Αν και έχουμε θαυμάσει παραστάσεις του στην Ελλάδα, μια συνάντηση με τον Ρομπέρ Λεπάζ είναι πάντοτε πολυαναμενόμενη· ειδικά σε αυτή την περίπτωση, καθώς χάρη στο Rolex Arts Festival είχαμε την ευκαιρία να τον ακούσουμε να αναλύει τον ξεχωριστό τρόπο δουλειάς του, στη συζήτηση που συντόνισε η Κάτια Αρφαρά και δόθηκε σε συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο. Εδώ και τριάντα χρόνια, ο Λεπάζ δημιουργεί με την ομάδα Ex Machina μοναδικές παραστάσεις, όπου η υψηλή τεχνολογία επιστρατεύεται στο όραμα για ένα θέατρο που, ουσιαστικά, πηγαίνει πίσω στις πρωταρχικές ρίζες του storytelling, της αφήγησης ιστοριών. Το σημείο εκκίνησης κάθε δουλειάς τους, όπως εξήγησε ο ίδιος, δεν βρίσκεται σε ένα έργο ούτε καν σε ένα θέμα, αλλά σε μια πηγή. "Θέλουμε να αποφύγουμε τους συμβιβασμούς που φέρνει αναπόφευκτα η δουλειά με ένα συγκεκριμένο θέμα και, αντίθετα, να δουλέψουμε ελεύθερα πάνω στα αμέτρητα επίπεδα που έχει ένα ερέθισμα". Αυτό μπορεί να είναι οτιδήποτε, ένα αντικείμενο, ένας πίνακας ζωγραφικής, ακόμη και ένα σετ τραπουλόχαρτα!
"Σκεφτείτε πόσα θέματα ξεπηδούν από αυτό. Μπορεί να είναι κάτι σχετικό με το δίπολο κόκκινο/μαύρο. Μπορεί να αφορά στην έννοια της τύχης. Ή της μοίρας. Ή της απάτης", εξήγησε. "Η πηγή είναι ένα βαρέλι δίχως πάτο που μας δίνει πολύ χώρο για αυτοσχεδιασμούς, ένα στάδιο όπου ο ηθοποιός εφευρίσκει κι αυτοσχεδιάζει το κείμενό του". Μάλιστα, η ίδια, λίγο-πολύ, διαδικασία ακολουθείται ακόμη και όταν η ομάδα ανεβάζει ένα προϋπάρχον κείμενο. "Σκεφτείτε τον ‘Άμλετ’. Είναι κι αυτός μια πηγή από την οποία προκύπτουν τόσα πράγματα για να πιαστεί κανείς. Η νεκροκεφαλή μόνοπου κρατάει ο Άμλετ σου δίνει τόσα ερεθίσματα". Με αυτά τα δεδομένα δεν είναι περίεργη η επισήμανσή του πως το έργο οριστικοποιείται στην τελευταία παράσταση: "ζητάμε συνεχώς τη συνδρομή των θεατών, όχι μόνο στις ανοιχτές πρόβες που οργανώνουμε ανά τακτά διαστήματα κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας αλλά και όσο παίζονται οι παραστάσεις. Το feedback που μας δίνουν είναι πολύτιμο στην τελική διαμόρφωση της δουλειάς μας", είπε.
Η δουλειά της Ex Machina συνιστά, ουσιαστικά, ένα δίπολο: Χάος εναντίον Κόσμου (Chaos vs Cosmos). Το πρώτο σκέλος είναι που προσπαθεί να επιμηκύνει χρονικά όσο μπορεί περισσότερο: "Όσο βρισκόμαστε στο στάδιο του Χάους δεν υπάρχει κανένα πλάνο, μόνο ο πλούτος των απεριόριστων δυνατοτήτων. Από αυτό θα οδηγηθούμε στον Κόσμο, δηλαδή στη λογική και την ομορφιά των κανόνων και της τάξης". Πρόκειται για μια δημιουργική διαδικασία στην οποία συμμετέχουν εξαρχής όλοι οι συντελεστές της παράστασης, όχι μόνο οι ηθοποιοί και ο σκηνοθέτης: σκηνογράφοι και ενδυματολόγοι, σχεδιαστές φωτισμού και ήχου, ο καθένας στον τομέα του δοκιμάζει, αυτοσχεδιάζει, προτείνει, τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από αυτή την εν εξελίξει διαδικασία. Ακόμη κι αν επί σκηνής βρεθεί μόνος του ο Λεπάζ (όπως στο "887" που είδαμε στη Στέγη), ή δύο ηθοποιοί όλοι κι όλοι, το δωμάτιο των προβών υπήρξε γεμάτο από ανθρώπους και πλήθος ιδεών.
Όσο για το πόσο εύκολο είναι να εμπιστευτεί κανείς μια τόσο ελεύθερη διαδικασία και να πιστέψει πως πράγματι θα γεννηθεί ομορφιά από το Χάος, ο Λεπάζ σχολιάζει: "Νιώθω περίπου σαν τον Κολόμβο: πρέπει να οδηγήσω το πλοίο. Πρέπει να πείσω το πλήρωμα ότι κάπου μακριά εκεί έξω υπάρχει μία ήπειρος, στην οποία κάποτε θα φτάσουμε. Το παν είναι να έχουμε πίστη στη διαδικασία. Να κάνουμε τα προβλήματα φίλους. Να σκεφτόμαστε εκτός πλαισίου. Και να μην ξεχνάμε πως το ίδιο το θέατρο προϋποθέτει και συνοδεύεται από τη λέξη 'παίζω'. Να μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα παιχνίδι".