
Η θάλασσα ήταν ίδια, όπως πάντα. Βαθιά, σκούρα μπλε, διαυγής και κρυστάλλινη, καθρεφτίζοντας τον ήλιο που γέρνει αργά στον ορίζοντα. Τα βράχια γύρω της τραχιά και ήσυχα, τη σφίγγουν στην αγκαλιά τους, με τη γνώριμη, αυστηρή τρυφερότητα του τοπίου. Κι εγώ, λίγα καλοκαίρια και κάμποσα γεγονότα μετά, ξαναπατούσα το χώμα της Φολεγάνδρου. Το πλοίο έδεσε στον Καραβοστάση με μια μικρή καθυστέρηση και μια μεγάλη ανακούφιση. Γύριζα πίσω στο νησί που στέφτηκε αγαπημένο μου από την πρώτη στιγμή, και κάθε επιστροφή είναι μια ακόμη επιβεβαίωση. Ήταν μια επιστροφή που την ήθελα και την φοβόμουν ταυτόχρονα. Γιατί η Φολέγανδρος δεν είναι νησί για περαστικούς. Είναι για εκείνους που κουβαλούν μνήμες στις αποσκευές τους: πρώτους έρωτες, μεγάλες βουτιές, εκείνα τα "αν" που δεν ειπώθηκαν ποτέ και χώρεσαν στη σιωπή της Χώρας, την ώρα που ο ήλιος γέρνει πίσω από τα ασβεστωμένα σκαλιά.

Το νησί που λέγεται πως πήρε το όνομά του από το γιο του Μίνωα, και έστεκε για χρόνια στη σκιά της κοσμοπολίτικης Σαντορίνης, σε καμία περίπτωση δεν σου χαρίζεται εύκολα. Δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει με φανφάρες, δεν φωνάζει, ούτε προσποιείται. Κρατάει μια σπάνια αυθεντικότητα, μια σιωπή που μιλάει πιο δυνατά από χίλιες λέξεις. Είναι ένα νησί αυστηρό και ταυτόχρονα γενναιόδωρο, με άγρια ομορφιά που μαγεύει -τα πέτρινα μονοπάτια της, οι απότομες πλαγιές και οι ιλιγγιώδεις γκρεμοί, οι παραλίες που απαιτούν περπάτημα ή καΐκι για να τις προσεγγίσεις-. Κι όμως, είναι και ένα νησί εκλεπτυσμένο (και οι ανεβασμένες τιμές συντελούν σε αυτό), με κοσμοπολίτικο αέρα. Την αγαπούν εκείνοι που αναζητούν ποιότητα και κυκλαδίτικη απλότητα μαζί.

Ίσως γιατί για πολλά χρόνια ήταν χαμένο στην άγονη γραμμή του Αιγαίου -ως το 1984 που κατασκευάστηκε ο μόλος, οι επιβάτες μεταφέρονταν με τη λάντζα, ενώ μέχρι τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000, το πολύωρο -και με αλλεπάλληλες στάσεις- ταξίδι τέσταρε τις αντοχές των ταξιδιωτών. Και έπειτα χάρη στα ταχύτερα πλοία (η Seajets κάνει μόλις 3 ώρες και 45 λεπτά από τον Πειραιά) και τη σύνδεση με τη Σαντορίνη και το αεροδρόμιό της, η Φολέγανδρος έγινε πιο προσβάσιμη αλλά ουδέποτε εύκολη. Παραμένει ένα νησί που θέλει καρδιά ανοιχτή και βλέμμα καθαρό. Ένα μέρος που δεν κατακτιέται, αλλά σου ανοίγεται σιγά-σιγά, αν είσαι έτοιμος να το συναντήσεις.
Ξενοδοχειακή Αναγέννηση
Αυτές οι σκέψεις έχουν κατακλύσει το μυαλό μου, καθώς το αυτοκίνητο αφήνει πίσω του το λιμάνι και το καραβάκι που πάει στην –καλύτερη για κάποιους- παραλία του νησιού, το Κάτεργο και ανηφορίζει προς την Άνω Μεριά –την πιο αυθεντική πλευρά της Φολεγάνδρου-, αυτόν τον αγροτικό οικισμό, σκορπισμένο σε ξερολιθιές, λιοστάσια και χωράφια, όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει. Στη διαδρομή παρατηρώ τις φρέσκιες πινελιές που δίνουν νέα πνοή στο νησί. Μικρά, καλαίσθητα boutique hotels, ξεπροβάλλουν διακριτικά εδώ κι εκεί –έτοιμα ή υπό κατασκευή-, σεβόμενα την παραδοσιακή κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική και το φυσικό περιβάλλον.

