Ιωάννης Κωνσταντινίδης©
Επιστρέφεις για δεύτερη χρονιά με το "2:22 – A Ghost Story”. Πώς είναι να ξανασυναντάς τον ρόλο σου και την ομάδα; Τι σε γοητεύει σε αυτόν τον χαρακτήρα και πώς έχει εξελιχθεί η χημεία μεταξύ σας στη σκηνή;
Είμαι πολύ χαρούμενη γι' αυτήν την θεατρική συνάντηση, υπάρχει ένα πολύ ωραίο κλίμα με τον Φάνη Μουρατίδη, τη Φαίη Ξυλά και φέτος με τον Βασίλη Κούκουρα, που αντικαθιστά τον Στάθη Ματζώρο κι έχει φέρει τον δικό του αέρα στην παράσταση. Ο χαρακτήρας που υποδύομαι είναι πολυεπίπεδος, έχει πολλές πλευρές, αντιφάσεις. Η Λορίν μπορεί να είναι ευχάριστη, εξωστρεφής, αλλά ταυτόχρονα να κουβαλάει κάτι σκοτεινό. Αυτό έχει ενδιαφέρον, αλλά και μια παγίδα: μπορεί εύκολα να πέσεις σε μία πλευρά και να την κάνεις μονοδιάστατη. Εκεί είναι που ο Φάνης με κρατάει στην ισορροπία. Και υπάρχει κι ένα "αδιόρατο μεθύσι” στον ρόλο. Την βλέπουμε να πίνει όλη την ώρα, αλλά δεν είναι πραγματικά μεθυσμένη- είναι σαν να βρίσκεται σε μια άλλη διάσταση, σαν να της δίνει αυτό την ελευθερία να φτάσει στο τέλος και να πει όσα δεν μπορούσε να πει πριν. Αυτή η λεπτή ισορροπία είναι πολύ γοητευτική υποκριτικά.
Υπάρχει κάποια στιγμή που σε συγκινεί κάθε φορά επί σκηνής;
Ναι, αλλά είναι στιγμές που δεν τις βλέπει το κοινό. Μπορεί να είναι μια ματιά, ένα αντικείμενο, μια μικρή λεπτομέρεια που μου ανοίγει ένα "κουτάκι” μέσα μου και με συνδέει συναισθηματικά με όλη τη σκηνή. Αυτά τα κρατάω για μένα. Πιστεύω πως τα "μυστικά” που δημιουργείς κάτω από το κείμενο δεν πρέπει να τα αποκαλύπτεις ποτέ, γιατί μετά παύουν να λειτουργούν. Αυτό λέω και στους μαθητές μου.
Τελικά, ποιο είναι το μήνυμα που πιστεύεις ότι αφήνει στο κοινό αυτή η παράσταση;
Το έργο συνδυάζει ίντριγκα, χιούμορ, τρόμο και δίνει πολλά μηνύματα. Πέρα από το αν υπάρχουν ή όχι φαντάσματα, το έργο μιλάει για το ανεξήγητο — για όλα εκείνα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε ή να εξηγήσουμε, αλλά επηρεάζουν τη ζωή μας. Και αυτό είναι που το κάνει τόσο ενδιαφέρον. Με εντυπωσιάζει το πώς η επιστήμη εξηγεί τα πάντα ακόμα και τα πιο ανεξήγητα.

Φαίνεται να υπάρχει κόντρα μεταξύ επιστήμης και θρησκείας;
Η επιστήμη έρχεται να δώσει τις δικές της εξηγήσεις δεν φαίνετα να έρχονται σε σύγκρουση. Στο έργο υπάρχει η οπτική του αστροφυσικού, η οπτική κάποιου που βλέπει το μαγικό, η οπτική του ψυχολόγου που βρίσκεται ανάμεσα σε επιστήμη και μεταφυσικό. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι ένα πράγμα μπορεί να έχει διαφορετικές οπτικές και ο καθένας να έχει τη δική του αλήθεια. Αυτό φαίνεται και μέσα από τους χαρακτήρες.
