
Ο νέος διχασμός, λες και δεν μας έφταναν όσοι έχουμε, σε μια σειρά από επαγγελματικά τραπέζια που έχουμε βρεθεί τελευταία αφορά το αν έχουμε υπερτουρισμό ή όχι, και γενικά αν έχουμε το δικαίωμα να μιλάμε για υπερτουρισμό στην Ελλάδα in the first place. Από τη μία οι ξενοδόχοι ή εμπλεκόμενοι επιχειρηματικά με τον τουρισμό αμύνονται, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε επίθεση στον κλάδο που φέρνει τα χρήματα όταν δεν υπάρχει ούτως ή άλλως καμία στρατηγική για να έρθουν αυτά από αλλού, από την άλλη τίθενται ζητήματα υποδομών, φέρουσας ικανότητας προορισμών, λειψυδρίας, καταστροφής του περιβάλλοντος και έλλειψης μακροπρόθεσμου σχεδίου, έτσι ώστε οι επενδύσεις που γίνονται σήμερα να είναι όντως για το καλό του τουρισμού και της χώρας και στο μέλλον.
Τελευταία, μάλιστα, ακούμε όλο και συχνότερα το επιχείρημα, ειδικά από ξενοδόχους που δραστηριοποιούνται εκτός των παραδοσιακών ναυαρχίδων του τουρισμού, ότι, πέρα από την κοινή γνώμη, η πολιτεία έχει υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό αμάσητο το "μιντιακό κατασκεύασμα" του υπερτουρισμού. 'Ένα επιχείρημα που κατά τη γνώμη τους εξυπηρετεί συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα μεγαλοξενοδόχων, οι οποίοι επηρεάζουν ως εταίροι τη λήψη αποφάσεων, μέσω σχετικών οργάνων, κάνοντας λόγο για υπερτουρισμό σε νησιά μικρότερα ή λιγότερο τουριστικά, κάτι το οποίο απέχει πολύ από την πραγματικότητα, και εμποδίζοντας την ανάπτυξή τους και διασφαλίζοντας έτσι τα κεκτημένα των πρώτων.

Τι είναι ο υπερτουρισμός;
Ανατρέχοντας στη διεθνή βιβλιογραφία ο ορισμός και ειδικά ο τρόπος μέτρησης του υπερτουρισμού δεν είναι βέβαια σαφή. Ο Διεθνής Οργανισμός Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών (UNWTO) ορίζει τον υπερτουρισμό ως "τον αντίκτυπο του τουρισμού σε έναν προορισμό, ή σε τμήματα αυτού, που επηρεάζει υπερβολικά την αντιλαμβανόμενη ποιότητα ζωής των πολιτών και/ή την ποιότητα των εμπειριών των επισκεπτών με αρνητικό τρόπο. Είναι το αντίθετο του Υπεύθυνου Τουρισμού, ο οποίος έχει ως στόχο τη χρήση του τουρισμού για τη δημιουργία καλύτερων τόπων για να ζει κανείς και καλύτερων τόπων για να επισκέπτεται".
Το γεγονός ότι δεν υπάρχει ευρέως αποδεκτή μεθοδολογία για τη μέτρηση του υπερτουρισμού που να επιτρέπει διαγνώσεις ή συγκρίσεις μεταξύ διαφορετικών προορισμών κάνει τη σχετική συζήτηση δύσκολη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο όρος δεν έχει υιοθετηθεί και από επίσημους φορείς πόλεων και χωρών διεθνώς παίρνοντας και σχετικά μέτρα.
Στην Ελλάδα, πάντως, ο όρος δεν συνδέεται μόνο με clickbait τίτλους, αλλά υιοθετείται εύκολα ακόμη κι εκεί που δεν υφίσταται σχετικό πρόβλημα, δεδομένης της ανεπάρκειας των υποδομών στους τουριστικούς προορισμούς και γενικά στη χώρα, και της μη εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Η κατάσταση γίνεται ακόμη χειρότερη λόγω του προβληματικού πλαισίου αυτονομίας των δήμων, οι οποίοι συχνά σηκώνουν τα χέρια ψηλά με το επιχείρημα ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν σε μια σειρά από τομείς που επηρεάζουν την εμπειρία των επισκεπτών και την ευζωία των κατοίκων, ενώ καλούνται να υποστούν τις συνέπειες.

Υπερτουρισμός ή υπο-υποδομές;
'Άλλωστε είναι συχνό φαινόμενο σε δημόσιες τοποθετήσεις δήμαρχοι να υιοθετούν το επιχείρημα του υπερτουρισμού και να ζητούν τη βοήθεια της κεντρικής πολιτείας όταν καλούνται να τα βάλουν με τα μεγάλα συμφέροντα: "Ή είμαστε αυτοδιοίκηση και μπορούμε να χαράξουμε το μέλλον του νησιού μας ή να μας πουν ότι είμαστε διαχειριστές", ακούσαμε να λέει δήμαρχος hot νησιού των Κυκλάδων σε συζήτηση σχετικά με τις άδειες για πισίνες και την οικοδόμηση, ενώ πρόσφατα παραιτήθηκε ο δήμαρχος Νότιας Κέρκυρας λόγω της αδυναμίας επίλυσης του σοβαρού προβλήματος της λειψυδρίας, καταλογίζοντας καθυστερήσεις και εμπόδια από πλευράς της κυβέρνησης αλλά και συνεργασίες χωρίς ανταπόκριση σε τοπικό επίπεδο. Από την άλλη έχουμε παραδείγματα επιχειρηματιών του τουρισμού που φροντίζουν να παραχωρήσουν στην πολιτεία υποδομές για το ιατρικό, π.χ., προσωπικό του νησιού, υποκαθιστώντας τους δημόσιους φορείς. Μέσα σε όλα αυτά, με τις τιμές στα ακτοπλοϊκά, τον πληθωρισμό, αλλά και την ασυδοσία ορισμένων επιχειρηματιών να κάνει το ελληνικό καλοκαίρι για τους Έλληνες σε πολλούς προορισμούς άπιαστο όνειρο (και δεν μιλάμε για 1-2 ναυαρχίδες του τουρισμού), δεν είναι να απορείς που οι τίτλοι για υπερτουρισμό όπου αρέσει στον εκάστοτε αρθρογράφο κάνουν θραύση.
Ενώ λοιπόν ακόμη ένα καυτό καλοκαίρι συγκρατημένης αισιοδοξίας ξεκινά για τον ελληνικό τουρισμό (παρά τα κακά μηνύματα από μεμονωμένα κορυφαία νησιά που εξαρτιόνταν κυρίως από το αμερικανικό κοινό ή συγκεκριμένες αγορές που επηρεάζει η κατάσταση στη Μέση Ανατολή και όχι μόνο), ίσως είναι πιο παραγωγικό να μιλάμε για… υπο-υποδομές αντί για υπερ-τουρισμό, μπας και βρεθεί επιτέλους σε αυτήν τη χώρα κάποιος να ενδιαφερθεί σοβαρά για τη βαριά βιομηχανία, το αναπτυξιακό μέλλον αλλά και την ποιότητα ζωής μας.