
Από τα σημαντικότερα κεφάλαια του θεάτρου μας, ο Γιάννης Χουβαρδάς συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του ελληνικού θεατρικού τοπίου, με μία εντυπωσιακή καλλιτεχνική διαδρομή που μετράει πέντε δεκαετίες. Δεν έχει βάλει απλώς την υπογραφή του σε μερικές εκ των σημαντικότερων παραστάσεων που έχουμε δει σε πλήθος σκηνών και οργανισμών, αλλά ανήκει στην ολιγομελή ομάδα των επιδραστικών εκείνων δημιουργών που οδήγησαν το ελληνικό θέατρο στη σημερινή του ταυτότητα.
Με σπουδές στην περιβόητη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου (Royal Academy of Dramatic Arts-RADA), ο Χουβαρδάς διαμόρφωσε από νωρίς μία προσωπική σκηνοθετική ταυτότητα και τόνωσε με ενέσεις εξωστρέφειας και κοσμοπολιτισμού το ελληνικό θέατρο -ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70-, χάρη στην αδιάκοπη επαφή του με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ρεύματα.

Φυσικά, η ίδρυση του Θεάτρου του Νότου, το 1991 (που στεγάστηκε στο περίφημο, ιστορικό πια, θέατρο Αμόρε) αποτέλεσε ένα γεγονός-σταθμό, μία τομή στα θεατρικά πράγματα. Το θέατρο Αμόρε υπήρξε ένας από τους "πρωτεργάτες" (μαζί με το Οδού Κυκλάδων του Βογιατζή, το Απλό του Αντώνη Αντύπα, το Ανοιχτό του Γιώργου Μιχαηλίδη, τη Στοά του Θανάση Παπαγεωργίου, το Οδού Κεφαλληνίας της Μπέττυς Αρβανίτη κ.ά.) της ελληνικής "θεατρικής άνοιξης", των δεκαετιών του ’80 και του ’90.
Ακάματος και δημιουργικός, ο Γιάννης Χουβαρδάς έχει συνεργαστεί με πλήθος σημαντικών οργανισμών: το Εθνικό Θέατρο -του οποίου, βέβαια, διετέλεσε και Καλλιτεχνικός Διευθυντής, κατά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης (2007-2013), προτείνοντας ένα τολμηρό ρεπερτόριο με ελληνικό στίγμα αλλά και διεθνή προσανατολισμό-, το ΚΘΒΕ, το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, το Θέατρο Τέχνης, το θέατρο Πορεία, αλλά και σημαντικά θέατρα του εξωτερικού: από το Βασιλικό Δραματικό Θέατρο της Σουηδίας, το Εθνικό Θέατρο της Νορβηγίας, το Δημοτικό Θέατρο της Στοκχόλμης, μέχρι το περιβόητο La Mama της Νέας Υόρκης κ.ά.

Η καλλιτεχνική του ταυτότητα διακριτή, καθώς αντιμετωπίζει τα κείμενα σε ένα μεταιχμιακό όριο αφαίρεσης, συμπύκνωσης και εξπρεσιονιστικής πληθωρικότητας.
Φέτος, κατεβαίνει στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, γιορτάζοντας τα πενήντα χρόνια της συνεχούς επαγγελματικής του παρουσίας στο θέατρο, μεταφράζοντας, διασκευάζοντας και σκηνοθετώντας τις δύο τραγωδίες του Σοφοκλή, "Οιδίπους Τύραννος" και "Οιδίπους επί Κολωνώ", σε ενιαία παράσταση υπό τον τίτλο "Οιδίπους" (25-26/7).
Στις ερμηνείες θα δούμε τους: Στεφανία Γουλιώτη, Νίκο Καραθάνος, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Κωνσταντίνο Μπιμπή, Πηνελόπη Τσιλίκα, Ορέστη Χαλκιά, Νίκο Χατζόπουλο, Γιάννη Κότσιφα, ΄Έκτορα Λυγίζο, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Θεόβη Στύλλου, ΄Άγγελο Τριανταφύλλου.

