
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την παράσταση "Μια ζωή- Ο μονόλογος μιας μοδίστρας” που έγινε sold out στο Ιλίσια Βολανάκης πριν την πρεμιέρα;
Μετά από τη μεγάλη παραγωγή"Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας" του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι πιο προσωπικό. 'Έτσι προέκυψε η ιδέα για το "Μια ζωή- Ο μονόλογος μιας μοδίστρας”, όπου πρωταγωνίστρια είναι μια μοδίστρα, μια γυναίκα της βιοπάλης, γεννημένη στην Κατοχή. Αφηγείται τη ζωή της, μέσα από απλά, καθημερινά λόγια, με τρόπο που θυμίζει πώς μιλάω κι εγώ στην πραγματική μου ζωή. Την λένε Ελένη, όπως κι εμένα-από εκεί βγαίνει το Νένα- και ως μοδίστρα έχει ράψει πολλές κυρίες του πενταγράμμου. Μάλιστα είχε γνωρίσει την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Είναι μια ιστορία γεμάτη συγκίνηση, αποκαλύψεις, ακόμα και τραγούδια, με συγκινεί βαθιά και μετά βίας κρατάω τα δάκρυα μου όταν παίζω.
Η ηρωίδα αφηγείται γεγονότα μόνο της προσωπικής της ζωής ή μιλά και για την πολιτική και την κοινωνία;
Μιλά και για την πολιτική και την κοινωνία. Η μητέρα της ήταν κομμουνίστρια, την πήγαν εξορία μαζί με το παιδί της. Η μοδίστρα έζησε φοβερά γεγονότα χωρίς να τα έχει επιλέξει. Μιλάει για τα βασανιστήρια της μητέρας της, για τη βραδιά του Πολυτεχνείου, για τη δική της οικογένεια. Είναι κομμάτια ζωής που φτάνουν μέχρι το σήμερα.
Τι σημαίνει η έννοια της ζωής που αποτυπώνεται στον τίτλο του έργου;
Σημαίνει το νοιάξιμο για το που πορευόμαστε, για το μέλλον της ζωής μας, για τη ζωή των επόμενων γενιών και για τη δύναμη του ανθρώπου.

Μέσα στα χρόνια έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο δουλεύετε με τον συγγραφέα και σκηνοθέτη Πέτρο Ζούλια;
Ο Πέτρος μου δίνει πάντα απόλυτη ελευθερία. Μου δείχνει εμπιστοσύνη γιατί γνωρίζει ότι αυτό που κάνω στο θέατρο εδώ και 59 χρόνια το κατέχω καλά, και αυτό συνεχίζω να υπηρετώ. Ξέρει πως η μεγαλύτερη χαρά μου είναι να επικοινωνώ με τον κόσμο μέσα από ένα κείμενο που, έστω κι αν δεν είναι "Οι τρεις αδελφές” του Τσέχωφ – που αγαπώ βαθιά αλλά δεν κατάφερα να ερμηνεύσω στη ζωή μου – μιλάει απευθείας στην καρδιά τους. Γεμίζει τις μπαταρίες μου αυτή η επικοινωνία. Χαίρομαι όταν καταφέρνω να συγκινώ το κοινό, να το κάνω να γελάσει ή να το αγγίξω με ένα κείμενο που μιλάει για τα δικά του συναισθήματα και τις εμπειρίες. Το έργο μας δεν περιλαμβάνει μόνο δάκρυα και συγκίνηση, αλλά και γέλιο. Ο Πέτρος Ζούλιας έγραψε αυτόν τον ρόλο με εμένα στο μυαλό του. Με γνωρίζει πολύ καλά, ξέρει τις απόψεις μου, καθώς και τον τρόπο που λειτουργώ στη ζωή και στη σκηνή. Δεν χρειάστηκε καν να συζητήσουμε εκτενώς. Μου ανέφερε τα θέματα που τον ενδιέφεραν, διάβασε κείμενα, είδε φωτογραφίες και έγραψε ένα ολοκαίνουργιο έργο που αγγίζει βαθιά.