Ένα από αυτά είναι και το μόλις ενός έτους (adults only) Agada Folegandros Suites & Villas, αρμονικά σμιλεμένο στους φυσικούς ρυθμούς και τις καμπύλες του τοπίου. Μας υποδέχονται οι ιδιοκτήτες Γιώργος και Αλεξάνδρα Αγά, οι οποίοι μας εξηγούν πώς ενσωμάτωσαν στην κατασκευή του δεύτερου ξενοδοχειακού τους "παιδιού" (διαθέτουν επίσης και το Vrahos Boutique Hotel στον Καραβοστάση) την αυθεντική πέτρα του τόπου, εξορυσσόμενη από το ίδιο το έδαφος που έσκαψαν. Αμφιθεατρικά σκαρφαλωμένα πάνω στα απότομα βράχια, 9 διαφορετικά δωμάτια και σουίτες από πέτρα και ξύλο, με ιδιωτικές πισίνες, που θυμίζουν πλαζ και καθρεφτίζουν τον ουρανό αλλά και βεράντες που αγκαλιάζουν τη σιωπή, μας προσέφεραν αιγαιοπελαγίτικες βίστες του ονείρου.

Στην Άνω Μεριά ο χρόνος κυλάει αργά
Τόσο αργά που μερικές φορές νιώθεις πως έχει σταματήσει. Οι ρυθμοί εδώ δεν υπακούν στο ρολόι αλλά στον ήλιο, στον άνεμο και στις εποχές. Μια αλλόκοτη αλλά ταυτόχρονα γοητευτική ησυχία επικρατεί. Οι ηλικιωμένοι κάθονται σιωπηλοί στις αυλές τους, τα γαϊδουράκια περνούν νωχελικά τα στενά, τα κατσίκια βόσκουν ανέμελα στις σχηματισμένες με μόχθο πεζούλες και οι μυρωδιές από τα σπιτικά φαγητά που σιγοψήνονται φτάνουν ως τον χωματόδρομο. Ο δεύτερος μεγαλύτερος οικισμός της Φολεγάνδρου παραπέμπει σ’ ένα υπαίθριο λαογραφικό μουσείο. Μικρές αυλές γεμάτες βασιλικούς σε τσίγκινα δοχεία ελαιόλαδου, αλώνια και λιοτρίβια, ξερολιθιές και θεμωνιές, -αυτά τα παραδοσιακά αγροτόσπιτα που στέκουν όπως χτίστηκαν τον 19ο αιώνα-, με τις αλιτάνες, όπως αποκαλούν οι ντόπιοι τους μικρούς κήπους μπροστά τους. Ψιθυρίζουν ιστορίες αυτάρκειας και σιωπηλής επιμονής. Εδώ, οι άνθρωποι έζησαν για δεκαετίες με όσα παρήγαν μόνοι τους: ελαιόλαδο, ψωμί, τυρί, κηπευτικά, ρούχα.
Αξίζει να επισκεφτείς το Οικομουσείο (δωρεάν είσοδος, 17:00-20:00), που τηλεμεταφέρει στη ζωή της παλιάς Φολεγάνδρου, μέσα από ένα αυθεντικό αγροτόσπιτο με όλα τα αντικείμενα της καθημερινότητας στη θέση τους. Είναι ένα ζωντανό κομμάτι ιστορίας, που δείχνει πώς οι ντόπιοι έζησαν, δούλεψαν και άντεξαν σε έναν τόπο λιτό αλλά γεμάτο ψυχή. Αν κοιτάξεις λίγο καλύτερα θα παρατηρήσεις μια διακριτική πυξίδα αλλαγής. Μερικές θεμωνιές έχουν αναπαλαιωθεί κι έχουν μετατραπεί σε κομψές βίλες, διατηρώντας εξωτερικά το λιτό, πέτρινο περίγραμμα, όπως η Villa Makaria. Στον κεντρικό δρόμο, άνοιξε πρόσφατα το παραδοσιακό καφεπαντοπωλείο "Η κουζίνα της γιαγιάς" (6948195524), ιδανική στάση το πρωί για τηγανητά αυγά με το τοπικό τυρί "ντριστής" και ντοματίνια ή μια καρπουζένια με σουσάμι. Στην ουσία είναι μετεξέλιξη της… πραγματικής κουζίνας της γιαγιάς της Μαρίας Μαρινάκη που θα βρεις στο τέρμα της Άνω Μεριάς, στην τελευταία στάση του λεωφορείου. Εκεί μπορείς να δεις ένα παλιό σπίτι εποχής και να αγοράσεις σπιτικά καλούδια με άρωμα Φολεγάνδρου, όπως γλυκό του κουταλιού τριαντάφυλλο, χειροποίητες χυλοπίτες με γάλα και αυγά από τα ζώα τους, παστέλι μούστου και πολλά άλλα.

