Μια νέα Μπιενάλε στη Μόσχα, περιοδεύουσες εκθέσεις με θέμα τη Ρωσία σε mega-μουσεία, νέες φουάρ και παραρτήματα ξένων γκαλερί, εκτενή αφιερώματα ξένων περιοδικών στις τοπικές σκηνές της Ρωσίας δημιουργούν σε κάποιον που δεν έχει στενή επαφή με τη χώρα την εικόνα μιας αναπτυσσόμενης σκηνής. Ο Μισιάνο βιάζεται να μας προσγειώσει με την ιδιαίτερα κριτική του άποψη για την προπαγανδιστική χρήση της τέχνης από το ρωσικό κράτος. Εκφράσεις αυτής της λογικής θεωρεί τόσο τη μεγάλη περιοδεύουσα έκθεση "Ρωσία" που διοργάνωσε το Μουσείο Guggenheim όσο και την Μπιενάλε της Μόσχας.
"Σε επίπεδο ιδεών και τα δύο αυτά γεγονότα ήταν πολύ φτωχά· αποσκοπούν στο να κάνουν ντόρο, χωρίς ουσία. Δεν είναι τυχαίο που η έκθεση ''Ρωσία'' ανατέθηκε σε γραφειοκράτες, ενώ για την Μπιενάλε προσκλήθηκαν διάσημοι επιμελητές, χωρίς ιδιαίτερο concept. Είναι σημαντικό που το κράτος θέλει να προωθήσει την τέχνη, πρόκειται όμως κυρίως για κινήσεις εντυπωσιασμού και προπαγάνδας, αντί για το χτίσιμο ενός σοβαρού προγράμματος πολιτιστικής διαχείρισης. Δεν μπορεί να δίνονται τόσα χρήματα σε ένα-δύο μεγάλα events, όταν ο μισθός ενός επιμελητή στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ή ενός καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης είναι μόλις εβδομήντα δολάρια το μήνα (εβδομήντα όχι εφτακόσια!) ή όταν δεν υπάρχουν προγράμματα χρηματοδότησης των Ρώσων καλλιτεχνών που συμμετέχουν σε διεθνείς εκθέσεις. Είναι δυνατόν οι ρωσικές γκαλερί που συμμετέχουν στην Art Athina να χρηματοδοτούνται από το ελληνικό κράτος και όχι από το ρωσικό;".
Η απαισιοδοξία του Μισιάνο ισχύει εν μέρει και για την τέχνη που παράγεται αυτή τη στιγμή στη Ρωσία, όπου διαπιστώνει μια επιστροφή στο παραδοσιακό εικαστικό αντικείμενο, "σε αντίθεση με τη δεκαετία του '90 οπότε και η χώρα βίωνε μια οικονομική και κοινωνική καταστροφή, ενώ η τέχνη ήταν ακόμη μια πιο ''περιθωριακή'' δραστηριότητα, με μια διάθεση ακτιβισμού στις καλλιτεχνικές πρακτικές. Δεν είναι μόνο η αυξανόμενη εμπορευματοποίηση της τέχνης. Είναι φυσικό όταν είσαι χρόνια αποκλεισμένος από την αγορά να μην μπορείς να αντισταθείς στη δύναμή της. Τα προβλήματα είναι η παντελής απουσία μη εμπορικών δραστηριοτήτων ως αντίβαρο και η πολύ ισχνή παρουσία κριτικής και εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα ο καλλιτέχνης να μένει μόνος απέναντι στους πειρασμούς της αγοράς, χωρίς έναν εναλλακτικό κόσμο αξιών. Μιλάμε για μια χώρα στην οποία έχουν μεταφραστεί το πολύ δέκα βιβλία για τη σύγχρονη τέχνη. Η κατάσταση αυτή αντανακλάται και στο επίπεδο των συλλεκτών, που είναι μεν όλο και περισσότεροι και πιο αφοσιωμένοι, έχουν όμως μια εμπορική κατεύθυνση".