Το τραγούδι παίζει ρόλο στην παράσταση;
Ναι, βέβαια έχει συνδετικό ρόλο. Στην παράσταση, ο Πέτρος έντυσε τις σκηνές με τραγούδια από Τσιτσάνη, Ζαμπέτα, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Σπανό. Είναι τραγούδια που συνδέονται με την ιστορία και την ψυχή της ηρωίδας, ενώ ακούγονται και με τη φωνή μου. Δηλαδή, εκεί που ακούγεται η Μοσχολιού, που είναι η αγαπημένη μου τραγουδίστρια, ακούγομαι κι εγώ. Γραφόντουσαν πολύ ωραία τραγούδια κάποτε.
Το λέτε με μια νοσταλγία. Υπάρχουν σύγχρονοι καλλιτέχνες του ελληνικού πενταγράμμου που θαυμάζετε;
Δεν καταλαβαίνω πολλά από τα πολύ καινούργια ραπ, τραπ, αλλά εκτιμώ πολύ τον Μιχάλη Μυτακίδη των Active Members για τον πολύ δυνατό πολιτικό στίχο. Αυτού του είδους την μουσική δεν την αντιλαμβάνομαι σαν τραγούδι, αλλά σαν ραψωδία. Από το χώρο του τραγουδιού σήμερα ξεχωρίζω τη Μαρία Παπαγεωργίου και τη Ματούλα Ζαμάνη, ερμηνεύτριες με πολύ ωραία φωνή και ωραία σκηνική παρουσία.

Πάντως, πάντα είχατε σχέση με το τραγούδι. Μετά τη συγκλονιστική ερμηνεία σας στην "Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”, σας θυμάμαι να ενσαρκώνετε τη λαϊκή τραγουδίστρια Σύλβα στη μουσική σκηνή "Χαμάμ” και να τραγουδάτε υπέροχα.
Το τραγούδι είναι μια δική μου αλήθεια. Το αγαπάω πάρα πολύ, γιατί αφηγείται ιστορίες, κρύβει μέσα του πόνο και καημό. Στην παράσταση "Η Σύλβα και ο Δράκος” ερμήνευα δεκατρία τραγούδια, με τη συνοδεία του ακορντεονίστα Παναγιώτη Τσεβά. Ο πατέρας μου αγαπούσε βαθιά τη μουσική και, πέρα από το ότι έγραφε τραγούδια, μας έκανε καθημερινά μαθήματα για τον Μπετόβεν, τον Μπαχ και τον Μπραμς. Μας μετέδωσε την αγάπη του για τη μουσική, παρόλο που εργαζόταν ως εφοριακός υπάλληλος και ήταν αυτοδίδακτος συνθέτης και στιχουργός. Αν ψάξετε στο διαδίκτυο, θα με βρείτε να τραγουδάω ένα τραγούδι του με τίτλο "Μια μικρούλα πίκρα”. 'Όταν ήμουν μικρή, ήθελα να γίνω τραγουδίστρια. 'Όμως, όταν άκουσα "Το Θέατρο στο Μικρόφωνο” του Αχιλλέα Μαμάκη, τη δεκαετία του ‘50, τότε που ζούσαμε στο Λαύριο, τρελάθηκα. Το λέω τώρα και ανατριχιάζω. 'Άκουγα σκηνές που έπαιζαν και είπα: "Αυτό θέλω να κάνω!”"