Κλασική γαστριμαργική αξία στην Άνω Μεριά παραμένει το "Καφεπαντοπωλείο της Ειρήνης" (22860 41436), ένας ζωντανός θεματοφύλακας γεύσεων, μνήμης και αυθεντικότητας. Στην αυλή με τα δύο τραπέζια και τα ράφια με τα προϊόντα παντοπωλείου που μοιάζουν με μικρό σκηνικό παλιάς ελληνικής ταινίας, η κυρά Ειρήνη σερβίρει ακόμη (από τα καλύτερα) ματσάτα –το παραδοσιακό ζυμαρικό της Φολεγάνδρου που φτιάχνεται στο χέρι- με κοκκινιστό κατσικάκι, κόκορα ή κουνέλι όπως έκανε πάντα. Εδώ, κάθε μπουκιά είναι λιτή αλλά γεμάτη ψυχή, κάθε πιάτο μια αφήγηση χωρίς φτιασίδια. Ένα από τα τελευταία παντοπωλεία-ταβερνεία του Αιγαίου που λειτουργεί σαν παύση στον χρόνο και υπενθύμιση πως η πιο ουσιαστική γαστρονομία είναι η ανεπιτήδευτη, η βαθιά ανθρώπινη. Στην ίδια γραμμή, στο γαλήνιο μπαλκόνι της ταβέρνας "Συνάντηση" (22860 41208), δοκίμασε ομοίως το χορταστικό τους πιάτο ματσάτα με κόκορα ή κουνέλι, την καλασούνα (την παραδοσιακή τυρόπιτα με σουρωτό τυρί και κρεμμύδι) και τους φαβοκεφτέδες. Το γεύμα κλείνει συνήθως με μια απολαυστική πορτοκαλόπιτα.

Στην Αγκάλη όλα φωνάζουν καλοκαίρι
Τις δύο προηγούμενες φορές που επισκέφτηκα τη Φολέγανδρο, έμεινα στην Αγκάλη και κάπως έτσι, αυτή η μικρή, προστατευμένη αγκαλιά του νησιού έγινε για μένα το δικό μου καταφύγιο. Ξυπνούσα με τον ήχο των κυμάτων που έσκαγαν απαλά στην άμμο και ανεβοκατέβαινα με τα πόδια για βουτιές στη θάλασσα, όλη μέρα με αλάτι στα μαλλιά. Εδώ δεν χρειάζεσαι πολλά. Ένα μαγιό, ένα καπέλο, μια ομπρέλα (καμία παραλία δεν είναι οργανωμένη στο νησί) και μια πετσέτα αρκούν για να περάσεις μια ολόκληρη μέρα χωρίς να κοιτάξεις το ρολόι. Έχει κάτι γλυκά παλιομοδίτικο η Αγκάλη, με την απλότητα και τη φιλοξενία των ανθρώπων που σε θυμούνται και με το φως που πέφτει το απόγευμα και την κάνει να μοιάζει με καρτ ποστάλ. Τα πρωινά, όταν κατεβαίνεις το μονοπάτι και βλέπεις την ανοιχτή αγκαλιά του όρμου με το φως να παίζει πάνω στα δροσερά, κρυστάλλινα νερά, κάτι μέσα σου ησυχάζει. Στο βάθος, τα καΐκια πάνε κι έρχονται από τον Άγιο Νικόλαο και το Λιβαδάκι, μεταφέροντας ανθρώπους που μοιάζουν να ξεχνούν πού βρίσκονται και τι μέρα είναι. Εμένα μου αρέσει να πηγαίνω περπατώντας και να κάνω βουτιά στην παραλία Γαλύφος στο δρόμο μου. Είναι μαγευτική η θέα στα αριστερά, έτσι όπως βαδίζω πάνω στο ξεροτράχαλο μονοπάτι, με τον ήλιο να καίει τη ράχη και τον αέρα να μυρίζει θυμάρι και θάλασσα.


