
Πότε ένιωσες τελευταία φορά ότι άνοιξες φτερά;
Νομίζω πως δεν έγινε σε μία μέρα· έγινε σταδιακά. Όπως τα πουλιά, που δοκιμάζουν πρώτα πριν τα ανοίξουν τελείως. Έτσι κι εγώ-κάπου μετά τα σαράντα, άρχισα να δοκιμάζω να ανοίξω τα φτερά μου. Είναι μια εσωτερική, φυσική διαδικασία. Νομίζω πως μετά τον θάνατο της μητέρας μου, εκεί κάπου τοποθετείται αυτή η ελική κατάσταση, αν μπορώ να το πω έτσι. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά νιώθω ότι ο θάνατός της έγινε για μένα άνοιγμα φτερών, όχι βύθισμα.
Το έργο "Πριν ανοίξουμε φτερά" του Φλοριάν Ζελέρ το οποίο σκηνοθετείς στο Ίδρυμα "Μιχάλης Κακογιάννης" μιλάει για τη μνήμη; Ποια είναι τα βασικά του θέματα;
Ουσιαστικά μιλάει για την απώλεια-σε όλες τις μορφές της. Την απώλεια ενός προσώπου, της μνήμης, της παιδικής συνείδησης, της αθωότητας. Πίσω απ’ όλα αυτά βρίσκεται η οικογένεια, ο άνθρωπος. Δεν είναι ακριβώς έργο για τη μνήμη, αλλά για ό,τι αφήνει πίσω της η ζωή.
Δεν είναι δηλαδή ένα έργο "για τη μητέρα”, όπως είναι ο "Πατέρας” του Ζελέρ;
Όχι, δείχνει περισσότερο τους δεσμούς ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας· πώς ο καθένας παλεύει να αντιμετωπίσει την απώλεια-είτε είναι κόρη, πατέρας ή μητέρα. Είναι σαν να βλέπεις διαφορετικές εκδοχές της ίδιας ζωής: πώς θα ήταν αν έφευγε η μάνα, πώς αν έφευγε ο πατέρας…Είναι πολύ συναισθηματικό, αλλά όχι μελό. Η γλώσσα του είναι απλή, καθημερινή-όπως και στη ζωή μας. Στα μεγάλα γεγονότα, δεν μιλάμε με μεγάλες λέξεις. Ο Ζελέρ πάντα κινείται ανάμεσα στη λογική και το παράλογο και ακριβώς αυτό συμβαίνει κι εδώ.

Σκηνοθετικά, πώς διασχίζεις αυτό το όριο χωρίς να σε πανικοβάλει;
Το ίδιο το έργο σε καθοδηγεί. Έχει μέτρο. Από ’κει και πέρα πρέπει να το αφήσεις να σε πάρει. Είναι ένα έργο που απαιτεί από τον θεατή να αισθανθεί πριν κατανοήσει. Αυτή είναι και η δουλειά μας: να τον βοηθήσουμε να νιώσει και να σκεφτεί μετά. Ο χρόνος στο έργο δεν είναι γραμμικός· είναι θραύσματα, κομμάτια μιας ζωής.
Εσύ έχεις νιώσει ποτέ πως "διπλώθηκε” ο χρόνος;
Ναι, πολλές φορές. Όχι ακριβώς όπως στο έργο, αλλά συχνά νιώθω ότι ο χρόνος σπάει σε κομμάτια-ειδικά όταν κάνω πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Είναι σαν να λειτουργεί σε διάφορα επίπεδα. Και τελικά, όλα περνούν γρήγορα-και τα καλά και τα κακά. Ευτυχώς.
Ποιο πράγμα θεωρείς ως πιο τραγικό στη ζωή;
Τον πόλεμο. Αυτό είναι για μένα το χειρότερο-γιατί σου επιβάλλουν κάτι. Το βάζω πάνω κι από την ασθένεια.
Στα παιδιά σου μιλάς για αυτά τα πράγματα;
Ναι, μιλάμε, αλλά στην ηλικία που είναι τώρα-16, 17- συζητάμε παρεμπιπτόντως, όποτε προκύψει.

Είναι εντυπωσιακό που δεν έχουν εκτεθεί καθόλου, ενώ εσύ είσαι δημόσιο πρόσωπο.
Δεν χρειάζεται προσπάθεια. Απλώς δεν το θες. Δεν είναι κρυψίνοια-είναι επιλογή. Και φαίνεται ότι κι εκείνα δεν το χρειάζονται. Ο τρόπος που μεγαλώνεις καθορίζει πολλά.
Και στα έργα που αφορούν την οικογένεια, αυτό φαίνεται-ίσως και μέσα στην ιστορία του Ζελέρ.
