθεί;".
Από εκεί και πέρα, ο Αιμίλιος Χειλάκης πραγματοποιεί ένα tour de force υποκριτικής (με την πολύτιμη καθοδήγηση και του Μανώλη Δούνια), που δεν αφορά απλώς την ερμηνευτική δεξιοτεχνία του, αν και αυτή δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη: ο τρόπος που υποδύεται κάθε ρόλο είναι σπουδαίος, φορώντας ένα κραγιόν, αλλάζοντας τη στάση του σώματος, χρησιμοποιώντας ένα αξεσουάρ.

Η ιδέα να ερμηνεύσει όλα τα πρόσωπα της τραγωδίας δημιουργεί μια θεατρικότατη συνθήκη επί σκηνής. Ο Χειλάκης είναι ο ΄Αμλετ, η Γερτρούδη, η Οφηλία, ο Πολώνιος, ο Κλαύδιος κ.λπ., αλλά πάνω απ’ όλα είναι ένας θεατρίνος, ένας μελαγχολικός κλόουν, που κουβαλάει μέσα του όλους αυτούς τους ρόλους – και μέσω αυτών μια ευθύνη (την ευθύνη της τέχνης) και μια παράξενη σοφία, την οποία ήρθε να μας μεταδώσει από τα βάθη των χρόνων, συνομιλώντας ωστόσο με την εποχή μας.
Τίποτα δεν θα ήταν ίδιο χωρίς τη μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού (την εκτελεί ο ίδιος), που δημιουργεί τη δική της δραματουργία, συμπληρώνοντας το σύμπαν του έργου, τους πυκνούς φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου, την καθοριστική για την ερμηνεία πολλαπλών ρόλων κινησιολογία της Φαίδρας Νταϊόγλου, όπως και χωρίς τις εξαίσιες σκηνικές λύσεις, που εξυπηρετούν με λίγα αλλά τόσο εύστοχα επιλεγμένα μέσα μια ιστορία με πολλές σκηνικές ανάγκες (σκηνικά-κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη).
Περισσότερες πληροφορίες
Μόνος με τον Άμλετ
Η τολμηρή σκηνική προσέγγιση του σαιξπηρικού «Άμλετ» που αγαπήθηκε από το κοινό, επιστρέφει οκτώ χρόνια μετά, με τον Αιμίλιο Χειλάκη να ερμηνεύει όλους τους ρόλους -Άμλετ, Οφηλία, Κλαύδιος, Γερτρούδη, Πολώνιος, Λαέρτης, Οράτιος, το Φάντασμα του βασιλιά-, με όχημα τη διαχρονική μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά. Συνειδητοποιώντας πως το σύστημα αξιών στο οποίο πίστευε και η επίπλαστη ευδαιμονία που απολάμβανε έχουν πεθάνει, ο Άμλετ πασχίζει να διατηρήσει την αξιοπρέπεια και τα ιδανικά του μέσα σε μια κοινωνία που ιδεολογικά καταρρέει. Η παράσταση θέτει το ερώτημα αν είναι προτιμότερο να ζει κανείς άπραγος ή να πεθαίνει πράττοντας, αντίστοιχα με τον «να ζει κανείς ή να μη ζει».