Στην Αγκάλη όλα είναι όπως τα θυμόμουν ή ίσως και λίγο καλύτερα. Για φαγητό, ο "Ψαρομίληγκας" (22860 41116) από το 1980 σε κλίμα οικογενειακό, σερβίρει εξαιρετικό φρέσκο ψάρι και θαλασσινά –αλλά και τίμια πιάτα κρεατικών- με θέα το απέραντο γαλάζιο. Λίγα σκαλοπάτια πιο ψηλά, το εστιατόριο του Blue Sand Hotel (22860 41042) προσφέρει μια εμπειρία πιο ήσυχη, πιο εκλεπτυσμένη. Τα πιάτα έχουν μοντέρνα αισθητική και τα υλικά μυρίζουν Αιγαίο. Καθώς ο ήλιος χαμηλώνει και το φως βάφει τον ουρανό ροζ, το τραπέζι σου γίνεται το ιδανικό σημείο για ένα δείπνο ρομαντικό, σχεδόν ονειρικό- με ένα ποτήρι κρασί, αλμύρα στο δέρμα και την ησυχία που μόνο το καλοκαίρι στις Κυκλάδες ξέρει να προσφέρει.
Η Χώρα, η πιο όμορφη των Κυκλάδων
Η Χώρα της Φολεγάνδρου δεν είναι απλώς από τις γοητευτικότερες των Κυκλάδων· είναι ένα σκηνικό που μένει απαράλλαχτο στον χρόνο. Με τα φροντισμένα σοκάκια, τις ασβεστωμένες αυλές και τις βουκαμβίλιες που σκαρφαλώνουν σε πόρτες και καμπαναριά, απλώνεται στην άκρη του γκρεμού σαν να ακροβατεί ανάμεσα στο χτες και το σήμερα. Στην καρδιά της, το Κάστρο -ο μεσαιωνικός της πυρήνας-παραμένει σιωπηλός και γαλήνιος, γεμάτος ιστορίες. Εκεί, μέσα στα στενά, τα ασβεστωμένα σπίτια με τα μπλε παραθυρόφυλλα, τις σκαλίτσες και τις γλάστρες με βασιλικούς στέκουν κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο σαν παζλ, ενώ οι γιαγιάδες έξω από τις πόρτες σε χαιρετούν όπως παλιά, σαν να μην πέρασε ούτε μέρα.

Κι έξω απ’ το Κάστρο, οι πλατείες ενώνονται μεταξύ τους σαν ντόμινο φωτός και γιασεμιού. Καμιά δεν είναι η "κεντρική", όλες σιγοντάρουν στο μωσαϊκό λόκαλ μαγείας. Οι ταβέρνες απλώνουν τραπέζια στα καλντερίμια, οι καλημέρες είναι αληθινές, και οι μυρωδιές από ρακή, τηγανίτες και ψημένο τυρί αιωρούνται στον αέρα. Περπατάω ξανά στα ίδια στενά που οδηγούν σε εκκλησιές και σκιερές γωνιές, με την ίδια συγκίνηση κάθε φορά -σαν να επιστρέφω σε ένα μέρος που με θυμάται. Και όταν πέφτει ο ήλιος, δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από τη βόλτα στο μονοπάτι προς την Παναγία. Το φως βάφει το μονοπάτι χρυσό, η θέα κόβει την ανάσα, και καθώς ανεβαίνεις, νιώθεις ότι απομακρύνεσαι απ’ όλα όσα σε βαραίνουν. Είναι μια μικρή τελετουργία που δεν πρέπει να χάσει κανείς και σίγουρα δεν χάνει ποτέ τη δύναμή της.

Για πρωινό, η "Πούντα" (22860 41063) παραμένει σταθερό σημείο εκκίνησης. Με θέα τους περαστικούς που ποτέ δεν βιάζονται, κάθεσαι στα τραπεζάκια που αγναντεύουν την πλατεία και απολαμβάνεις καφέ που αχνίζει, ζεστές πίτες, αυγά, και τη γλυκιά ραστώνη του νησιού. Είναι το μέρος που η μέρα ξεκινά χωρίς ρολόι -με γεύσεις απλές και αυθεντικές, και την αίσθηση πως, έστω και για λίγο, ανήκεις. Λίγο πιο πέρα, στο πέτρινο μπαλκόνι στο Αιγαίο του Anemomilos Boutique Hotel (22860 41309) η εμπειρία αναβαθμίζεται. Το τραπέζι στρώνεται με καλοψημένο ψωμί, καγιανά με καπνιστό σύγλινο, pancakes με πραλίνα, μπανάνα και Oreo, ή γκρανόλα με φρέσκα φρούτα. Ακόμα κι αν δεν μένεις εκεί, το πρωινό του είναι λόγος να ανηφορίσεις και ο καλύτερος τρόπος να ξεκινήσεις τη μέρα σου με την πιο προνομιακή θέα της Χώρας. Το μεγαλύτερο σφάλμα βέβαια, θα είναι να μην το επιλέξεις για ένα ρομαντικό δείπνο ή ένα εμπνευσμένο cocktail από τις σεζλόνγκ, την ώρα του ηλιοβασιλέματος, εκείνα τα λεπτά, σ’ εκείνο το σημείο που έχεις την αίσθηση πως ο ήλιος δύει μόνο για σένα.