Άρα το έργο δεν αφορά μόνο τα φαντάσματα;
Όχι, είναι και για σχέσεις. Ο καθένας βλέπει τον άλλον διαφορετικά. Για παράδειγμα, εγώ βλέπω τον Σαμ με έναν τρόπο και του το αποκαλύπτω, που αυτός δεν το έχει καταλάβει. Ο Μπεν με βλέπει διαφορετικά, εγώ τον βλέπω διαφορετικά. Η Τζέν βλέπει αλλιώς τον Σαμ. Κάθε χαρακτήρας έχει τη δική του αλήθεια και στις σχέσεις.
Αν έπρεπε να περιγράψεις την παράσταση με τρεις λέξεις;
Χιούμορ, ανατροπές, ρεαλισμός και τρόμος — αλλά τρόμος με την έννοια του "τρομάζω", όχι "φοβάμαι". Έχει και στοιχεία θρίλερ.

Μετά τις γιορτές ετοιμάζεστε για περιοδεία με την παράσταση "2:22 – A Ghost Story";
Ναι, θα κάνουμε μια μικρή περιοδεία σε μεγάλες πόλεις, κυρίως τα Σαββατοκύριακα-Πάτρα, Θεσσαλονίκη, Κρήτη… Δεν έχω ξανακάνει χειμερινή περιοδεία, οπότε ανυπομονώ. Τώρα που τα παιδιά είναι πια μεγάλα, μπορώ να το χαρώ. Μου αρέσει η ιδέα να είμαι στην Κρήτη τον χειμώνα, να παίζω, και μετά να βρίσκομαι σε μια ταβέρνα με τσίπουρα ή ρακή.
Έχει ένα διαφορετικό ενδιαφέρον να έρχεστε σε επαφή με κοινό της περιέρειας;
Κάθε πόλη έχει τη δική της ατμόσφαιρα, το δικό της κοινό. Μπορεί να μην είναι όλα τα θέατρα τέλεια, αλλά υπάρχει μια αυθεντική επαφή. Οι άνθρωποι στις πόλεις εκτός Αθηνών δεν έχουν πάντα την ευκαιρία να δουν παραστάσεις τον χειμώνα, οπότε η επικοινωνία είναι διαφορετική, πιο ζεστή. Είχα περάσει υπέροχα πρόπερσι, όταν μείναμε δυόμιση μήνες στη Θεσσαλονίκη με τη "Σμύρνη μου αγαπημένη” στο Μέγαρο Μουσικής. Ήταν σαν να πάγωσε ο χρόνος. Ένιωθα σαν φοιτήτρια, με μια απίστευτη ανεμελιά. Ήμασταν μεγάλη παρέα, ένας μεγάλος θίασος, και το μόνο που με απασχολούσε ήταν σε ποιο μπαρ θα πάω μετά την παράσταση!
Πώς επιλέγεις τις δουλειές σου; Με το ένστικτο ή πιο λογικά;
Νομίζω κυρίως με τους ανθρώπους. Φυσικά μετράει και το έργο, το κείμενο, ο ρόλος, αλλά πάνω απ’ όλα οι συνεργασίες. Το θέατρο για μένα είναι συναντήσεις. Και δεν εννοώ μόνο τις ανθρώπινες σχέσεις πίσω από τη σκηνή, αλλά και αυτές πάνω στη σκηνή -τις αληθινές ματιές, τα βλέμματα, ένα άγγιγμα την ώρα του παιχνιδιού. Αυτή είναι η μεγάλη μαγεία του θεάτρου. Και όταν όλα αυτά συμβαίνουν πάνω σε ένα ωραίο κείμενο, τότε η χαρά είναι πλήρης.
