Μια νεαρή γυναίκα δολοφονείται από άγνωστο δράστη στο δωμάτιο ενός φτηνού μοτέλ. Η δράση αρχίζει να ξετυλίγεται με την άφιξη του Σωτήρη, ενός "ειδικού" που συνεργάζεται με την αστυνομία, αναλαμβάνοντας τον καθαρισμό του δωματίου του φόνου. Η γνωριμία του με την κόρη των ιδιοκτητών του ξενοδοχείου, Άννα, θα έχει δραματικές συνέπειες, όπως και η εμφάνιση μιας ενοίκου που εκδηλώνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη λίμνη της περιοχής, που κρύβει μυστικά αλλά και τη λύση του δράματος. Αυτή είναι, επιγραμματικά, προκειμένου να αποφευχθούν τα spoilers, η υπόθεση του "Μοτέλ"· ένα σφιχτοδεμένο θεατρικό έργο, που αποκαλύπτεται σταδιακά στο θεατή, κρατώντας τον σε εγρήγορση. Κι αυτό επειδή, ενώ αρχικά η ιστορία δείχνει να "ξεστρατίζει", καθώς σε πρώτο πλάνο έρχεται η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ της Άννας και του Σωτήρη, ο Μαυρογεωργίου μεταχειρίζεται τα νήματα της πλοκής έτσι ώστε όλα να δεθούν στο ίδιο κουβάρι αλλά τίποτα να μην αποσαφηνιστεί πριν από το τελευταίο λεπτό.
Η (έμφυλη) βία απασχολεί το συγγραφέα, όμως το έργο δεν δείχνει να γράφτηκε προκειμένου να καταθέσει κάποιο σχόλιο για το φαινόμενο. Το "Μοτέλ" είναι πρωτίστως έργο μυθοπλασίας με ύφος που ταιριάζει σε αυτό ενός ψυχολογικού θρίλερ. Το παραπάνω σχόλιο δεν είναι αρνητικό. Αντιθέτως, καθώς, ανεξαρτήτως αφορμής ή στόχου, επισφραγίζει μία από τις πλέον ώριμες στιγμές του συγγραφέα, χάρη στην καλοδουλεμένη υπόθεση και στους μελετημένους ως προς την εξέλιξη της δράσης, αλλά κυρίως ζωντανούς από σκηνικής άποψης χαρακτήρες. Είναι πολύ ενδιαφέροντα, επίσης, τα επίπεδα στα οποία ανοίγεται το έργο, καθώς ο Μαυρογεωργίου φέρνει στο προσκήνιο διαφορετικές εκφάνσεις διαταραγμένων προσωπικών και οικογενειακών σχέσεων όπως και ανθρώπους που κινούνται έξω από το όρια του κοινωνικά "φυσιολογικού": ο ρόλος της Άννας, μιας κοπέλας με ιδιότυπη συμπεριφορά και "περίεργο" χαρακτήρα, απέναντι στην οποία οι γονείς της –ο πατέρας, κυρίως– δείχνουν έντονη υπερπροστατευτικότητα, δεν είναι μόνο κομβικός, αλλά και ένας τους ακμαιότερους που είδαμε εδώ και καιρό σε νέο ελληνικό έργο.
Στην τελευταία διαπίστωση συντελεί αποφασιστικά η ερμηνεία της νέας ηθοποιού Κλέλιας Ανδριολάτου, που συλλαμβάνει με εντυπωσιακή άνεση και εξωστρεφή αλλά ουσιαστική "τρέλα" την προσωπικότητα της Άννας. Στην πλειονότητά τους, οι ερμηνείες είναι το ατού της παράστασης και εκεί όπου βασίστηκε ο Μαυρογεωργίου, καθοδηγώντας τη με τη σιγουριά του δημιουργού που το έργο είναι κτήμα του – αν και έλειψε από τη σκηνή μια εντονότερη αποτύπωση της ζοφερής ατμόσφαιρας που κατακλύζει το έργο. Διακρίνονται, επίσης, ο Χρήστος Σαπουντζής (Σωτήρης) και η Ιωάννα Μαυρέα, που αποδεικνύει για ακόμη μία φορά την κλάση της, ως ένοικος του μοτέλ. Σε μικρότερους ρόλους, η Κατερίνα Λυπηρίδου και η Ελευθερία Παγκάλου, άλλο ένα νέο, φρέσκο πρόσωπο, που ερμηνεύει ωραία τη φίλη της Άννας, και μόνο ο Νίκος Αλεξίου στο ρόλο του πατέρα παρασύρεται σε μια μονοδιάστατη ερμηνεία υψηλής έντασης.