Για φαγητό, οι σταθερές αξίες παραμένουν αγαπημένες. Το ουζερί "Γουπί" (22860 41057), με την αυλή του και τα πιάτα γεμάτα τοπικές γεύσεις –όπως κάππαρη στιφάδο και τυροπιτάκια με σουρωτό–, είναι πάντα μια καλή ιδέα. Το "Σπιτικό" (22860 41235) της κυρίας Ρηνιώς σερβίρει ό,τι λέει το όνομά του: μαγειρευτά που μυρίζουν Κυκλάδες και σε κάνουν να ξεχνάς τη λέξη "εστιατόριο". Το ινσταγκραμικό "Το Σικ" (22860 41515) -στην πιο γραφική πλατεία- παντρεύει παραδοσιακά προϊόντα με έθνικ γεύσεις. Το "1790 Wine Cave" (22860 41582) είναι ένα μικρό διαμαντάκι γαστρονομίας στη Χώρα, με μόλις 20 θέσεις, που σε μυεί στην ψαροφαγία, με πιάτα όπως λουκάνικο ψαριού ή στιφάδο γαρίδας, βασισμένα πάντα στην ψαριά της ημέρας και ταιριασμένα με εκλεκτά κρασιά. Η "Λότζια" (22860 41506) στη ράχη του κάστρου, με την πιο γοητευτικά παραδοσιακή αυλή του νησιού για μεζέδες και γαλακτομπούρεκο ενώ το "Parasagas" (22860 27633) έχει γίνει σταθερός προορισμός για pancakes και –πάνω απ’ όλα– σπιτικό παγωτό.

Οι νεότερες αφίξεις έχουν διακριτική παρουσία αλλά αφήνουν το στίγμα τους. Η παλιά "Μέλισσα" (22860 41067) ανανεώθηκε -με την κόρη της ιδιοκτήτριας να προσθέτει pinsa και flatbreads στο μενού, κρατώντας όμως τη γνώριμη ζεστασιά του χώρου. Το "Barbounaki" (6983358786) στη θέση της Χρυσοσπηλιάς, φέρνει μια πιο σύγχρονη εκδοχή θαλασσινών στο πιάτο. Το αγαπημένο "Eva’s Garden" (22860 41110) μετακόμισε απέναντι σε έναν όμορφο, καταπράσινο κήπο, σαν μικρή όαση μέσα στο λευκό της Χώρας. Στη θέση του άνοιξε το μεζεδοπωλείο "Belegra" (22860 27623), που σε προσκαλεί με την παρέα σου να καθίσετε γύρω από ένα τραπέζι γεμάτο μεζέδες, με λογική μοιράσματος. Το "Griglia" (22860 27635) στη θέση του Mama’s Pita, είναι μια ακόμη ευχάριστη έκπληξη στο εθνικό μας fast food, το σουβλάκι. Τέλος, το "Ζυμαράκι" (22860 41020) ξαφνιάζει με τον πιο ευχάριστο τρόπο: από φέτος, σερβίρει χειροποίητη πίτσα και φρέσκα ζυμαρικά (και) μέσα στο παλιό λεωφορείο που επί 40 χρόνια μετέφερε ντόπιους και επισκέπτες– ένα κινούμενο pop-up τραπέζι με χιούμορ, ιστορία και ρετρό αύρα. Για ποτό, "Αστάρτη", "Beez", "BaRaki" παραμένουν διαχρονικά αγαπημένα, ενώ η νέα άφιξη είναι η "Κάβα της Πιάτσας" που προσφέρει επιλογές με επιμέλεια: κρασιά, αποστάγματα και ατμόσφαιρα με περισσότερο παλμό παρά ένταση.

Ευχαριστούμε το Agada Folegandros για τη φιλοξενία και την CK Strategies για την οργάνωση.