
Το θέατρο, για την Όλια Λαζαρίδου, είναι ένας βαθύς, υπαρξιακός τόπος, όπου η μνήμη, η γλώσσα, τα σώματα και τα όνειρα συναντιούνται. Μιλήσαμε μαζί της λίγο πριν από την πρεμιέρα της παράστασης "Θήβα μοναξιά" στη Μικρή Επίδαυρο (4 & 5 Ιουλίου) και μας άνοιξε έναν εσωτερικό κόσμο — από σκέψεις, αλήθειες και προσωπικές διαδρομές. Όπως μας είπε, η σχέση μας με το αρχαίο παρελθόν – και ειδικά με την Αρχαία Γραμματεία – δεν είναι εξωτερική. Δεν επιβεβαιώνεται από ό,τι βλέπουμε γύρω μας, αλλά από κάτι που παραμένει ζωντανό μέσα μας, στο ασυνείδητο. Κάτι που μας μιλά όχι με τη λογική του νου, αλλά με τη γλώσσα του ονείρου. Και αυτό ακριβώς προσπάθησε να δημιουργήσει με την παράσταση: έναν κοινό τόπο ονείρου, όπου ο μύθος της Αντιγόνης δεν αφηγείται απλώς, αλλά αντηχεί, ψιθυρίζει, επιστρέφει – όπως επιστρέφουν τα ποιήματα.
Το έργο του Κυριάκου Χαρίτου, βραβευμένου συγγραφέα και σεναριογράφου (Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου 2023), είναι μια σύγχρονη λαϊκή παραλογή εμπνευσμένη από τον γνωστό μύθο. Αποφεύγοντας τη γραμμική αφήγηση, το Θήβα μοναξιά παίρνει τη μορφή παραμιλητού, τραγουδιού, τελετουργίας. Με εναλλαγή πεζού και έμμετρου λόγου, συνομιλεί με τη μουσική, δημιουργώντας μια ιδιότυπη μπάντα ονείρου. Οι ηθοποιοί μιλούν, τραγουδούν, ψάλλουν. Κινούνται ανάμεσα στη μνήμη και τη λήθη, ανάμεσα στη σκόνη και την ανάμνηση.
Η παράσταση συνομιλεί υπόγεια με την εναρκτήρια παραγωγή του Φεστιβάλ στην Επίδαυρο – την Αντιγόνη του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Ούλριχ Ράσε – και την ίδια στιγμή χαράζει τη δική της, αυτόνομη, λαϊκή και υπαρξιακή διαδρομή. Η "Θήβα μοναξιά" μάς μεταφέρει στα βάθη της συλλογικής και της προσωπικής μας ιστορίας. Μας κοιτά μέσα από τη μοναξιά της ελληνικής επαρχίας, με μια αυθεντική γλώσσα που ο συγγραφέας γνωρίζει καλά. Είναι μια παράσταση που δεν απευθύνεται μόνο στους θεατές, αλλά στις μνήμες τους. Στους ανθρώπους που υπήρξαν — και που θυμούνται. Διαβάστε όσα μοιράστηκε μαζί μας, με αφοπλιστική αμεσότητα.

Η σχέση με το παρελθόν και την απώλεια
Η σχέση με το παρελθόν μας- και κυρίως με το αρχαίο παρελθόν μας, αυτό που χάνεται δηλαδή στο βάθος της ιστορίας- πιστεύω ότι σώζεται μόνο μέσα μας, στα αρχέτυπα, στο ασυνείδητο, και ζωντανεύει με τον τρόπο που ζωντανεύουν τα πράγματα στα όνειρά μας. Με έναν, δηλαδή, πλάγιο, μεταφορικό τρόπο. Αυτή είναι η μόνη σχέση που εγώ, τουλάχιστον, μπορώ με εντιμότητα να πω ότι έχω και με την Αρχαία Γραμματεία. Οτιδήποτε άλλο θα έλεγα, θα ήταν ψέμα, γιατί γύρω μου δε βρίσκω τίποτα που να μου τη θυμίζει. Εδώ κινδυνεύω πλέον να μη βρίσκω στην πόλη ούτε μνήμες από το πρόσφατο, δικό μου παρελθόν. Όλα αλλάζουν τόσο γρήγορα...Και με παρηγορεί η σκέψη ότι ο πιο ασφαλής τόπος μνήμης είναι ο εσωτερικός. Εκεί τα πράγματα δεν πεθαίνουν. Μένουν ζωντανά και μας μιλούν- αλλά όχι με τη γνωστή γλώσσα. Μας μιλούν όπως και τα ποιήματα: με έναν πλάγιο τρόπο.

Η Αντιγόνη που ονειρεύτηκα
Αυτό που ήθελα να φτιάξω και με αυτή την παράσταση είναι να πλεχτεί γύρω από μια γνωστή-πασίγνωστη-ιστορία, της Αντιγόνης εν προκειμένω (για την οποία όλοι, ακόμα κι αυτοί που δεν την έχουν διαβάσει, κάτι ξέρουν), ένα τοπίο θραυσμάτων που, με ποιητικό τρόπο, με εικόνες, με την ενέργεια που έχουν οι λέξεις, τα σώματα, ο ρυθμός κι η μουσική, αναζητούν μια σχέση όχι στο συνειδητό αλλά στο ασυνείδητο. Ήθελα να φτιάξω, ας πούμε, έναν κοινό τόπο ονείρου. Για μένα-το έχω ξαναπεί-η μεγαλύτερη δύναμη της θεατρικής συνθήκης είναι ότι μπορεί να γίνει ένα ονειροδρόμιο εκτόξευσης.