Με αφορμή αυτά τα πενήντα χρόνια σπουδαίας διαδρομής, εμείς θυμόμαστε μερικές από τις παραστάσεις του που θα μας μείνουν αξέχαστες.
Οι αγαπημένες παραστάσεις της Μαρίας Κρύου
"Σάρα", Θέατρο Αμόρε, 2006
Υπήρξε κάτι στη "Σάρα" του Χουβαρδά που με άγγιξε βαθιά - ως άνθρωπο που αναρωτιέται καθημερινά για τη θέση του στον κόσμο. Το άπαιχτο μέχρι το 2006 στη χώρα μας, κλασικό έργο του Γκότχολντ Εφρέμ Λέσινγκ, "Σάρα" (1775), ανέβηκε στο θρυλικό Θέατρο Αμόρε με έναν εξαιρετικό θίασο: Αμαλία Μουτούση, Νίκος Κουρής, Κωστής Μπερικόπουλος, ΄Άντζελα Μπρούσκου, Γιάννης Νταλιάνης, Μαρία Σκουλά, Λεονάρδος Μπατής.
Το έργο ξετυλίχθηκε σαν ένα σύγχρονο δράμα. Το μοτέλ στη μέση του πουθενά έγινε σύμβολο μιας κοινωνίας που μοιάζει να καταρρέει από το ίδιο της το βάρος. Στο πρόσωπο της Σάρας –της εύθραυστης αλλά πεισματάρας φιγούρας– μπορούσε κανείς να δει κάθε γυναίκα (ή και άνδρα) που προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά του παρελθόντος, της οικογένειας, της θρησκείας, και να διεκδικήσει το δικαίωμα στην προσωπική του αλήθεια.
Ο τρόπος που ο Χουβαρδάς μετέφερε τη δράση στο σήμερα –στην Αμερική της θρησκευτικής εμμονής και της βαθιάς συντηρητικότητας– έκανε το έργο ακόμα πιο επίκαιρο. Αντί να παρουσιάσει τη "Σάρα" ως ένα "παλιό" μελόδραμα, την επανερμήνευσε μέσα από έναν σύγχρονο φακό: τοποθέτησε τη δράση στην αμερικανική ενδοχώρα και πρόβαλε το έργο ως σχόλιο πάνω στη θρησκευτική ιδεοληψία, την κοινωνική πόλωση και την ανθρώπινη ανάγκη για ελευθερία και νόημα σε έναν εχθρικό κόσμο.

"Το βρακί", Θέατρο Αμόρε, 2008
Ο Γιάννης Χουβαρδάς διακρίνεται εδώ και δεκαετίες για την ικανότητά του να επανερμηνεύει κλασικά έργα μέσα από το πρίσμα του σήμερα, χωρίς να τα προδίδει. Δεν πρόκειται απλώς για "μοντέρνα σκηνοθεσία", αλλά για βαθιά κατανόηση των διαχρονικών θεμάτων που φέρουν αυτά τα κείμενα και τοποθέτησή τους σε ένα σύγχρονο κοινωνικό, πολιτικό ή πολιτισμικό πλαίσιο.
Στην περίπτωση του "Βρακιού", η επιλογή του να παρουσιάσει ένα σχεδόν ξεχασμένο έργο του Καρλ Στερνχάιμ (1911) –ενός συγγραφέα σχεδόν άγνωστου στην Ελλάδα, αλλά με λόγο προφητικό και ανελέητο– ως ένα οξύ σχόλιο πάνω στον σύγχρονο μικροαστισμό, την υποκρισία και τον αυταρχισμό, επιβεβαίωσε την ευφυΐα του. Δεν τον ενδιέφερε να "αναπαραστήσει" απλώς το παρελθόν· το φίλτραρε με κριτικό βλέμμα και το ανέδειξε μέσα από σκηνοθετικά ευρήματα, στοχευμένες ερμηνείες και αισθητικές επιλογές που μιλούν στη δική μας εποχή.
Οι ερμηνείες των Μάνου Βακούση (αποκρουστικός μεγαλοαστός), Σμαράγδας Σμυρναίου (στερημένη και διψασμένη για έρωτα μικροαστή), ΄Άκη Σακελλαρίου (φιλοχρήματος, υποκριτικός σύζυγος), Γεράσιμου Σκιαδαρέση (κουτοπόνηρος κουρέας) και Κώστα Ζαχαράκη (εύγλωττος στον βουβό ρόλο του επιστήμονα), συνέθεσαν ένα καυστικό πανόραμα χαρακτήρων που καθρεφτίζουν τη σημερινή κοινωνία όσο και την εποχή του έργου.

"Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα", Εθνικό Θέατρο, 2013
Το "Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα" υπήρξε για μένα μία από τις κορυφαίες παραστάσεις της σύγχρονης ελληνικής θεατρικής σκηνής. Η σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά αποτέλεσε μια ευφυή σπουδή πάνω στην έννοια της θεατρικής ψευδαίσθησης —μια παράσταση που συνδύασε την αισθητική τόλμη με τη βαθιά κατανόηση του έργου του Ευγένιου Ο’ Νιλ, ενός από τα σημαντικότερα θεατρικά κείμενα του 20ού αιώνα. Σε ένα σκηνικό λιτό αλλά απολύτως λειτουργικό, η παράσταση ανέδειξε τη δραματουργική πυκνότητα του έργου, φέρνοντάς το στο προσκήνιο με τρόπο μοντέρνο, σχεδόν μεταθεατρικό.
Ο Χουβαρδάς δεν περιορίστηκε σε μια απλή ανάγνωση του μύθου των Ατρειδών και της σύγκρουσης Ηλέκτρας–Κλυταιμνήστρας, αλλά τον διυλίζει μέσα από την τραυματική ψυχολογία του μοντερνισμού και τη φροϋδική σκοπιά του Ο' Νιλ. Η "πειραγμένη" του εκδοχή μετατράπηκε σε ένα τολμηρό και πολυεπίπεδο θέαμα, όπου η ίδια η θεατρική πράξη γίνεται αντικείμενο σχολιασμού — μια παράσταση που αξίζει να μείνει στην ιστορία.

Δεν είναι τυχαίο ότι τιμήθηκε με έξι βραβεία στα Θεατρικά Βραβεία Κοινού του αθηνοράματος (2013), μεταξύ αυτών το 1ο βραβείο καλύτερης παράστασης και το 1ο βραβείο σκηνοθεσίας. Καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της είχε το λαμπρό σύνολο ηθοποιών: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μαρία Πρωτόπαππα, Ακύλλας Καραζήσης, Χρήστος Λούλης, Γιώργος Γάλλος, Αργύρης Πανταζάρας, Γιούλικα Σκαφιδά, Χρήστος Στέργιογλου, Χάρης Τσιτσάκης, Θέμις Μπαζάκα, Μάγια Λυμπεροπούλου, Γιώργος Κοτανίδης.
Η Μαρία Πρωτόπαππα, με μια ερμηνεία γεμάτη σωματική ένταση και ψυχική ακρίβεια, απέσπασε το 1ο βραβείο γυναικείας ερμηνείας για τον ρόλο της ως Λαβίνια–Ηλέκτρα. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, αγέρωχη και σκοτεινή στον ρόλο της Κριστίν–Κλυταιμνήστρας, τιμήθηκε με το 3ο βραβείο γυναικείας ερμηνείας, ενώ η Θέμις Μπαζάκα επιβεβαίωσε ξανά την τόλμη και τη θεατρική της ζωντάνια. Ο θρίαμβος ήταν συλλογικός. Ο Λευτέρης Παυλόπουλος απέσπασε το 1ο βραβείο φωτισμών για τη σχεδόν κινηματογραφική του προσέγγιση, ενώ η Ιωάννα Τσάμη τιμήθηκε με το 2ο βραβείο ενδυματολογίας για τα αριστουργηματικά, γλυπτικά κοστούμια της.
"Ο γλάρος", Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, 2017
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες σκηνοθετικές αναγνώσεις του κλασικού έργου τα τελευταία χρόνια. Ο "Γλάρος" του Άντον Τσέχοφ, όπως τον προσέγγισε ο Γιάννης Χουβαρδάς, μετατράπηκε σε μια παράσταση-σχόλιο για το ίδιο το θέατρο και την τεχνητότητα της ζωής. Αντί για το οικείο ψυχολογικό δράμα, ο σκηνοθέτης πρότεινε ένα σύμπαν θεατρικά αποστασιοποιημένο, σχεδόν γκροτέσκο, όπου οι ήρωες εμφανίζονταν σαν μορφές εγκλωβισμένες σε ματαιωμένους έρωτες και καλλιτεχνικά αδιέξοδα.

