
Η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου συνιστά ένα τολμηρό και φιλόδοξο εγχείρημα, τόσο εξαιτίας του εκτενέστατου κειμένου όσο και του ίδιου του θέματος, καθώς το έργο εκθέτει με ειλικρίνεια και αμεσότητα διαφορετικές εκφάνσεις του γκέι βιώματος. Η ιστορία αυτών των σύγχρονων ανδρών που ζουν στην Αμερική της πρώτης εκλογής του Τραμπ (κάτι που βάζει στο κάδρο ένα συνολικότερο πολιτικό σχόλιο) μπλέκεται με τον Άγγλο συγγραφέα Ε. Μ. Φόρστερ, ο οποίος εμφανίζεται ως δραματικό πρόσωπο, προκειμένου να βοηθήσει τους ήρωες να "αφηγηθούν την ιστορία τους". Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα στοιχεία που έχει να επιδείξει το έργο, μια σκηνική τομή σε ένα κατά τα άλλα συμβατικό κείμενο, μια που η "Κληρονομιά" μεταχειρίζεται τους κώδικες και τα εργαλεία ενός τυπικού δράματος· ίσως επειδή μια τέτοια δραματουργική λύση προσεγγίζει και κινητοποιεί ευκολότερα το ευρύ κοινό.

Είναι πολλά τα στοιχεία που γοητεύουν και κάνουν την "Κληρονομιά μας" να παρακολουθείται με ζωηρό ενδιαφέρον και αισθήματα συγκίνησης, καθώς αγγίζει θεματικές όπως η μη ορατότητα, η βαθιά πληγή του AIDS που αφάνισε μια ολόκληρη γενιά ομοφυλόφιλων ανδρών, η προβληματική γύρω από το τι συνιστά την γκέι ταυτότητα και κουλτούρα, ποιο το αποτύπωμα και ποια η "κληρονομιά" τους κ.ά. Από την άλλη, το έργο δεν αποφεύγει σε σημεία ούτε το διδακτισμό όσον αφορά τη μετάδοση των μηνυμάτων του, ούτε το μελοδραματισμό στη σκιαγράφηση των διαπροσωπικών σχέσεων των ηρώων. Η παράσταση του Γιάννη Μόσχου καθρεφτίζει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, θετικά και αρνητικά. Βέβαια, παρά το αδιαμφισβήτητο θάρρος που κρύβει η παρουσία του έργου στο ρεπερτόριο του πρώτου κρατικού θεάτρου της χώρας (εν μέσω ενός αυξανόμενου νεοσυντηρητισμού), η σκηνοθεσία είναι μάλλον διακριτική (προκειμένου να αφήσει το έργο να μιλήσει;), ενώ σε σημεία υπερτονίζει το διδακτισμό του έργου, επιλέγοντας μια μετωπική απεύθυνση προς τους θεατές.

Υπάρχουν όμως και ωραίες ερμηνείες, ειδικά από τη βασική πρωταγωνιστική ομάδα: τον Κώστα Μπερικόπουλο, σε διπλό ρόλο, ένας εκ των οποίων ο Φόρστερ, τον Θέμη Πάνου, που "εκπροσωπεί" μια γενιά ανδρών που για χρόνια "κρύβονταν στην ντουλάπα", τον Γιώργο Χριστοδούλου, συναρπαστικό στο ρόλο του νάρκισσου, φιλόδοξου και μάλλον τοξικού Τόμπι, αλλά και τον Άγγελο Μπούρα, τον Κώστα Νικούλι και την Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, που επωμίζεται έναν συναισθηματικά φορτισμένο –ίσως υπέρ του δέοντος– μονόλογο.

Σε μικρότερους, πολλαπλούς ρόλους, οι Γιώργος Ζιάκας, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Γιώργος Μακρής, Στέφανος Μουαγκιέ, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Θανάσης Ραφτόπουλος. Υπέροχη η μουσική του Θοδωρή Οικονόμου (την εκτελεί ο ίδιος στο πιάνο), προσδίδει πυκνότητα και ποιότητα στην παράσταση, ακατανόητη η σκηνογραφική λύση του ακαλαίσθητου, μονοκόμματου γκρίζου τοίχου (Τίνα Τζόκα), αποκτάει κάποιο χαρακτήρα χάρη στους φωτισμούς (Χριστίνα Θανάσουλα).
Περισσότερες πληροφορίες
Η κληρονομιά μας
Το πολυβραβευμένο έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά σε μια παράσταση - εμπειρία και μιλάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια για τις ζωές των ομοφυλόφιλων ανδρών, εξερευνώντας την ανάγκη όλων μας να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε καθώς και άλλα θέματα που μας απασχολούν όλους ανεξαρτήτως φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού, όπως η απώλεια, η οικογένεια, η ταυτότητα, η ατομική ευθύνη κ.ά. Πηγή έμπνευσης του έργου είναι το μυθιστόρημα του Άγγλου, ομοφυλόφιλου συγγραφέα Ε. Μ. Φόρστερ «Επιστροφή στο Χάουαρντς Έντ», στοιχεία του οποίου δανείζεται ο Αμερικανός συγγραφέας προκειμένου να αφηγηθεί την ιστορία μιας παρέας ομοφυλόφιλων ανδρών στη Νέα Υόρκη, στα τέλη της δεκαετίας του 2010. Τρεις γενιές συνυπάρχουν: αυτή που ανδρώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, η γενιά της δεκαετίας του 1980, η οποία μεγάλωσε μέσα στην καρδιά της επιδημίας του AIDS, και η σημερινή γενιά ανδρών.