Τι σημαίνει για εσάς το θέατρο και η συγκεκριμένη παράσταση;
Το θέατρο για μένα είναι ο άνθρωπος, η ζωή, οι δυσκολίες, οι συγκινήσεις, το χιούμορ. Αυτή η παράσταση μιλά για αληθινούς ανθρώπους, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους, τις επαναστατικές αλλά και τις μικροαστικές τους ιδέες. Είναι μια τέχνη απλή αλλά και εξαιρετικά απαιτητική. Και αυτή η πρόκληση είναι που με συναρπάζει. Η συγκεκριμένη παράσταση εκπροσωπεί το είδος θεάτρου που αγαπώ και θέλω να κάνω: κάτι χειροποίητο, αυθεντικό. Από το 1966 που πρωτοβγήκα στο θεατρικό σανίδι, αυτό το θέατρο με εκφράζει. 'Έχω συμμετάσχει σε πολλές παραστάσεις. Κάποιες τις ευχαριστήθηκα πραγματικά, ενώ άλλες ήταν αδιάφορες – τις έκανα απλώς για το μεροκάματο. Εκείνο που πάντα με ενθουσίαζε ήταν το θέατρο που γνώρισα όταν πήγα στο Ελεύθερο Θέατρο το 1973. Εν μέσω Χούντας, συμμετείχα στο έργο "Και εσύ χτενίζεσαι”. 'Ήμουν απλή συνεργάτιδα της ομάδας, αλλά αυτό που συνέβαινε εκεί με μάγεψε. 'Έβλεπα κάτι να γεννιέται από το μηδέν και το θαύμαζα. Το θέατρο που αγαπώ εστιάζει στον άνθρωπο, στη ζωή, στις χαρές και τις λύπες της, στο χιούμορ, τις δυσκολίες, τις ματαιώσεις, τις συγκινήσεις – σε όλα όσα περιλαμβάνει η ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτή η φαινομενική απλότητα στο θέατρο είναι ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο στοίχημα.

Νιώθετε όμορφα όταν είστε μόνη στη σκηνή και αφηγείστε ιστορίες. Ο μονόλογος δεν είναι ένα δύσκολο είδος;
Συχνά μου κάνουν προτάσεις για σπουδαία έργα, αλλά δεν τις αποδέχομαι. 'Όχι επειδή μου λείπουν οι φιλοδοξίες, αλλά επειδή έχω διαφορετικό στόχο. Πιστεύω πως, αν είναι να δείξω πόσο καλή ηθοποιός είμαι – αν είμαι και σε τι βαθμό – έχει μεγαλύτερη αξία να δημιουργήσω κάτι μικρό, κάτι δικό μου. Να φτιάξω κάτι στη σκηνή μόνη μου, που να έχει νόημα και να έχω κάτι να πω. Αυτό το δοκίμασα για πρώτη φορά όταν ήμουν μικρότερη. Θυμάμαι, πριν από πολλά χρόνια, στο θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου έγινε διακοπή ρεύματος. Η Ξένια μου είπε: "Σώσε με, βγες στη σκηνή και πες κάτι για να μην πανικοβληθούν τα παιδιά.” Βγήκα λοιπόν στη σκηνή με ένα κεράκι στο χέρι και ξεκίνησα να λέω ιστορίες. Νομίζω ότι, ακόμη και σήμερα, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, το ίδιο θα έκανα – μόνο που οι ιστορίες θα ήταν διαφορετικές. Ο μονόλογος με ενδιαφέρει βαθιά και νιώθω ότι μου ταιριάζει απόλυτα. Είναι ένας τρόπος να εκφραστώ άμεσα, χωρίς φτιασιδώματα, και να συνδεθώ με το κοινό μέσα από την ουσία της αφήγησης.
Θεωρείτε πως η παράσταση αυτή μπορεί να αγγίξει τους νέους ανθρώπους;
Ναι, πιστεύω πως μπορεί να μιλήσει στα νέα παιδιά. 'Έχω δει πολλά νέα άτομα να αγαπούν τέτοιου είδους παραστάσεις. 'Όταν έπαιξα την "Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”, το κοινό μου ήταν γεμάτο από νέους, το ίδιο και με τη "Μαρίκα” μια παράσταση του Πέτρου Ζούλια πάνω στη συναρπαστική προσωπικότητα της Μαρίκας Κοτοπούλη ή στις "Γυναίκες του Παπαδιαμάντη”. Υπάρχουν παιδιά με ανησυχίες, που αποζητούν βαθύτερη σύνδεση. Πιστεύω ότι πρέπει να στηρίξουμε αυτά τα παιδιά.

