
Η "Βεγγέρα" του Ηλία Καπετανάκη, ένα έργο "οδοστρωτήρ", όπως το είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος ο συγγραφέας, συνεχίζεται στο θέατρο Χώρος, σε σκηνοθεσία της Σοφίας Μαραθάκη. 'Ένα χορογραφημένο κόμικ, που αντλεί έμπνευση από τη συνήθεια των οικογενειών να ανταλλάσσουν επισκέψεις, για να μιλήσει για τη φαιδρότητα του μικροαστικού κόσμου εκείνης -αλλά και κάθε- εποχής, τη χαμένη τρυφερότητα, αλλά και την κρυμμένη βία.

Η οικογένεια Νερουλού δέχεται ξαφνικά την επίσκεψη του κυρίου και της κυρίας Στενού, οι οποίοι συνοδεύονται από τον εργένη ανιψιό τους Νίκο. Εκείνος δράττεται της ευκαιρίας προκειμένου να δει από κοντά τις κόρες της οικογένειας Νερουλού που τόσο θαυμάζει από μακριά στους περιπάτους και τα νυφοπάζαρα. Στην ουσία, ελπίζει ότι θα μπορούσε μία εξ αυτών να είναι η μελλοντική του συμβία. Οικοδεσπότες και επισκέπτες αδυνατούν να συνεννοηθούν, το πρωτόκολλο καλής συμπεριφοράς πάει περίπατο και ένα κωμικό χάος προκαλεί ανατροπές και παρεξηγήσεις, οδηγώντας τη βεγγέρα στην απόλυτη καταστροφή. Η αμάθεια, η ξενομανία, η υποκρισία και η φαιδρότητα έρχονται στην επιφάνεια μαζί με τον μιμιτισμό, την κούφια ρητορεία και τον καθωσπρεπισμό.

Η Σοφία Μαραθάκη, μετά τον "Γενικό Γραμματέα" που είχε σκηνοθετήσει με μεγάλη επιτυχία για το Εθνικό Θέατρο το 2017, συναντιέται ξανά με τον ξεχωριστό αυτόν θεατρικό συγγραφέα σε ένα έργο που έχει, πράγματι, εκτόπισμα οδοστρωτήρα λόγω του αδυσώπητα σαρκαστικού του χαρακτήρα. Μέσα από την ακραία παρωδία και γελοιοποίηση, τον εγκλωβισμό των ηρώων στους τύπους, στο πρωτόκολλο αλλά και στη γλώσσα -ένα κράμα δημοτικής και καθαρεύουσας- τα μεγεθυμένα ελαττώματα και κουσούρια τους, Η "Βεγγέρα" με πρωταγωνιστές τους Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου, Γιάννη Κλίνη, Γιώργο Κριθάρα, Σοφία Μαραθάκη, Οδύσσεια Μπουγά, Ειρήνη Μπούνταλη, Κατερίνα Πατσιάνη, Δανάη Σαριδάκη, Χρήστο Σταθούση και Γιώργο Σύρμα, αποκαλύπτει ή καλύτερα επιβεβαιώνει την ασφυξία που επιβάλλουν οι κοινωνικές εκδηλώσεις, τονίζοντας ταυτόχρονα τη γελοιότητα και μαζί την τραγικότητα των προσώπων· την αμηχανία μίας ολόκληρης κοινωνίας.

'Όπως σημειώνει η σκηνοθέτρια: "Μέσα από το φλερτ, την παρεξήγηση, την προσβολή και το χιούμορ, τα πρόσωπα της Βεγγέρας διασκεδάζουν την πλήξη τους, αποφεύγουν το απόλυτο υπαρξιακό τους κενό. Παρά την ακατάσχετη, όμως, μπουρδολογία τους, οι ήρωες είναι πλάσματα αξιαγάπητα και ζωντανά, επειδή διατηρούν και αναδεικνύουν αυτή την αφέλεια του παιδιού, την ανικανότητα ελέγχου του θυμικού τους. Είναι, όμως και επικίνδυνα επειδή είναι δυνητικά βίαια, κακοποιητικά, ψάχνουν αφορμή για να επιτεθούν. Είναι ανήλικοι σε σώματα ενηλίκων, όπως, άλλωστε, είμαστε όλοι. Αδαείς, ανεύθυνοι, αμέριμνοι και γι’ αυτό μοιραίοι".

Στη "Βεγγέρα", γκάφες, συγκρούσεις, τραγούδια, καυγάδες και πολλά… επιφωνήματα, αποκαλύπτουν με τρόπο αμείλικτο την επιθυμία κάθε ανθρώπου να χωρέσει σε κοστούμια άλλων. Με διάθεση σχεδόν φαρσική για τη συνύπαρξη της κωμικής και της τραγικής πλευράς της ζωής, το έργο μας οδηγεί μπροστά στον καθρέφτη και με ένα μειδίαμα, αυτοσαρκασμό και χιούμορ, μας φέρνει αντιμέτωπους με την μικρούλα ζωή μας, την ατομική και συλλογική μας ταυτότητα.
Τα σκηνικά υπογράφει ο Κωνσταντίνος Ζαμάνης, τα κοστούμια η Αλεξάνδρα Ντεληθέου, τη μουσική ο Θοδωρής Αμπατζής, την κίνηση η Χρυσηίς Λιατζιβίρη και τους φωτισμούς η Χριστίνα Θανασούλα.
Περισσότερες πληροφορίες
Η Βεγγέρα
Η σαρκαστική κωμωδία ηθών του 19ου αιώνα είναι γεμάτη ανατροπές και παρεξηγήσεις με το πρωτόκολλο καλής συμπεριφοράς να πηγαίνει περίπατο και ένα συνοικέσιο να οδηγείται στην καταστροφή. Η οικογένεια Νερουλού δέχεται ξαφνικά την επίσκεψη του κυρίου και της κυρίας Στενού, οι οποίοι συνοδεύονται από τον εργένη ανιψιό τους Νίκο. Εκείνος δράττεται της ευκαιρίας προκειμένου να δει από κοντά τις κόρες της οικογένειας που τόσο θαυμάζει από μακριά στους περιπάτους και τα νυφοπάζαρα, ελπίζοντας ότι μία εξ αυτών θα μπορούσε να είναι η μελλοντική του συμβία. Το έργο που σατιρίζει τον καθωσπρεπισμό, αντλεί έμπνευση από τη συνήθεια των οικογενειών να ανταλλάσσουν επισκέψεις, για να μιλήσει για τη φαιδρότητα του μικροαστικού κόσμου εκείνης αλλά και κάθε εποχής, τη χαμένη τρυφερότητα αλλά και την κρυμμένη βία.