
Ο Δημήτρης Τσαφέντας, 'Έλληνας ομογενής, μιγάς, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια κοινωνία που δεν τον αποδεχόταν. Καταδικάστηκε και έμεινε 33 χρόνια σε φυλακή - ψυχιατρείο της Πραιτόρια, για να πεθάνει τελικά σε κελί απομόνωσης στις 10 Οκτωβρίου 1999. Η παράσταση "Σκότωσα τον νταή του απαρτχάιντ", που επιστρέφει για δεύτερη χρονιά από 5/10 στη σκηνή του θεάτρου Αλκμήνη, φωτίζει μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της σύγχρονης ιστορίας: τον άνθρωπο που το 1966 άλλαξε για πάντα τη μοίρα της Νότιας Αφρικής, δολοφονώντας τον Χέντρικ Φερβούντ, τον "αρχιτέκτονα" του απαρτχάιντ. Ο ηθοποιός Νίκος Ιωαννίδης δίνει σάρκα και οστά στον Τσαφέντα ξανά τη νέα σεζόν 2025-26, και μέσα από το ρόλο του αφηγείται τη ζωή του μέσα από το κελί της φυλακής, σε κείμενο του Γιώργου Δαμιανού και σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη.

Η αλήθεια πίσω από τον μύθο
'Ήταν ο Τσαφέντας ένας επαναστάτης με πάθος για δικαιοσύνη ή απλώς κυνηγημένος από την ίδια του την ύπαρξη; Μπορεί ο άνθρωπος να παραδοθεί στη μοίρα ή έχει τη δύναμη να την αλλάξει; Και μήπως η τρέλα αποτελεί μια διαφορετική μορφή λογικής σε έναν κόσμο που βυθίζεται στο παράλογο; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέτει η παράσταση.

Ο σκηνοθέτης Κοραής Δαμάτης σημειώνει
"'Ένας άνθρωπος πεταμένος σε κελί απομόνωσης. Γυμνός. Σαν νεογέννητο που το άφησαν στην τύχη του. Μελανιασμένος από τα χτυπήματα των βασανιστών του, χωρίς καμιά προστασία… μιλάει με τα σύννεφα από το μικρό παραθυράκι του κελιού. "Τις νύχτες βρίσκω πάντα στον ουρανό καλή παρέα, ακόμα κι απ’ αυτό το παραθυράκι". Θυμάται τη μάνα που δεν γνώρισε… "Το πιο μακρινό σύννεφο ήταν εκείνη". Μιλάει για τον σκληρό, απόντα πατέρα, για τους ανθρώπους που συνάντησε, για την περιφρόνηση, τη βία και την ταπείνωση που τον σημάδεψαν από τη γέννησή του.
Μιγάς. Πατέρας 'Έλληνας, μητέρα από τη Μοζαμβίκη. Μεγάλωσε στο περιθώριο, ζώντας κρυφά. Τη νύχτα ονειρευόταν, την ημέρα προσπαθούσε να συμφιλιωθεί με τους διώκτες του. "Κατέβαινα από το πεζοδρόμιο όταν συναντούσα λευκό. Κατέβαινα από το πεζοδρόμιο κι όταν συναντούσα μαύρο".
Μεγαλώνοντας, εργάστηκε για χρόνια ως καθαριστής σε φορτηγά πλοία, ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο. Ιταλία, Ελλάδα, Γερμανία, Βιέννη, Παλαιστίνη, Χάιφα, Γιοχάνεσμπουργκ, Αίγυπτος… "Κάθε φορά που ονειρεύομαι τον παράδεισο φαντάζομαι την Αλεξάνδρεια".
Σαρανταοχτώ ετών πια, επιστρέφει στη Νότια Αφρική, κοντά στον πατέρα του, και βρίσκει δουλειά ως κλητήρας στο Κοινοβούλιο στο Κέιπ Τάουν. "Δούλευα στη Βουλή, στο παρλαμέντο της South Africa".
6 Σεπτεμβρίου 1966. Η μέρα που ο Δημήτρης Τσαφέντας συναντάει τη μοίρα του: σκοτώνει με τέσσερις μαχαιριές τον πρωθυπουργό Χέντρικ Φερβούντ, τον "αρχιτέκτονα του απαρτχάιντ".

Συλλαμβάνεται, δικάζεται με συνοπτικές διαδικασίες και καταδικάζεται σε θάνατο. Ωστόσο, η κυβέρνηση προτιμά να τον φυλακίσει ισόβια ως ψυχασθενή, στην απομόνωση, όπου υποβάλλεται καθημερινά σε βασανιστήρια, μέχρι τον θάνατό του το 1999.
Στην παράσταση, τον βλέπουμε πεταμένο, γυμνό, μελανιασμένο, να συνομιλεί με τον άλλο του εαυτό για τη ζωή τους, τις πράξεις τους, τις αγάπες, τη μεγάλη απόφαση της δολοφονίας, τα βασανιστήρια και την κοροϊδία που υπέστη από συγκρατούμενους και δεσμοφύλακες.
Λέγεται πως συχνά αναφερόταν στον Ναζίμ Χικμέτ: "Αν δεν καώ, αν δεν καείς, αν δεν καούμε, πώς θα νικήσει το φως το σκοτάδι;".

Τα σκηνικά υπογράφει ο Παύλος Ιωάννου, το video art ο Κάρολος Πορφύρης, την κίνηση η Άννα Αθανασιάδη και τη μουσική επιμέλεια οι ab-occasion.
Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανηλίκους κάτω των 15 ετών.
Περισσότερες πληροφορίες
Σκότωσα τον νταή του απαρτχάιντ
Ο Δημήτρης Τσαφέντας, μία από τις πιο αμφισβητούμενες προσωπικότητες της σύγχρονης Ιστορίας, που το 1966 άλλαξε για πάντα την πορεία της Νότιας Αφρικής, δολοφονώντας τον «αρχιτέκτονα του απαρτχάιντ» Χέντρικ Φερβούντ. Έλληνας ομογενής, μιγάς, στάθηκε απέναντι σε μια κοινωνία που δεν τον αποδεχόταν, καταδικάστηκε και έμεινε 33 χρόνια σε φυλακή-ψυχιατρείο της Πραιτόρια. Πέθανε σε κελί απομόνωσης στις 10/10/1999. Επαναστάτης με αίσθημα δικαιοσύνης ή στοιχειωμένος από την ίδια του την ύπαρξη; Μπορεί ο άνθρωπος να παραδοθεί στη μοίρα του ή έχει την ικανότητα να την αλλάξει; Μήπως η τρέλα είναι μια άλλη μορφή λογικής σε έναν κόσμο που χάνεται;