
Απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης (1986), μαθήτρια σπουδαίων δασκάλων, όπως ο Μίμης Κουγιουμτζής, ο Γιώργος Λαζάνης, ο Γιώργος Αρμένης, ο Γιάννης Δεγαϊτης και η Άννυ Κολτσιδοπούλου, η Καίτη Κωνσταντίνου εγκατέλειψε την καριέρα της ως φιλόλογος για να αφοσιωθεί στο θέατρο. Από τα πρώτα της βήματα έδειξε την ξεχωριστή της ικανότητα να ισορροπεί ανάμεσα στο βάθος του κλασικού και τη ζωντάνια της κωμωδίας.
Το θεατρικό της ντεμπούτο έγινε στις "Εσωτερικές Φωνές" του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο στο Θέατρο Τέχνης (1986-1987). Συμμαθητές της στη σχολή ήταν οι Πέτρος Φιλιππίδης, Μαρία Καβογιάννη, Υρώ Μανέ, Μαρία Γεωργιάδου, Ντίνα Αβαγιανού, Γιάννης Καπετάνιος, Θοδωρής Αρβανίτης, Ζώγια Σεβαστιανού και στην πορεία με κάποιους από αυτούς συμπορεύτηκε. Με τη Μαρία Καβογιάννη, την Υρώ Μανέ, αλλά και τους Κώστα Κόκλα και Χρήστο Χατζηπαναγιώτη κατάφεραν να ανανεώσουν τη σύγχρονη ελληνική κωμωδία με τη φρεσκάδα, το ταλέντο και το πάθος τους. Μια από τις πρώτες τους μεγάλες επιτυχίες ήρθε το 1995, όταν πρωταγωνίστησε στην παράσταση "Ο Αϊ-Βασίλης είναι σκέτη λέρα" στο Θέατρο Αποθήκη, σε σκηνοθεσία Κώστα Αρζόγλου και διασκευή των Ρέππα-Παπαθανασίου. Η παράσταση έγινε sold out για δύο χρόνια. Ακολούθησαν μεγάλες θεατρικές επιτυχίες όπως το "Αναμείνατε στο ακουστικό σας" σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, η "Μύγα Τσε Τσε" των Ρέππα – Παπαθανασίου, το "Αταίριαστο ζευγάρι" του Νηλ Σάιμον σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ρήγα, και "Τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός" των Ρέππα – Παπαθανασίου. Οι παραστάσεις αυτές επιβεβαίωσαν το ταλέντο της στο κωμικό στοιχείο, το οποίο συνδύαζε πάντα με μια αίσθηση βάθους και αλήθειας.

Ο ρόλος της ως Σωσώ Παπαδήμα στα "Εγκλήματα" την καθιέρωσε ως μία από τις πιο εμβληματικές φιγούρες της ελληνικής τηλεόρασης. Οι δηλητηριώδεις ατάκες της, το κυνικό της ύφος και η ασύλληπτη ερμηνεία της έκαναν τη σειρά διαχρονική. Παρόλα αυτά, η Καίτη Κωνσταντίνου δεν έμεινε ποτέ στάσιμη. Με την ίδια μαεστρία που χάριζε αβίαστο γέλιο, μπορούσε να μετατρέψει σκοτεινούς και παράξενους χαρακτήρες σε κωμικές ηρωίδες, αποδεικνύοντας τη μοναδική της ικανότητα να ισορροπεί μεταξύ γέλιου και σκοταδιού.

Το θέατρο ήταν πάντα ο πυρήνας της, το πεδίο όπου η μεταμορφωτική της δύναμη γινόταν εμφανής κάτω από τους προβολείς του θεάτρου, σε απόσταση αναπνοής από το κοινό. Τα τελευταία χρόνια, στράφηκε περισσότερο στο θέατρο, αναλαμβάνοντας πιο δραματικούς ρόλους. Το 2016, με σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά, επωμίστηκε τον κορυφαίο δραματικό ρόλο του "Ριχάρδου Γ'" στο Σύγχρονο Θέατρο. Η ίδια είχε πει για τον ρόλο: "Ο πιο αγαπημένος ρόλος της ζωής μου είναι αυτός που κάθε φορά παίζω… Η σχέση μου με τον Σαίξπηρ είναι μια σχέση γοητείας. Είναι ένας μεγάλος γνώστης της ανθρώπινης ψυχής και της γλώσσας. Για μένα, το να τον ερμηνεύσω δεν ήταν θέμα φύλου, αλλά η πρόκληση να αποδώσω ένα ανθρώπινο ον στην πιο ακραία εκδοχή του".

Η τελευταία της θεατρική εμφάνιση ήταν στο Θέατρο Μικρό Χορν (2023-2024), στο έργο του Άκη Δήμου "Συνέβη στο Monterey", σε σκηνοθεσία του αγαπημένου της συνεργάτη, Τάκη Τζαμαργιά. Μαζί με τη Λυδία Φωτοπούλου υποδύθηκαν δύο γυναίκες που συναντιούνται σε μια τουαλέτα πολυτελούς εστιατορίου και ξεκινούν μια αφήγηση γεμάτη χιούμορ, πόνο και αλήθεια. Η μία είναι γνωστή ηθοποιός σαπουνόπερας, η άλλη μανικιουρίστα. "Ξεκινώντας από αυτό το διαφορετικό κοινωνικό background, που αποτυπώνεται στη γλώσσα και στους χαρακτήρες τους, οι δύο γυναίκες ήρθαν κοντά, ξεκίνησαν να αφηγούνται τη ζωή τους μεταξύ γέλιων και δακρύων, σε μια συνάντηση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια παύση στο χρόνο, ενώ ο χώρος λειτουργεί σαν πρόσκαιρο καταφύγιο που τις προφυλάσσει από αυτά που τους περιμένουν έξω. Μάλιστα η Κωνσταντίνου, επιφορτίστηκε με το μεγαλύτερο κομμάτι του χιούμορ και της ατάκας, όντας απολαυστική στο ρόλο της λαϊκής γυναίκας, χωρίς να υπολείπεται σημαντικά στα δραματικότερα σημεία" διαβάζουμε στην κριτική του "α" για την παράσταση.
Σήμερα, την αποχαιρετούμε με σεβασμό και αγάπη. Η Καίτη Κωνσταντίνου φεύγει, αλλά αφήνει πίσω της μια κληρονομιά γεμάτη τέχνη, συναίσθημα και το αβίαστο γέλιο που τόσο αγαπούσε. Καλό ταξίδι, Καίτη.