Πάτροκλος Σκαφίδας©
Το έργο της Βρετανίδας δραματουργού, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ξεκινά με τις χαρμόσυνες προετοιμασίες τριών αδελφών για το γάμο της μικρότερης και τελειώνει, κάποιες ώρες αργότερα, με την οικογένεια διαλυμένη. Στις ώρες που μεσολαβούν, γνωρίσαμε τα πρόσωπα και τις ιστορίες τους: τις τρεις αδελφές, τους συζύγους τους, τις δύο έφηβες κόρες, τον πατέρα, τη θεία τους.
Ως γλυκόπικρο οικογενειακό δράμα, το "Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα" έχει την τρυφερότητα, τη γλύκα, αλλά και τη σκληρότητα που κρύβουν οι οικογενειακές σχέσεις, καθώς μιλάει για τα ανθρώπινα: την αγάπη, το πένθος, την αναζήτηση της ευτυχίας, τα ένοχα μυστικά, τις κρυμμένες επιθυμίες, ενώ στο φόντο υπάρχουν και άλλα, μεγαλύτερα, όπως ο ρατσισμός, η οικολογική ανησυχία, οι ταξικές ανισότητες, ο νεοφιλελευθερισμός. Η συγγραφέας, θυμίζοντας σε σημεία σύγχρονο Τσέχοφ, παραθέτει τα πρόσωπα με τα χαρίσματα, αλλά και τις αδυναμίες, τα πάθη και τα λάθη τους και συνθέτει ένα συγκινητικό μωσαϊκό (αν και όσο πλησιάζει στο φινάλε η ιστορία ρέπει προς τον μελοδραματισμό).

΄Έργο χωρίς πρωταγωνιστή/ρια –ή μάλλον έργο πολλών πρωταγωνιστών/ριών–, δίνει σε κάθε πρόσωπο το χώρο να ξεδιπλώσει την προσωπική του ιστορία, η οποία υφαίνεται σε ένα σύνθετο πλέγμα οικογενειακών σχέσεων. Πρόκειται για μια φιλόδοξη συγγραφική επιλογή, που κοστίζει κάπως στη δραματική οικονομία, αλλά και ευνοεί τις συναισθηματικές ταλαντώσεις και τις εναλλαγές της σκηνικής θερμοκρασίας.
Αυτό το γλυκόπικρο, τρυφερό, αλλά και σκληρό κλίμα συλλαμβάνει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος: μπορεί να μην αποφεύγει τη συναισθηματική υπερβολή, στην οποία τον οδηγεί το ίδιο το κείμενο, όμως συνολικά υπογράφει μια ζεστή δουλειά, χαρίζοντας και μερικές στιγμές σκηνικής μαγείας και ποίησης. Η ελληνική απόδοση της αγγλικής slang ξενίζει κάπως (μετάφραση: Αντώνης Γαλέος-Κοραλία Σωτηριάδου), όμως συνολικά η παράσταση έχει την εγγύτητα μιας ιστορίας της "διπλανής πόρτας" και μεταδίδει την οικουμενικότητα –παρά το βρετανικό στίγμα– του έργου.

Σε αυτό το κατεξοχήν έργο συνόλου, όπου κανείς δεν ξεχωρίζει περισσότερο από τον άλλο, πρωταγωνιστεί ένας ωραίος θίασος. Η ΄Άννα Καλαϊτζίδου, η Σύρμω Κεκέ και η Ελίνα Ρίζου αποδεικνύονται απολύτως κατάλληλες να ενσαρκώσουν τις εντελώς διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες των τριών αδελφών, η Μαρία Κατσιαδάκη είναι υπέροχη στο ρόλο της πληθωρικής θείας Κάρολ, ο Κώστας Φλωκατούλας συγκινητικός στον τρυφερό ρόλο του πατέρα, ενώ και οι υπόλοιποι συνεισφέρουν στην ομαδικότητα της δουλειάς: Δαυίδ Μαλτέζε, Χρίστος Στυλιανού, Χάρης Γρηγορόπουλος, καθώς και οι νεαρές Υακίνθη Κωνσταντοπούλου και Μαντώ Μιχαλιού.
Η μουσική του ΄Άγγελου Τριανταφύλλου και η κινησιολογία της Ξένιας Θεμελή ακολουθούν τις ποικίλες συναισθηματικές αποχρώσεις της ιστορίας, τα κοστούμια του Πάρι Μέξη αποτυπώνουν τις ιδιοσυγκρασίες των χαρακτήρων και το ωραίο σκηνικό του συμπληρώνεται από τους φωτισμούς (Σάκης Μπιρμπίλης), που δημιουργούν κάποιες μαγικές εικόνες.
Περισσότερες πληροφορίες
Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα
Μια σπαρακτική και συνάμα ξεκαρδιστική απεικόνιση μιας οικογένειας που αγωνίζεται να επιβιώσει σ’ έναν κόσμο που αλλάζει, μέσα σε συνθήκες απώλειας και κοινωνικής αδικίας. Τα μέλη μιας οικογένειας από την εργατική τάξη της Αγγλίας συγκεντρώνονται μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα για να γιορτάσουν το γάμο της νεότερης από τις τρεις αδερφές, της Σύλβιας, με τον Μάρεκ, έναν Πολωνό μετανάστη. Η Χέιζελ έχει έρθει στο γάμο της αδερφής της με τον άντρα της Τζον, κι ας μην είναι και «στα καλύτερα τους» ως ζευγάρι, και τις κόρες τους, ενώ η άλλη αδερφή, η Μάγκι, που έχει καιρό να βρεθεί στο οικογενειακό σπίτι, εντελώς μόνη της. Από το πάρτι δεν θα μπορούσαν να λείπουν ο πατέρας της νύφης, Τόνι, κι ο αδερφός του, Πιτ, που δεν μιλιούνται εδώ και 40 χρόνια, αλλά και η χειμαρρώδης γυναίκα του Πιτ, η Θεία Κάρολ. Μέσα στην εορταστική ατμόσφαιρα, με χορό, τραγούδι και άφθονο αλκοόλ, έρχονται στην επιφάνεια κρυμμένα συναισθήματα, οικογενειακά μυστικά και παλιές πληγές από την εποχή της Θάτσερ, με τη μακρόχρονη απεργία των μεταλλωρύχων και το τελικό κλείσιμο των ορυχείων, που έριξε στην ανέχεια τους κατοίκους μεγάλων περιοχών και σημάδεψε τα παιδικά χρόνια των τριών αδελφών.