
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Δημήτρης Καραντζάς καταπιάνεται με τον Ίψεν και καταθέτει μια πρόταση ανεβάσματος που αποβάλλει πλήρως τα χαρακτηριστικά που –κακώς– ταυτίζονταν με το νατουραλισμό, με κυριότερο το "ψυχολογικό παίξιμο". Στην πραγματικότητα το κίνημα του νατουραλισμού επιχείρησε να δείξει πως η ανθρώπινη συμπεριφορά ρυθμίζεται αφενός από τα ένστικτα και, αφετέρου, από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και το περιβάλλον· υπό αυτή την έννοια, ο Ίψεν είναι κατεξοχήν νατουραλιστής συγγραφέας και η "Έντα Γκάμπλερ" έργο όπου ανιχνεύεται απόλυτα αυτή η σχέση αιτίας και αιτιατού. Με τη σειρά του, ο Δημήτρης Καραντζάς κατάφερε να αναδείξει τη σπουδαιότητα του ιψενικού δράματος ως διεισδυτικού και τολμηρού κοινωνικού ψυχογραφήματος, στο οποίο ο θεσμός του γάμου παρουσιάζεται ως (κατ)αναγκαστική λύση για τις γυναίκες, οι σχέσεις ανδρών και γυναικών ως σχέσεις εξουσίας, εξάρτησης ή συμφέροντος, η ιδέα ενός παιδιού ως ανεπιθύμητη προοπτική, η καταπίεση του ερωτικού ενστίκτου ως ολέθρια και η αυτοχειρία ως μόνη διέξοδος, όταν επέρχεται η συνειδητοποίηση πως η ζωή μιας γυναίκας βρίσκεται υπό την εξουσία ενός άνδρα.

Όλα αυτά παραδίδονται ολοκάθαρα στην κατά Καραντζά "Έντα Γκάμπλερ", έστω κι αν εκφράζονται σε κάποια σημεία με μια γραμμή ερμηνείας που ξενίζει (συμβάλλει σε αυτή και η κίνηση του Τάσου Καραχάλιου). Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η απότομη, σπασμωδική και ψυχρή Έντα με τις βίαιες σωματικές αντιδράσεις, που πλάθει η Ανθή Ευστρατιάδου· παρ’ όλ’ αυτά, η πολύ καλή ηθοποιός συλλαμβάνει εξαιρετικά μια γυναίκα η οποία ασφυκτιά στο καλούπι που έχει οριστεί για το φύλο της και αποδίδει ακόμη πιο συναρπαστικά την πορεία προς την παραδοχή της καθολικής ήττας της, όταν πια συνειδητοποιεί πως δεν είναι σε θέση να ορίσει στο ελάχιστο τη μοίρα της (όπως και τη μοίρα οποιουδήποτε άλλου). Έπειτα, πόση αφοπλιστική σιγουριά αποπνέει η παρουσία του Χρήστου Λούλη στο ρόλο του δικαστή Μπρακ, του κυρίαρχου αρσενικού που βγαίνει πάντα κερδισμένο, ενώ στους αντίποδες ο Φιντέλ Ταλαμπούκας σωματοποιεί τόσο εύστοχα –στα όρια του γελοίου– τον απόλυτο loser σύζυγο της Έντα. Καίριος ο Έκτορας Λιάτσος στο ρόλο του "καταραμένου" συγγραφέα, Έιλερτ, που συγκεντρώνει πάνω του τις προσδοκίες δύο γυναικών αλλά τελικά επιλέγει (;) το δρόμο της αυτοκαταστροφής. Αξιοπρόσεκτη η Ιωάννα Δεμερτζίδου (Τέα Έλβστεντ), πολύ καλή και η Τζωρτζίνα Δαλιάνη στο ρόλο της θείας Γιούλε.

Σημαντικό επίτευγμα της παράστασης αποτελεί επίσης η ανάδειξη, με απόλυτη καθαρότητα, του μοτίβου των πολλαπλών ερωτικών τριγώνων που δημιουργούνται μεταξύ των προσώπων, φέρνοντας στο προσκήνιο την –παραγνωρισμένη κάποιες φορές– τόλμη του συγγραφέα. Ενδιαφέρον το σκηνικό της Μαρίας Πανουριά, δεν αποτυπώνει απλώς το υπό ανακαίνιση σπίτι του ανδρόγυνου ως ένα ημιτελές γιαπί, αλλά δημιουργεί το αίσθημα ασφυξίας που κυκλώνει την Έντα. Σημερινά τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, αποτυπώνουν κάτι από το χαρακτήρα κάθε προσώπου. Το ύφος της μουσικής (Γιώργος Ραμαντάνης) και οι φωτισμοί (Δημήτρης Κασιμάτης) ολοκληρώνουν μια σκηνοθετική εργασία που διάβασε το έργο, όχι με συναισθηματικές, "στρογγυλεμένες" διαθέσεις, αλλά με εξπρεσιονιστική αιχμηρότητα.
Περισσότερες πληροφορίες
Έντα Γκάμπλερ
Η εμβληματική Έντα ανατινάζει το σύστημα των μικροαστικών αντιλήψεων της κοινωνίας μας, σε μια παράσταση που «ξαναδιαβάζει» το αριστούργημα του Ίψεν με τη θέση της γυναίκας στο επίκεντρο. Η Έντα (πρώην Γκάμπλερ, νυν Τέσμαν) προσπαθεί να βρει απάντηση και λόγο ύπαρξης σε ένα στείρο και αυστηρά δομημένο περιβάλλον στο οποίο οι άνθρωποι - απονεκρωμένοι τυφλοί - ζουν μόνο για να εκπληρώνουν την αποστολή και την ταυτότητα τους. Η Έντα χωρίς αποστολή και χωρίς ταυτότητα, βαθιά χωμένη στο ρομαντισμό - που αποστρέφεται την πραγματικότητα και την φθορά της - παλεύει να βρει πως θα ενταχθεί στην τρέχουσα ζωή. Σε μια κοινωνία που ζητά από τις γυναίκες να είναι σύζυγοι, μητέρες, εξαρτημένες πάντα από έναν άνδρα, η Έντα θα δοκιμάσει ένα παιχνίδι ορίων και ακραίου ρομαντισμού, επιζητώντας και τελικά βρίσκοντας την απάντηση της για τη ζωή και την ασφυξία της.