Ο Ζελέρ ο ίδιος είναι πολύ νέος άνθρωπος. Κυρίως με την οικογένεια ασχολείται στα έργα του. Όλη η τριλογία- και το έργο αυτό, "Πριν ανοίξουμε φτερά”-ανήκει στην εξωτερική πλευρά της τριλογίας "Ο Πατέρας, η Μητέρα, ο Γιος".
Μίλησες με τον Ζελέρ;
Μίλησα στο τηλέφωνο μαζί του και είχαμε μια πολύ ωραία συζήτηση. Μου έκανε φοβερή εντύπωση το πόσο "κανονικός” ήταν. Υπάρχουν άνθρωποι με λιγότερο έργο-σύγχρονο εννοώ-που έχουν έπαρση, αυτός όμως όχι. Είναι ένας άνθρωπος ζωντανός, ευθύς. Μου εξήγησε πώς περίπου του ήρθε το έργο, μιλήσαμε για κάποια πράγματα, κι ήταν πολύ βοηθητικό με έκανε να καταλάβω ακόμα περισσότερο πως το έργο αυτό έχει κάτι το ιδιαίτερο, σχεδόν μαγικό γιατί περιέχει στοιχεία οικειότητας και ταύτισης. Όταν τον ρώτησα για την έμπνευση μου είπε πως ήρθε όταν παρατήρησε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που περπατούσε προς ένα πάρκο. Παρατηρώντας το έδιναν την εντύπωση πως δεν ήταν δύο άνθρωποι, αλλά Ένας. Αυτή η αίσθηση της ένωσης υπάρχει και, στο έργο του Ζελέρ.
Το έργο αποτυπώνει αυτή τη βαθιά σύνδεση;
Ακριβώς. Μέσα στα χρόνια, στα ζευγάρια δημιουργείται μια ταύτιση που ξεπερνά την οικειότητα. Και αυτό το στοιχείο υπάρχει έντονα στο έργο. Ο Ζελέρ παίζει μάλιστα με αυτό μέσα από ένα ιδιαίτερο "ταχυδακτυλουργικό” σκηνοθετικό παιχνίδι.
Με ποια έννοια το λες αυτό;
Ο θεατής, μέχρι ένα σημείο, αναρωτιέται για πολλά πράγματα. Και αυτή είναι η δυσκολία για τους ηθοποιούς και τον σκηνοθέτη: να μην απαντήσουν σε όλα. Ο Ζελέρ έχει γράψει ένα έργο γεμάτο ερωτηματικά· αν τα αποκαλύψεις.

Ήταν δύσκολο στις πρόβες να κρατήσετε αυτή την ισορροπία;
Πολύ. Θες να εξηγήσεις κάτι στο κοινό, αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να το κάνεις υπερβολικά. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση.
Υπήρχαν σημεία του έργου που σε "πόνεσαν”;
Όχι, καθόλου. Το αντίθετο. Για μένα το έργο είναι λυτρωτικό. Αν και αγγίζει δύσκολα θέματα, στο τέλος σε λυτρώνει. Δεν το κάνει ομοιοπαθητικά, αλλά μέσα από το βαθύτερο νόημά του.
Ποιο είναι αυτό το κυρίαρχο νόημα;
Το λέει και ο τίτλος: "Πριν πετάξουμε”. Ο Ζελέρ μιλά για την ελπίδα και τη λύτρωση. Το έργο ξεκινά με μια καταιγίδα και τελειώνει με ένα πέταγμα. Μέσα από το σκοτάδι αναδύεται το φως. Και το φως, για να φανεί, χρειάζεται το σκοτάδι.
Πες μας για τους πρωταγωνιστές.
Στον κεντρικό ρόλο του Αντρέ είναι ο Δημήτρης Καταλειφός. Για μένα ήταν μια πολύ σπουδαία και τυχερή συνεργασία. Τον πρότεινα εγώ, χωρίς να ξέρω αν θα δεχτεί. Δεν με ήξερε καλά, δεν είμαι έμπειρη σκηνοθέτις, αλλά δέχτηκε με ευγένεια και εμπιστοσύνη. Είναι γλυκός, ευαίσθητος και σπάνιος άνθρωπος.
Και η γυναικεία παρουσία στο έργο;
Η Ζωή Ρηγοπούλου υποδύεται τη Ματλέν, τη μητέρα. Είναι καταπληκτική ηθοποιός και εξαιρετικός άνθρωπος. Είχαμε ξανασυνεργαστεί και την εκτιμώ βαθιά. Μαζί μας είναι και η Μαρκέλλα Γιαννάτου και η Φιόνα Γεωργιάδη στους ρόλους των δύο θυγατέρων, ενώ οι Ντίνα Αβαγιανού και Σαράντος Γιόλγερλης ερμηνεύουν τους επισκέπτες.Είναι ένα απαιτητικό έργο, πολύ δύσκολο, τόσο ψυχολογικά όσο και πρακτικά. Πρέπει να είσαι απολύτως ακριβής στο μέτρο, να μη χαλάσεις το μυστήριο, αλλά και να κρατήσεις το κοινό μέσα στην ιστορία.

