
Καθώς διανύουμε φέτος το επετειακό "Έτος Μολιέρου", τιμώντας τα τετρακόσια χρόνια από τη γέννησή του, η Μαρία Μαγκανάρη ετοιμάζεται να ανεβάσει τον "Μισάνθρωπο" με έναν ωραίο θίασο. Μετά την ενασχόλησή της με άλλα σπουδαία κείμενα του παγκόσμιου ρεπερτορίου ("Θείος Βάνιας" του Τσέχοφ, "Νύχτα της Ιγκουάνα" του Ουίλιαμς, "Ματωμένος γάμος" του Λόρκα, κ.ά.), η ταλαντούχα δημιουργός με την ευαίσθητη ματιά στρέφεται στην πικρή μολιερική κωμωδία, που σκιαγραφεί με σαρκασμό και κάποια μελαγχολία την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Η Μαρία Μαγκανάρη τοποθετεί την παράστασή της στο χρονικό πλαίσιο της δεκαετίας του '80 και του '90, καθώς όπως σημειώνει: "Όταν δουλεύουμε πάνω σε κλασικά έργα, δουλεύουμε και πάνω στην συλλογική μνήμη. Ζώντας σε μια χώρα που αγαπάει τις Αυλές αλλά και τα Δικαστήρια, για την κατανόηση και πλαισίωση του έργου ίσως δεν χρειάζεται ν’ ανατρέξουμε στην (άγνωστη για μας) Γαλλία της εποχής του Λουδοβίκου. Η Ελλάδα της δεκαετίας του '80 και κυρίως του '90, των Ειδικών Δικαστηρίων, της ιδιωτικής τηλεόρασης και του Μεγάρου Μουσικής, αλλά και του περίφημου Εκσυγχρονισμού που ακολούθησε, δημιουργεί έναν ωραίο (και αστείο) χώρο για να στήσουμε το δικό μας έργο".

Στην ιστορία του ήρωα Αλσέστ, που διεκδικεί την αποκλειστική αγάπη της δημοφιλούς Σελιμέν, η οποία αρέσκεται να εισπράττει κολακείες από έναν μεγάλο κύκλο επίδοξων εραστών, η σκηνοθέτιδα διακρίνει την δυναμική του Μολιέρου να αποκαλύπτει "με τους πιο αστείους τρόπους, την έννοια της κοινωνικής δυσαρμονίας: τον ανταγωνισμό, την κεκαλυμμένη εχθρότητα, την επιτήδευση και την υποκρισία. Τα περισσότερα πρόσωπα του έργου, (του Αλσέστ συμπεριλαμβανομένου) υπάρχουν δικάζοντας τους γύρω τους. Συνδέονται με τους ανθρώπους στη βάση της κοινής παραδοχής ότι κάποιοι άλλοι (τους οποίους συχνά συναναστρέφονται), είναι ανήθικοι ή ανόητοι - εν τέλει γελοίοι. Ο Μολιέρος μας ζητάει να γελάσουμε εις βάρος όλων των ηρώων του - ακόμη και των 'σοβαρών'. Όπως και στη ζωή εξάλλου, η σοβαρότητα δεν αποκλείει τη γελοιότητα".

Σημειώνει χαρακτηριστικά: "Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο ν’ αγαπάμε τους εχθρούς μας” παραδέχεται ο Φρόυντ, ενώ ο Γκορ Βιντάλ συμπληρώνει πως δεν είμαστε απολύτως αθώοι ούτε απέναντι στους φίλους μας. Μήπως λοιπόν το έργο θα έπρεπε να λέγεται 'Οι Μισάνθρωποι'; Ας το παραδεχτούμε: το να γελάμε εις βάρος του 'άλλου', ενεργοποιώντας μια στιγμιαία αναισθησία της ψυχής - ιδιότητα που όλοι διαθέτουμε, είναι μεγάλη ευχαρίστηση. Η έννοια της ευχαρίστησης φαίνεται να είναι κεντρική στο έργο. Ευχαρίστηση που απαρνιόμαστε (σαν τον Αλσέστ) ή αναζητάμε (σαν την Σελιμέν), που δεν είναι ποτέ αρκετή, ευχαρίστηση μέσω του λόγου, της αντιδικίας, της χλεύης, του κουτσομπολιού, της ερωτοτροπίας (γιατί πραγματική, σωματική ηδονή δεν συναντάμε πουθενά στο έργο).

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν οι Βαγγέλης Αμπατζής, Μαρία Γεωργιάδου, Πάολα Καλλιγά, Σύρμω Κεκέ, Γιάννης Κλίνης, Κώστας Κορωναίος, Κώστας Κουτσολέλος και η σκηνοθέτρια. Η μετάφραση είναι της Χρύσας Προκοπάκη, τα σκηνικά της Φιλάνθης Μπουγάτσου, τα κοστούμια του Παύλου Θανόπουλου, η μουσική του Πέτρου Μάλαμα και οι φωτισμοί της Μαρίας Γοζαδίνου. Η πρεμιέρα προγραμματίζεται για τις 23 Νοεμβρίου, στο θέατρο Θησείον.