Με δεδομένο το ότι η Art Athina υπήρξε η αφορμή για να έρθει το Μάιο στην Αθήνα και να παρουσιάσει δύο εκθέσεις, τον ρωτήσαμε κατά πόσον η ενδυνάμωση του ρόλου των εμπορικών φουάρ που παρατηρείται τελευταία επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την τέχνη. "Πρόκειται για ένα μεγάλο και πολύπλοκο θέμα. Από τη μία έχουμε μια δυναμική επιστροφή των φουάρ που προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν το προφίλ τους και να ενδυναμώσουν το προϊόν τους με μη εμπορικά γεγονότα, διεκδικώντας το στάτους ενός πολιτιστικού event. Από την άλλη, παρατηρούμε μη εμπορικά γεγονότα, όπως οι μπιενάλε, να παρουσιάζουν ένα όλο και πιο χαμηλό επίπεδο από πλευράς ιδεών, δίνοντας την εντύπωση ότι ακολουθούν απλώς την αγορά – όπως οι τελευταίες Μπιενάλε της Βενετίας ή της Λιόν, για παράδειγμα. Αυτό έχει αποτέλεσμα το μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Όσο πιο επιθετικό γίνεται το θέαμα τόσο μεγαλώνει ο διχασμός ανάμεσα σ' εκείνους που κυνηγούν τη δύναμη και σ' εκείνους που αναζητούν εναλλακτικές διεξόδους. Ένας μηχανισμός μπορεί να αξιοποιηθεί διαφορετικά ως όχημα από έξυπνους ανθρώπους με όραμα απ' ό,τι αν τον χρησιμοποιούν διεφθαρμένοι επιμελητές τέχνης. Βέβαια, υπάρχει πάντα και η απομίμηση της αντίστασης, που έχει γίνει της μόδας. Ο διαχωρισμός ανάμεσα στην πραγματική και την πλαστή αντίσταση δεν είναι εύκολος, παρ' όλα αυτά και το να τον αναζητήσεις αποτελεί μια στάση".
Τι ακριβώς θα επιμεληθεί, όμως, ο ίδιος στο πλαίσιο της Art Athina που εγκαινιάζεται στα τέλη Μαΐου; Δύο διαφορετικά events: μια σειρά δράσεων με τίτλο "Critically in between…", που θα πραγματοποιηθούν ανάμεσα στα περίπτερα των γκαλερί, και μια έκθεση με τίτλο "Progressive Nostalgia", με έργα καλλιτεχνών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, στο Μουσείο Μπενάκη. "Το πρώτο προέκυψε όταν με ρώτησε ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Art Athina Χρήστος Σαββίδης αν ήμουν διατεθειμένος να παρουσιάσω ένα project μέσα στον ίδιο το χώρο της φουάρ. Δεν είχα λόγο να αρνηθώ. Θεωρώ υποκρισία το να διοργανώνεις μια έκθεση με το budget μιας φουάρ, αλλά να είσαι προκατειλημμένος απέναντι στο ίδιο το γεγονός και το χώρο. Σκέφτηκα, λοιπόν, να διοργανώσω μια σειρά δράσεων μέσα στο χώρο της φουάρ που θα υιοθετούν ταυτόχρονα μια κριτική στάση απέναντί της.
Στην έκθεση ''Progressive Nostalgia'' συμμετέχουν καλλιτέχνες διαφορετικών χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, από το Καζακστάν έως την Εσθονία, που το έργο τους καταπιάνεται με διαφορετικές αναγνώσεις του ιστορικού παρελθόντος και αποτελεί μια εναλλακτική πρόταση στον υπερκαταναλωτισμό και το ρητορικό πατριωτισμό που εκφράζει η κυβέρνηση Πούτιν. Δεν με ενδιαφέρει να παρουσιάσω απλώς όμορφα αντικείμενα, αλλά να διερευνήσω την τρέχουσα κοινωνικοπολιτική τάξη πραγμάτων και το πώς οι καλλιτέχνες αντιδρούν υιοθετώντας μια κριτική στάση".