Όταν τα πρόσωπα γίνονται Χορός
Στην παράσταση, είμαστε ένα σώμα, ένας Χορός που, μέσα από ένα λιμπρέτο και μια παρτιτούρα, θυμάται και θυμίζει. Αλλά ένας Χορός που αποτελείται από πρόσωπα, μοναδικά, που κουβαλούν ιστορία-και με αυτό το κριτήριο τους διάλεξα για συνοδοιπόρους σε αυτήν την ιστορία. Ένας Χορός… ξωτικών — μιας και αυτό είμαστε στο συγκεκριμένο έργο. Τέσσερα πρόσωπα που βγαίνουν, θαρρείς, απ’ την ανυπαρξία για να ξανασυναντηθούν σε μια ξεχασμένη επαρχιακή ταβέρνα, για ένα μνημόσυνο. Μετά, χαράζει και ξαναχάνονται στη λήθη.

Συνεργασίες και συνύπαρξη
Ήθελα χρόνια να συναντηθώ με την Αλεξάνδρα Καζάζου. Την αγαπώ και την εκτιμώ πολύ για την αφοσίωσή της στη δουλειά αυτή και κυρίως για τον τρόπο με τον οποίον υπάρχει στο χώρο μας. Αλλά και με όλους τους άλλους συνεργάτες μου-όλους ανεξαιρέτως-με συνδέει μια βαθιά εκτίμηση. Θέλω να πω μ’ αυτό, ότι δεν πρόκειται για μια τυπική επαγγελματική συνάντηση. Μου αρέσει πολύ- και το επιδιώκω όλο και περισσότερο- οι συναντήσεις μου να είναι, εκτός από καλλιτεχνικές, και… ας πούμε, υπαρξιακές. Με τους συγκεκριμένους ανθρώπους, τον έναν από τους δύο μήνες των προβών τον ζήσαμε στην Αίγινα, σε μια αλισμόνητη συνύπαρξη, σε μια σχεδόν κοινοβιακή συνθήκη, που για μένα τουλάχιστον ήταν αλησμόνητη. Προσπαθώ να το κάνω αυτό όλο και συχνότερα. Συγκεκριμένα, είναι η τέταρτη φορά, το τέταρτο έργο. Πρότυπό μου σ’ αυτό ήταν η Αριάν Μνουσκίν, που δούλεψε όλη της τη ζωή έτσι, με τους συνεργάτες της-και πάντα τη θαύμαζα κι αυτήν και τον τρόπο της. Μου φαίνεται, ειδικά στους καιρούς αυτούς που ζούμε, που κυνηγάμε τον χρόνο με το τουφέκι, η ύψιστη πολυτέλεια.

Το έργο του Κυριάκου Χαρίτου και όσα αγάπησα
Το έργο του Κυριάκου Χαρίτου μιλάει με την αυθεντικότητα της λαϊκής γλώσσας για τη μοναξιά της ελληνικής επαρχίας, που την γνωρίζει πολύ καλά, μιας κι ο ίδιος είναι ένα κομμάτι της. Κάποιοι στίχοι που αγαπώ πολύ στο έργο- και που πιστεύω είναι εμβληματικοί-μιλούν γι’ αυτήν:
"Και ποιος δεν ήταν μόνος του εδώ…
Μόνη η κόρη, μόνη η αδερφή, μόνοι του Οιδίποδα οι γιοι…
Πιο μόνη εγώ, η Θήβα, για όσα άκουσα, για όσα είδα…"
Εμάς, δουλεύοντας με τον τρόπο που σας περιέγραψα πριν, μας έφερε πολύ κοντά. Μας έβγαλε από τη μοναξιά της γνωστής πεντάωρης αθηναϊκής πρόβας, που γίνεται συνήθως με την ψυχή στο στόμα. Και πιστεύω ότι το τελικό αποτέλεσμα έχει κάτι από το άρωμα αυτής της ιδιαίτερης συνύπαρξης. Και γι’ αυτό, θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα και ξεχωριστά: τον Κυριάκο, το Φεστιβάλ, τον Νικόλα Χανακούλα, τους συνεργάτες μου, τη βοηθό μου, την Αριάδνη, κι όλους όσους με συντρόφευσαν σε αυτήν την περιπέτεια.
Προπώληση εισιτηρίων μέσω more.com. Διατίθεται μετακίνηση προς το Μικρό Θέατρο Επιδαύρου για την παράσταση "Θήβα μοναξιά”
Περισσότερες πληροφορίες
Θήβα μοναξιά
Μια λαϊκή παραλογή εμπνευσμένη από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή όπου μια ονειρική μπάντα μιλά και τραγουδά, μεταφέροντάς μας στα χώματα ενός τόπου γεμάτου θραύσματα μνήμης, στο πλαίσιο του Κύκλου Contemporary Ancients του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. Σε μια επαρχία ξεγραμμένη εδώ και χρόνια, μια φωνή ψάχνει εκείνο το κορίτσι που το λέγαν Αντιγόνη. Η πόλη ξυπνά, θυμάται, μπαινοβγαίνει στο όνειρο. Τα θραύσματά της αντηχούν, μένουν για λίγο και μετά γίνονται σκόνη. Η αφήγηση, άλλοτε σε έμμετρο κι άλλοτε σε πεζό λόγο, συνομιλεί με τη μουσική.