Αναφέρθηκες στις ομάδες και στις σχέσεις με τους συναδέλφους. Το Θέατρο Αμόρε υπήρξε ένα σημείο αναφοράς για τη γενιά σου. Σε καθόρισε;
Πάρα πολύ. Στο Αμόρε είχαμε δέσει απίστευτα. Δουλεύαμε ξανά και ξανά μαζί, είχαμε πετάξει κάθε ντροπή. Ο ένας ήξερε τον άλλον απ’ έξω κι ανακατωτά. Όταν ξεπεράσεις τις αντιστάσεις σου, μπορείς να πας πολύ μακριά με κάποιον σκηνικά. Ήταν σαν μια ακαδημία. Γι’ αυτό έχω συνηθίσει να δουλεύω σε ομάδα. Ήμουν σχεδόν δέκα χρόνια εκεί. Μετά ήθελα να ανοίξω τα φτερά μου, να δοκιμάσω και κάτι άλλο, πιο "κεντρικό” θα το έλεγα, όχι απαραίτητα "εμπορικό”. Δεν μου αρέσει η λέξη "εμπορικό”, γιατί το θέατρο δεν χωρίζεται έτσι. Ένα έργο μπορεί να παιχτεί στο πιο μεγάλο θέατρο και να έχει την ψυχή μιας ομάδας.

Πιστεύεις ότι υπάρχει σήμερα κάτι ανάλογο με το Αμόρε;
Δυστυχώς όχι. Και αυτό με στενοχωρεί πολύ. Δεν υπάρχει κάποιος συνεχιστής, κάποια ομάδα που να λειτουργεί με τον τρόπο εκείνον. Και κάτι άλλο που με πονάει είναι ότι δεν έχει διασωθεί σχεδόν κανένα υλικό. Δεν υπάρχει αρχείο, φωτογραφίες, βίντεο. Θεωρώ πως το Αμόρε πρέπει να έχει μια θέση στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου. Παλιά που δίδασκα, οι μαθητές μου δεν ήξεραν καν τι ήταν το Αμόρε. Δεν είχαν ακούσει ούτε τους βασικούς ηθοποιούς που τότε μεγαλούργησαν εκεί.
Τι κρατάς σήμερα από εκείνα τα χρόνια;
Έχουν περάσει περίπου 23 χρόνια από τότε που ήμουν εκεί, κι όμως οι παραστάσεις εκείνης της εποχής δεν μου φαίνονται καθόλου ξεπερασμένες. Αντιθέτως, παραμένουν προχωρημένες, ακόμη και σήμερα. Ήταν ένα θέατρο που παρουσίαζε σύγχρονους συγγραφείς, έργα που τότε δεν ήξερε σχεδόν κανείς στην Ελλάδα. Είδαμε και γνωρίσαμε πράγματα που τότε ήταν πρωτόγνωρα. Και ο χώρος του Αμόρε είχε κάτι το ιδιαίτερο — μια αίσθηση αγκαλιάς, φωλιάς. Έμπαινες μέσα και ένιωθες ότι ανήκεις, ακόμα κι αν δεν ήσουν μέρος της ομάδας. Για μένα το Αμόρε ήταν πραγματικά ένας μικρός ναός. Ένας ναός που κουβαλάω μέσα μου και που μου έδωσε πάρα πολλά. Γέμισα μια μεγάλη "βαλίτσα” με εμπειρίες και συναισθήματα από εκεί, που με συντροφεύουν ακόμα.
Και πορεύεσαι μ’ αυτές τις εμπειρίες μέχρι σήμερα.
Εκεί έμαθα πώς να στέκομαι στο θέατρο, πώς να δουλεύω μέσα σε μια ομάδα, πώς να αφοσιώνομαι. Και παρότι αναγνωρίστηκα σχετικά νωρίς, κυρίως λόγω της τηλεόρασης, πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου πολύ τυχερό. Έχω κάνει πάνω από εξήντα – ίσως και εβδομήντα – παραστάσεις. Στο Αμόρε κάναμε δύο ή και τρεις τη σεζόν! Και δεν σταμάτησα ποτέ να κάνω θέατρο.

Παράλληλα όμως, έκανες και τηλεόραση, σε μια εποχή που θεωρούνταν "παραχώρηση" για έναν ηθοποιό του θεάτρου.