Η παράσταση απογύμνωσε το έργο από τη μελαγχολική του ποίηση και ενέτεινε τη θεατρικότητα σε βαθμό υπαρξιακής ειρωνείας. Το τίμημα είναι η αποδυνάμωση της συναισθηματικής ταύτισης και του εσωτερικού βάθους των χαρακτήρων. Ωστόσο, η ανάγνωση παρέμεινε συνεπής, προσωπική και σκηνικά ενδιαφέρουσα, φωτίζοντας την τραγικωμωδία του να ζεις, να ερωτεύεσαι και να δημιουργείς.
Η σκηνική σύλληψη υποστήριξε τη σκηνοθετική πρόθεση: η διάφανη κουρτίνα–λίμνη, τα "αντι-ρεαλιστικά" κοστούμια και η εστίαση στην εξωτερική φόρμα αντί της ψυχολογικής εμβάθυνσης συγκρότησαν έναν αισθητικό κόσμο λειτουργικό και πρωτότυπο. Η ερμηνευτική ομάδα, εξαιρετικά ενορχηστρωμένη: Νίκος Χατζόπουλος, Δημήτρης Ήμελλος, Δημήτρης Μπίτος, Δημήτρης Παπανικολάου, ΄Άννα Καλαϊτζίδου, Σύρμω Κεκέ-όλοι συντονισμένοι στην ίδια σκηνοθετική παρτιτούρα, χωρίς περιττές εξάρσεις ή συναισθηματικές κορυφώσεις. Το αποτέλεσμα; Ένας αντισυμβατικός, βαθιά θεατρικός αντί-Γλάρος, που δεν επεδίωξε να συγκινήσει, αλλά να προβληματίσει.

Οι αγαπημένες παραστάσεις της Τώνιας Καράογλου
"΄Άμλετ", Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2015
Με έναν αγαπημένο του συγγραφέα ο Γιάννης Χουβαρδάς εγκαινίασε τη συνεργασία του με τη Στέγη. Πάνω στο σημαντικότερο έργο του Ελισαβετιανού συγγραφέα, πρότεινε μία παράσταση υπνωτιστικής δύναμης, με φροϋδικές αποχρώσεις όσον αφορά τη σχέση ΄Άμλετ-Γερτρούδης, μία εξαίσια -εξπρεσιονιστικής κλίμακας- σκηνή θεατρίνων, χαμηλούς τόνους και αργούς ρυθμούς, μέσα στο ιδιότυπο σκηνικό περιβάλλον που επιμελήθηκε η Εύα Μανιδάκη, μεταξύ φυσικού και μεταφυσικού κόσμου, με ενδιάμεσο στοιχείο ένα τηλέφωνο.
Εξαιρετικές ερμηνείες από το κορυφαίο καστ, αποτελούμενο από τους Αμαλία Μουτούση, Χρήστο Λούλη, Γιώργο Γάλλο, ΄Άλκηστη Πουλοπούλου, Νίκο Χατζόπουλο, Χάρη Φραγκούλη, Ορφέα Αυγουστίδη κ.ά. που μίλησαν την ολοκαίνουρια μετάφραση του Διονύση Καψάλη.