Παράλληλα ετοιμάζεσαι και για άλλο έργο, σωστά;
Ναι, για τη μαύρη κωμωδία "Η γυναίκα που μαγείρεψε τον άντρα της" της της Debbie Isitt. Θα συνεργαστώ ξανά με τον Γιάννη Μπέζο, για τον οποίο τρέφω τεράστια εκτίμηση. Είναι άνθρωπος με ήθος, ακεραιότητα και σπάνιο επαγγελματισμό. Θα παίξουν επίσης η Έλενα Χαραλαμπίδου και ο Λαέρτης Μαλκότσης, με τον οποίο συνεργάζομαι φέτος και στη σειρά "Το παιδί". Η παράσταση θα ξεκινήσει 5 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, το Θέατρο Ράδιο Σίτυ και στις 16 Ιανουαρίου θα ξεκινήσει να παίζεται στο Θέατρο Βέακη της Αθήνας.
Πώς είναι να συνεργάζεσαι με τόσο έμπειρους καλλιτέχνες, όπως ο Καταλειφός και ο Μπέζος;
Δεν νιώθω πια "μαθήτρια” με την έννοια της αδυναμίας. Όμως, δίπλα σε ανθρώπους με 50 χρόνια πορείας, οφείλεις να έχεις τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά. Μαθαίνεις συνεχώς. Και όχι μόνο από τους μεγαλύτερους, αλλά και από τα νέα παιδιά. Η ενέργεια και ο τρόπος τους σε ανανεώνουν.
Πιστεύεις πως έχει αλλάξει η σχέση σκηνοθέτη–ηθοποιού τα τελευταία χρόνια;
Ναι. Παλαιότερα υπήρχε μια πιο "εξουσιαστική” αντίληψη για τον ρόλο του σκηνοθέτη. Ο σκηνοθέτης καθορίζει, αλλά δεν χρειάζεται να επιβάλλεται. Η συνεργασία είναι το πιο σημαντικό στοιχείο στη δημιουργία ενός έργου.
Είναι δυνατόν ένας σκηνοθέτης να έχει μια απαρέγκλιτη άποψη και όλα να γίνονται όπως εκείνος θέλει;
Όχι φυσικά. Η συνεργασία είναι το κλειδί. Δεν θα έρθει κάποιος με εμπειρία πενήντα ετών και να μην προτείνει τον δικό του κόσμο μέσα στο έργο. Θα ήταν βλακώδες να μην έχω ανοιχτό τοπίο, να μην απορροφήσω και χρησιμοποιήσω ό,τι μπορεί να ωφελήσει την παράσταση. Το αντίθετο θα ήταν σύμπλεγμα.
Τώρα συνεργάζεστε ξανά με τον Γιάννη Μπέζο, και μάλιστα σε σκηνοθετεί σε κωμωδία. Πώς είναι αυτή η συνεργασία;
Το "Η γυναίκα που μαγείρεψε τον άντρα της" της Debbie Isitt ο Γιάννης το έχει ξανακάνει, το έχει ανεβάσει και το έχει παίξει και ο ίδιος πριν από αρκετά χρόνια, μαζί με την Αταλία. Το γνωρίζει καλά, το κατέχει. Και εμένα μ’ αρέσουν τέτοια έργα – είναι κωμωδία, αλλά έχει και μαύρα, σκληρά στοιχεία.

Αν η εκδίκηση είχε γεύση, ποια θα ήταν αυτή;
Δεν έχω ακόμη μπει πλήρως μέσα στο έργο, αλλά θα έλεγα... λίγο ξινή. Κάπως ξινή, ναι.
Και αν μπορούσες να "μαγειρέψεις” ένα συναίσθημα, ποιο θα ήταν το πρώτο που θα σέρβιρες;
Η ηρεμία. Δεν είναι ακριβώς συναίσθημα, είναι κατάσταση – αλλά η εσωτερική ηρεμία είναι το σημαντικότερο. Αν είσαι ήρεμος μέσα σου, μπορείς να πετύχεις πολλά. Αν μέσα σου έχεις τρικυμία, δύσκολα προχωράς.