Ναι, τότε η τηλεόραση θεωρούνταν σχεδόν ντροπή. Υπήρχε η αντίληψη ότι "όποιος κάνει τηλεόραση, ξεπουλιέται”. Εγώ όμως πάντα είχα αυτές τις δύο πλευρές μέσα μου. Ήθελα και το θέατρο, αλλά και τη δημοφιλία που σου έδινε η τηλεόραση. Έκανα εξώφυλλα, φωτογραφήσεις, και ταυτόχρονα έπαιζα στο Αμόρε. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τώρα η τηλεόραση είναι για πολλούς νέους ηθοποιούς το πρώτο βήμα για να φτάσουν στο θέατρο. Είναι η πόρτα που ανοίγει. Τότε όμως είχα ενοχές. Θυμάμαι ήμουν από τα πρώτα σίριαλ της ιδιωτικής τηλεόρασης — το "Μάνα είναι μόνο μία”. Και παρόλο που είχα πολλές προτάσεις, πολλές φορές έλεγα "όχι", για να μπορώ να αφοσιωθώ στο θέατρο. Είχα αυτή την πολυτέλεια, και ίσως και την ωριμότητα να πω "όχι" όταν έπρεπε.
Και πλήρωνες αυτό το "όχι”, φαντάζομαι…
Ναι, βέβαια! Μου έχει τύχει σκηνοθέτης πολύ γνωστός να θυμώσει επειδή αρνήθηκα δουλειά για να πάω διακοπές και μετά να παίξω στο θέατρο. Μου είπε "θα σου κλείσουν όλες οι πόρτες”! Ήταν άλλες εποχές. Υπήρχε μια αλαζονεία, μια αυστηρή ιεραρχία, αλλά και προσφορά — όλα μαζί. Σήμερα, τα πράγματα είναι πιο ισότιμα, πιο συνεργατικά.
Τι είναι αυτό που σε κρατάει ακόμα τόσο ζωντανή και παθιασμένη για τη δουλειά;
Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου έξω από το θέατρο. Με κάθε παράσταση ανακαλύπτω έναν νέο κόσμο μέσα μου. Αυτό με κρατάει: να μην επαναπαύομαι, να προσπαθώ κάθε φορά να ανακαλύπτω κάτι καινούργιο. Τώρα, για παράδειγμα, με τον Φάνη (Μουρατίδη) στη δουλειά που κάνουμε, νιώθω ότι μπορώ κάθε μέρα να "ανοίγω” το κείμενο και να βρίσκω κάτι νέο. Μου έχει δώσει μια ελευθερία, και αυτό είναι ανεκτίμητο.
Υπάρχει κάποιο "απωθημένο" ρόλο που θέλεις να παίξεις;
Όχι, δεν έχω αποθυμένα. Δίνω μεγάλη βάση στις ανθρώπινες συναντήσεις και θέλω δυνατά κείμενα. Το σημαντικό είναι να ανακαλύπτεις κάτι νέο κάθε μέρα μέσα στο κείμενο.
Έχεις παίξει πολύ σύγχρονο θέατρο. Σου λείπει το κλασικό;
Ναι, μου λείπει. Παλιά έπαιζα κλασικό και τώρα θα ήθελα να παίξω Τσέχοφ με τσεχοφικά κοστούμια. Λατρεύω Τσέχοφ. Θέλω κλασική-κλασική προσέγγιση, τώρα που έχω κάνει τόση πρωτοπορία.
Πώς βλέπεις τον εαυτό σου καλλιτεχνικά τα επόμενα χρόνια;
Θέλω να συνεχίσω με καλές ομάδες και συναντήσεις. Είμαι πιο ανοιχτή τώρα, ίσως να δοκιμάσω σωματικό θέατρο. Θα δω τι θα μου προταθεί και θα επιλέξω.