Πώς βλέπετε τη στάση της νέας γενιάς;
Κάποιοι πιστεύουν ότι όλα έχουν χαθεί, αλλά εγώ δεν το δέχομαι. Αν το πιστέψουμε, τότε δεν υπάρχει λόγος να ζούμε. Δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε την ελπίδα από τη ζωή μας. Βλέπω νέα παιδιά με διαφορετική στάση ζωής, που αντιστέκονται στην απομόνωση που φέρνει το διαδίκτυο. Ωστόσο, παρατηρώ και τη βία που έχει συσσωρευτεί σε κάποια άλλα παιδιά, αποτέλεσμα της αδιαφορίας των γονιών. Οι γονείς, συχνά, δίνουν στα παιδιά τους κινητά για να τα αποφύγουν, δεν τους μιλούν. Βαριούνται, πλήττουν και τους δίνουν το κινητό ή το τάμπλετ για να ξεμπερδεύουν κι αυτό είναι μεγάλο λάθος. Τα παιδιά χρειάζονται επικοινωνία, στήριξη και ουσιαστική επαφή. Θυμάμαι ένα περιστατικό σε μια ταβέρνα, όπου ένα ζευγάρι καθόταν δίπλα μας. Ο καθένας είχε το κινητό στο χέρι και έπαιζε. 'Όση ώρα ήμασταν εκεί, δεν αντάλλαξαν ούτε μια κουβέντα. Πριν φύγουμε, τους ρώτησα αν είναι ζευγάρι και τους είπα: "Εδώ και μιάμιση ώρα δεν έχετε ανταλλάξει ούτε ένα βλέμμα... Άντε γεια!” και έφυγα. Πιστεύω ότι το ένα από τα δύο κατάλαβε τι εννοούσα. Η έλλειψη επικοινωνίας είναι αυτή που γεννά τη βία.
Μιλώντας για τη βία πώς σχολιάζετε τον αυξημένο αριθμό γυναικοκτονιών τα τελευταία χρόνια; ΄
Πιστεύω ότι οι γυναικοκτονίες υπήρχαν πάντα, αλλά σε μικρότερη κλίμακα, και τότε δεν έβγαιναν προς τα έξω επειδή οι άνθρωποι δεν μιλούσαν. Σήμερα, το θέμα αυτό έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ο θεσμός της οικογένειας περνά κρίση και λειτουργεί σωστά μόνο σε ανθρώπους που έχουν μια διαφορετική παιδεία. Αυτή η παιδεία δεν προέρχεται μόνο από το σχολείο, αλλά και από πράγματα όπως η μουσική, τα λίγα γαλλικά που μάθαμε, οι γειτονιές όπου παίζαμε. Θυμάμαι, όταν μέναμε στου Γκύζη, η κόρη μου, γεννημένη το 1982, έπαιζε στο δρόμο, κι εγώ έβγαινα στο μπαλκόνι να της φωνάξω ότι το φαγητό είναι έτοιμο. Σήμερα, τα παιδιά παίζουν, βρίσκουν διέξοδο μόνο μέσα από μηχανήματα. Μερικοί φίλοι μου λένε ότι είμαι υπερβολική. Δεν το παίζω ειδήμων, αλλά έχω ζήσει σχεδόν 80 χρόνια, με δυσκολίες, φτώχεια και θανάτους. 'Έχουν φύγει σχεδόν όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι μου. Παρά την εμπειρία μου, εξακολουθώ να είμαι φύσει αισιόδοξη. Αγαπώ τη ζωή και πιστεύω στον άνθρωπο, ακόμη κι όταν όλα μοιάζουν απαισιόδοξα. Βλέπω την κόρη μου και τους φίλους της να παλεύουν για τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο. Υπάρχουν νέοι με άλλα γούστα, άλλες ποιότητες, άλλα μεράκια. Αυτό με γεμίζει ελπίδα.
Περισσότερες πληροφορίες
Μια ζωή - Ο μονόλογος μιας μοδίστρας
Μια ηλικιωμένη μοδίστρα έρχεται αντιμέτωπη με κομμάτια της ζωής της καθώς μαζεύει ρούχα από το ατελιέ της για να μετακομίσει. Η προσωπική της ιστορία συναντά κομμάτια από την ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας. Μόνιμη συντροφιά στο ταξίδι των αναμνήσεων της είναι τα τραγούδια που σημάδεψαν γεγονότα και στιγμές της πορείας της. Ένας ύμνος στον καθημερινό άνθρωπο που αναπολεί το παρελθόν του και αγωνιά πώς θα συνεχίσει να ζει σε ένα κόσμο που αλλάζει γρήγορα και άγρια.