
Το "Τέρας" θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα σκοτεινό παραμύθι για ενηλίκους, μια σύγχρονη παραβολή, ένα βλέμμα στην αχαρτογράφητη περιοχή της γυναικείας ψυχής. Ο τίτλος αναφέρεται σε μια καθημερινή γυναίκα, τη Δέσποινα, η οποία –χωρίς εμφανή αφορμή– μεταμορφώθηκε σε τέρας και σκότωσε την οικογένειά της, τρομοκράτησε τους συμπολίτες της, κατέστρεψε το χωριό της. Το έργο ξεκινάει στον απόηχο αυτών των γεγονότων και διαδραματίζεται σε ένα παρακείμενο δάσος όπου συναντιούνται η Δέσποινα, δύο φίλες της, που κατέφυγαν εκεί για να γλιτώσουν, και ο αδερφός της.
Χωρίς να γίνεται απολύτως συγκεκριμένη, δίνοντας χώρο στους θεατές για τις δικές τους απαντήσεις και εξηγήσεις, η Μπέζου γράφει για μια γυναίκα που ήταν αγαπητή και αρεστή αλλά τελικά παρέμενε "αόρατη" στους οικείους της, για μια γυναίκα που ίσως μέσα της φώλιαζε η κατάθλιψη, για μια γυναίκα που επιζητούσε κάποιους είδους απελευθέρωση, όπως και για μια γυναίκα που μπορεί να μετανιώνει "κάθε λεπτό ό,τι έκανε", αλλά αν γύριζε το χρόνο πίσω, "πάλι το ίδιο θα έκανε".

Υπάρχει πολλή ευαισθησία και ποίηση στο έργο, ενώ ειδικά ο ρόλος του "τέρατος" συνιστά προϊόν μιας πολύ ενδιαφέρουσας μείξης, που δείχνει να αντλεί από πολλές αναφορές: η Δέσποινα θα μπορούσε να είναι ηρωίδα παραλογής ή δημοτικού τραγουδιού, κάποιου μεσαιωνικού θρύλου, ακόμη και αρχαίας τραγωδίας ή έργου του Λόρκα. Υπάρχει όμως και πολλή αφαιρετικότητα –όχι με την περιοριστική έννοια του "τι έχει συμβεί", αλλά όσον αφορά τους χαρακτήρες, τον ψυχισμό και τις σχέσεις των προσώπων–, με αποτέλεσμα αρκετά σημεία να μένουν τελικά μετέωρα, θολά, ασαφή.

Από την άλλη, από τη θέση της σκηνοθέτριας, η Μπέζου κατάφερε να προσδώσει σε αυτό το απολύτως μη ρεαλιστικό έργο εξαίσια σκηνική μορφή. Έστησε υποδειγματικά επί σκηνής έναν κόσμο ονείρου και εφιάλτη, χάρη και στη δουλειά των υπόλοιπων συντελεστών: στην υπέροχη σκηνογραφία της Ιωάννας Πλέσσα, η οποία δημιούργησε ένα απόκοσμο, απειλητικό δάσος, στους θαμπούς, ομιχλώδεις φωτισμούς της Ελίζας Αλεξανδροπούλου, και -ίσως κυρίως- στην εξαιρετική σύνθεση του Φάνη Ζαχόπουλου (την εκτελεί επί σκηνής ο Γιώργος Σταυρίδης), που συμπλήρωσε υποδειγματικά τη σκηνογραφία και το ίδιο το κείμενο, γεμίζοντας τη σκηνή με ήχους της νύχτας και του δάσους, αλλά και συμπρωταγωνιστώντας ισότιμα με τους ηθοποιούς, ειδικά στη διάδραση με τη Δήμητρα Βλαγκοπούλου.
Η ηθοποιός, με τη σειρά της, με μια σωματική όσο και εσωτερική ερμηνεία, μας έδωσε τη Δέσποινα ως ένα εύθραυστο και απόκοσμο πλάσμα, θύμα αλλά και τιμωρό, σαν στοιχειό του δάσους ή σαν κάποια μάγισσα που έχει επιστρέψει από τα βάθη του χρόνου. Μαζί της η Στέλλα Βογιατζάκη, η Κατερίνα Νταλιάνη και ο Γιάννης Παπαδόπουλος ερμηνεύσαν τους ρόλους τους με απλότητα, γεγονός που προσέδωσε στην εφιαλτική ατμόσφαιρα μια παράδοξη ηρεμία.
Περισσότερες πληροφορίες
Το τέρας
Μια νέα γυναίκα, κυριευμένη από μια ανεξέλεγκτη δύναμη που την αλλοιώνει εσωτερικά και εξωτερικά, εξοντώνει σταδιακά την πόλη όπου μεγάλωσε και τα αγαπημένα της πρόσωπα, σε μια ονειρική «τρομακτική» ιστορία για την μεταμόρφωση και την ελευθερία.