Σκέφτεστε και τη σκηνοθεσία;
Ναι, το έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Έχω σκηνοθετήσει μία φορά και μου είπαν ότι το έκανα καλά. Νομίζω ότι θα έρθει η ώρα για αυτό χωρίς να το πιέσω. Επίσης κάποια στιγμή θα κάνω ένα μονόλογο. Έχω ήδη κάνει κάποιες συζητήσεις. Το να παίξω σε ένα μονόλογο είναι κομμάτι των αποφάσεων που παίρνω για το πόσο χώρο θέλω να ανοίξω ώστε να κάνω πράγματα που μπορεί να έχω στερηθεί.
Είσαι μια ηθοποιός που φροντίζει την σωματική κατάσταση.
Η σωματική και ψυχική ισορροπία είναι αλληλένδετα για μένα. Γυμνάζομαι γιατί θέλω να φροντίσω το σώμα μου και να έχω ποιότητα ζωής μεγαλώνοντας. Η άσκηση είναι μέρος της δουλειάς μας, αλλά το κάνω κυρίως για μένα. Μου δίνει ευεξία και ψυχική ισορροπία. Όπως πρέπει να φροντίζουμε τη φωνή μας, έτσι πρέπει να φροντίζουμε και το σώμα μας.
Έχει επηρεάσει η εμφάνισή σου τη δουλειά σου;
Ναι, μερικές φορές ίσως έχασα ρόλους ή μου λέγανε ότι δεν τσαλακώνομαι. Αλλά δεν παραπονιέμαι, γιατί η καλή εμφάνιση ανοίγει δρόμους στην αρχή, ενώ η προσωπικότητα είναι το πιο σημαντικό.
Πώς είναι μια ήρεμη μέρα για σένα;
Μια ήρεμη μέρα είναι να ξυπνήσω νωρίς, να φτιάξω το πρωινό που θέλω, να πάω για καφέ με φίλους ή με τον άντρα μου, να χαζολογήσω σπίτι με τον γιο μου και να δω λίγα λεπτά τηλεόραση πριν ξεκινήσω την προετοιμασία για την παράσταση.
Ποιο μέρος θεωρείς καταφύγιο για να ξεφύγεις;
Η Αίγινα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου πηγαίνω εκεί κάθε καλοκαίρι και τώρα την προτιμώ το χειμώνα. Μόλις πατάω το πόδι μου εκεί, αποκτώ χαμόγελο.
Αν μπορούσες να φύγεις για τρεις μέρες, πού θα πήγαινες;
Θα ήθελα να ξαναπάω στη Νέα Υόρκη. Ο νους μου τρέχει συνέχεια σε μέρη όπως Νέα Υόρκη, Παρίσι, Αίγινα, αλλά οι ελεύθερες μέρες μου δεν συνάδουν με των φίλων μου.

Τι αγαπάς στην Αίγινα;
Το τοπίο, ειδικά το χειμερινό. Η θάλασσα, η συννεφιά και η αίσθηση των νησιών το χειμώνα σαν backstage. Το καλοκαίρι είναι πολύς κόσμος, ενώ το χειμώνα τα χρώματα και η ηρεμία είναι μοναδικά.
Σου αρέσει το fine dining;
Ναι, μου αρέσει πολύ να πηγαίνω για φαγητό σε αγαπημένα εστιατόρια. Προτιμώ είτε ένα καλό φαγητό είτε μόνο ποτό, δεν συνδυάζω τα δύο.
Ποια είναι τα αγαπημένα σου στέκια στην Αθήνα;
Το Ex Machina, εν θα έλεγα όχι στη ψαροταβέρνα της Μαριγώς στον Πειραιά, μου αρέσει το Gaze και το εστιατόριο του Heritage Hill, το Zale. Επίσης μου αρέσει το ουζερί του Λάκη στην Πλατεία Βικτωρίας.
Έχεις κάποιο αγαπημένο κρασί ή γλυκό;
Δεν μπορώ να αρνηθώ κανένα γλυκό και πίνω κυρίως κρασί, ενώ το καλοκαίρι μπορώ να πιω μοχίτο ή μαργαρίτα. Μου αρέσουν τα κρασιά Κτήμα Άλφα.