Μια γυναίκα που "καταπίνει” την πίκρα, χρειάζεται χιούμορ για να τα βγάλει πέρα;
Πιστεύω πως ναι. Το χιούμορ είναι πάντα χρήσιμο. Για να έχεις χιούμορ, πρέπει ένα κομμάτι του εαυτού σου να είναι εκτός της κατάστασης, να την παρατηρεί. Αυτό το κομμάτι φέρνει το χιούμορ. Όταν η μητέρα μου ήταν άρρωστη κι εγώ έπαιζα στο θέατρο, είχα τεράστια ανάγκη να γελάσω. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη και να γελά και να κλαίει — και τα δύο είναι απαραίτητα.
Σκέφτεσαι συχνά τη χαρά που είχαμε παιδιά; Πότε σταματά ο άνθρωπος να "χοροπηδάει”;
Ναι, το σκέφτομαι. Όταν βλέπω ένα παιδί να περπατά χοροπηδώντας, αναρωτιέμαι πότε χάνουμε αυτή τη διάθεση. Πότε παύουμε να παίζουμε; Νομίζω ότι είναι θέμα απόφασης. Το γήρας είναι θέμα απόφασης.
Δηλαδή θεωρείς ότι το να "γερνάμε” είναι περισσότερο ψυχική κατάσταση;
Ακριβώς. Μια φίλη μου, 94 ετών, θεατρόφιλη και γεμάτη ζωή, μου το λέει συχνά. Στον χώρο μας υπάρχουν άνθρωποι μεγάλης ηλικίας που συνεχίζουν να δουλεύουν — όπως ο Γιάννης Βογιατζής, και άλλοι είναι θέμα στάσης ζωής.
Φέτος σε βρίσκουμε και στην ΕΡΤ. Πρωταγωνιστείς στον β' κύκλο της αστυνομικής σειράς "Το δίχτυ", αλλά και στο ολοκαίνουργιο "Το Παιδί", όπου η ηρωίδα που υποδύεσαι, η Βάνα, μια λαϊκή και αθυρόστομη γυναίκα. Πιστεύεις ότι η τηλεόραση σε έχει "παγιδεύσει” κάποιες φορές;
Ναι, το έχω νιώσει. Χρειάζεται κάποιος απ’ έξω να δει τα πράγματα αλλιώς και να σου πει: "Γιατί να μην το κάνεις διαφορετικά;” Δεν είναι θέμα να παίξεις απλώς τη "λαϊκιά”, γιατί υπάρχουν πολλοί τρόποι να είσαι λαϊκός άνθρωπος. Το ενδιαφέρον είναι να το προσεγγίσεις με μια άλλη ματιά, να φέρεις κάτι μη αναμενόμενο.
Σε τι σε έχει αγγίξει στη Βάνα;
Την αγαπώ πολύ. Θα μπορούσε να έχει γίνει μια γυναίκα μέσα στη μαυρίλα, αλλά όχι — επιλέγει να σταθεί, να προσπαθήσει, να συνεχίσει. Έχει κάνει λάθη, δεν φέρθηκε καλά στην κόρη της, όμως προσπαθεί. Είναι από αυτούς τους ανθρώπους που πέφτουν στη λάσπη, τινάζονται και συνεχίζουν. Μ’ αρέσει αυτός ο τύπος ανθρώπου. το ζητούμενο. Όταν κάνεις κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι σε έχουν συνηθίσει, τραβάς και το ενδιαφέρον του κοινού. Και αυτό δεν είναι μόνο προσωπικό- είναι ομαδικό αποτέλεσμα.
Περισσότερες πληροφορίες
Πριν ανοίξουμε φτερά
Η φθορά της μνήμης, η οικογενειακή φροντίδα και η απώλεια βρίσκονται στο επίκεντρο της βαθιά ανθρώπινης ιστορίας του σημαντικού Γάλλου συγγραφέα, με πρωταγωνιστές τον Αντρέ και τη Μαντλέν. Οι δυό τους ζουν μαζί μια ολόκληρη ζωή. Όμως κάτι αρχίζει να αλλάζει: η μνήμη διαρρηγνύεται, ο χρόνος διπλώνεται και το διαμέρισμά τους γίνεται ένας λαβύρινθος. Οι κόρες τους προσπαθούν να τους στηρίξουν, αλλά τι κάνεις όταν αυτός που αγαπάς αρχίζει να χάνεται μπροστά στα μάτια σου; Ο Ζελέρ, με λεπτότητα και ευαισθησία, γράφει ένα βαθιά ανθρώπινο έργο για την αποσύνθεση - και την αντοχή - της αγάπης. Μπορεί να υπάρξει αγάπη χωρίς μνήμη; Τι σημαίνει να φεύγεις όταν ακόμη είσαι παρών; Ποια αλήθεια αξίζει περισσότερο, η υποκειμενική ή η αντικειμενική; Ένα αποκαλυπτικό έργο που ξεφεύγει από τον διδακτισμό και σε προκαλεί να θυμηθείς πριν μάθεις, να αισθανθείς πριν καταλάβεις.