"Οι τρειςευτυχισμένοι", Θέατρο Πορεία, 2017
Σε ένα είδος που δεν υπηρετεί συχνά, την κωμωδία, και μάλιστα τη φάρσα, ο Χουβαρδάς παρέδωσε μία από τις ευφυέστερες παραστάσεις του. Ανατρέποντας τους κλασικούς, φρενήρεις ρυθμούς του είδους, παρέδωσε το έργο του Λαμπίς -μία τυπική ιστορία απιστίας- επιτηδευμένα ξεκούρδιστο.
Ευφρόσυνη ατμόσφαιρα, υπέροχα κοστούμια από την Ιωάννα Τσάμη, που υπογράμμιζαν τη γελοιότητα των προσώπων, χαρακτηριστική κινησιολογία σαν αποδιαθρωμένο εκκρεμές από τη Σταυρούλα Σιάμου και εξαιρετικές ερμηνείες από τους ηθοποιούς (Χρήστος Λούλης, Δημήτρης Τάρλοου, ΄Άγγελος Παπαδημητρίου, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Λαέρτης Μαλκότης, ΄Άλκηστις Πουλοπούλου), που κατέφυγαν στην ειρωνεία και σε μια "κομψή" απόδοση του γελοίου και της καρικατούρας, η οποία άφησε να φανεί και η αίσθηση του δραματικού που υπάρχει στη φάρσα.

"Don’t look back", Παλαιό Ελαιουργείο Ελευσίνας, 2023
Συγκλονιστική site specific και περιπατητική παράσταση, όπου το Παλαιό Ελαιουργείο της Ελευσίνας μεταμορφώθηκε σε ξενοδοχείο του Κάτω Κόσμου (χάρη στη σπουδαία σκηνογραφική δουλειά της Εύας Μανιδάκη), όπου κάθε δωμάτιο έκρυβε μια μοναδική ιστορία έρωτα και αποχωρισμού.
Στο πλαίσιο της Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, ο Χουβαρδάς παρέδωσε την πιο άμεση και συναισθηματική παράστασή του, μια ωδή στον έρωτα. Ηθοποιοί όλων των γενεών (Στεφανία Γουλιώτη, Έκτορας Λυγίζος, Γιάννης Βογιατζής, Δημήτρης Παπανικολάου, Ράνια Οικονομίδου, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Αποστόλης Τότσικας κ.ά) κατοίκησαν τα δωμάτια αυτού του αλλόκοτου ξενοδοχείου και έγιναν οι φορείς μία καθαρτήριας λειτουργίας. Οι ιστορίες τους, αντλώντας από δεκάδες διαθεματικές αναφορές της παγκόσμιας τέχνης, συνετέλεσαν στη διαμόρφωση μίας μοναδικά φορτισμένης βιωματικής εμπειρίας.

Ο χορός του θανάτου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 2025
Ως μακάβριο χορό για δύο "ζωντανούς νεκρούς" διάβασε ο Χουβαρδάς το δράμα του Στρίντμπεργκ για την κόλαση του γάμου. Αγνοώντας εύστοχα τη νατουραλιστική κατασκευή του έργου, ανέδειξε τη φρίκη που κοχλάζει από κάτω και έστησε επί σκηνής έναν εξπρεσιονιστικό εφιάλτη.
Το "στατικό" κείμενο του Σουηδού, που στηρίζεται στη δύναμη του λόγου και των λέξεων, ζωήρεψε, κινήθηκε και ανέπνευσε, σχεδόν με χορογραφικούς όρους, στους ρυθμούς μιας παρτιτούρας, χάρη και στην επιδραστική μουσική του Φώτη Σιώτα. Εξαιρετική η τριάδα των ερμηνευτών (΄Έλενα Τοπαλίδου, Σίμος Κακάλας, Χάρης Φραγκούλης) απέδωσαν στο έπακρο τις εντάσεις και τις αποχρώσεις της δραματικής, ανθρωποφαγικής συνθήκης.