Τι θεωρείς πολυτέλεια στη ζωή σου σήμερα;
Να είμαι με τους ανθρώπους που αγαπώ και να έχω πρόσβαση σε μέρη που μου αρέσουν, όπως η Αίγινα, η Ίος, η Νάξος, η Σύρος, η Θεσσαλονίκη. Είναι ο μικρός μου κόσμος, είτε έχω σπίτι εκεί είτε όχι.
Κατάγεσαι από μια σπουδαία οικογένεια. Πώς ένιωθες μεγαλώνοντας για την καταγωγή σου;
Ο πατέρας μου ήταν διακεκριμένος μουσικολόγος-βυζαντινολόγος, ο Μάρκος Δραγούμης, με τεράστιο έργο στη δυτική και βυζαντινή μουσική και στη λαϊκή παράδοση. Έχει συγκεντρώσει μεγάλο αρχείο παραδοσιακής μουσικής και ήταν γνωστός για τη μουσική του προσωπικότητα. Ο παππούς μου ήταν ο Φίλιππος Δραγούμης, μικρός αδελφός του Ίωνα Δραγούμη, και η γιαγιά μου ήταν η Ελένη Βαλαωρίτη, εγγονή του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Το όνομά μου το πήρα από τη Ναταλία Δραγούμη, αδελφή του Ίωνα Δραγούμη, που παντρεύτηκε τον Παύλο Μελά. Θείος μου είναι ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο ποιητής, και υπάρχουν πολλοί συγγενείς μου ζωγράφοι. Όσο μεγαλώνω, εκτιμώ όλο και περισσότερο την καταγωγή μου και την αξία του πατέρα μου. Η οικογένειά μου θεωρείται καλλιτεχνική και όχι μόνο πολιτική. Ο παππούς και άλλοι συγγενείς ήταν φωτισμένα πνεύματα στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών.
Πώς ήταν η σχέση σου με τον Νάνο Βαλαωρίτη και την Ναταλία Μελά;
Ερχόταν στο σπίτι μας και στη διάρκεια των σπουδών μου στο Παρίσι, είχα επαφή μαζί του. Είχε πολύ χιούμορ και πνευματική επικοινωνία με τον πατέρα μου. Με τον Νάνο μιλούσαμε μέσω Facebook τα τελευταία χρόνια και είχε πάντα πολύ χιούμορ. Την Ναταλία Μελά την ήξερα πολύ καλά από μικρή, πήγαινα στο σπίτι της στην Κυψέλη και μαγειρεύαμε μαζί. Είχε μεγάλη φαντασία και μεταμόρφωνε απλά υλικά σε μαγικά γλυκά. Μαγείρευε σαν να έκανε ένα ακόμα γλυπτό. Η επαφή μου με την τέχνη προέρχεται από αυτήν τη βαθιά καλλιτεχνική οικογένεια.
Περισσότερες πληροφορίες
2:22 – A Ghost Story
Στο σύγχρονο υπερφυσικό θρίλερ που σάρωσε το Γουέστ Εντ με τον συνδυασμό ίντριγκας, χιούμορ και τρόμου, η Τζεν είναι πεπεισμένη ότι το σπίτι της είναι στοιχειωμένο, αντίθετα με τον σκεπτικισμό του συζύγου της, Σαμ. Κατά τη διάρκεια του δείπνου με τους παλιούς τους φίλους, τη Λορίν και τον νέο της σύντροφο, Μπεν, οι εντάσεις αυξάνονται καθώς συζητούν για την ύπαρξη φαντασμάτων. Καθώς η βραδιά προχωρά, μια ανησυχητική παρουσία πλησιάζει όλο και περισσότερο, αναγκάζοντας την παρέα να μείνει ξύπνια μέχρι τις 2:22 π.μ. για να ανακαλύψει τι κρύβεται πέρα από το προφανές, γεγονός που οδηγεί τους ήρωες να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές συγκρούσεις τους και να αναζητήσουν την αλήθεια.


