
Φέτος το καλοκαίρι αποφάσισα να επιχειρήσω το (μέχρι πρότινος για μένα) αδιανόητο: να κάνω διακοπές όχι σε νησί αλλά στο βουνό. Βοήθησε βέβαια και το πολύ καλό τριήμερο συναυλιακό πρόγραμμα του Anilio Park Festival, έτσι ο Αύγουστος με βρήκε να σκαρφαλώνω την Πίνδο, απομακρυνόμενη όλο και περισσότερο από τη στάθμη της θάλασσας, με ένα fleece μπουφάν, μια σκηνή και μπόλικη περιέργεια για αυτήν τη νέα εμπειρία διακοπών. Βλέπετε, για μια νησιώτισσα γέννημα-θρέμμα το βουνό, ειδικά το καλοκαίρι, είναι ένας τόπος άγνωστος, ανοίκειος• η φύση που οργίαζε όμως κάτω από τον λαμπερό ήλιο αλλά και η αισθητά χαμηλότερη θερμοκρασία ήταν ένα σοβαρό αντάλλαγμα για τους χαμένους παφλασμούς των κυμάτων.
Δεν ήμουν όμως η μόνη που πήρα φέτος αυτή την απόφαση, μιας και οι εξορμήσεις στις ορεινές περιοχές της χώρας αποδείχθηκαν μια πολύ δημοφιλής επιλογή για τους καλοκαιρινούς μήνες, όπως και οι (συνήθως οργανωμένες νωρίτερα) αποδράσεις στο εξωτερικό. Άλλωστε, το αθάνατο ελληνικό καλοκαίρι φαίνεται φέτος να βρίσκεται στο... κρεβάτι του πόνου: το κόστος των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων αλλά και της διαμονής, ειδικά στα νησιά των Κυκλάδων, είναι πλέον δυσβάσταχτο για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, ενώ η άφιξη σε κάποια νησιά επεφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις. Ποιος δεν είδε, για παράδειγμα, τη φωτογραφία από τη γεμάτη κόσμο παραλία στο Κουφονήσι, ένα μέρος που μέχρι πρόσφατα φημιζόταν για την ηρεμία του; ΄Ή τα παράπονα για το πάρκινγκ στη Σέριφο, όπου για να φτάσεις στη Χώρα πολλές φορές έπρεπε να ανηφορίσεις έως και μισή ώρα με τα πόδια λόγω έλλειψης αρκετών θέσεων;
Άλλωστε, αν είναι στις διακοπές να ανησυχούμε για το μποτιλιάρισμα και την εύρεση τραπεζιού/ξαπλώστρας ή, απλώς, αλμυρικιού κάτω από το οποίο θα στρώσουμε την πετσέτα μας, η ξεκούραση και η ανάπαυλα από την καθημερινότητα γίνονται και πάλι έννοιες μακρινές και απρόσιτες. Σε συνδυασμό με τις υψηλές θερμοκρασίες που βιώνουμε μάλιστα τα τελευταία χρόνια, οι πατροπαράδοτες διακοπές by the sea για πολλούς ισοδυναμούν πλέον με πολυέξοδη ταλαιπωρία χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.
Τα τελευταία χρόνια, ειδικά έπειτα από την έρευνα που παρουσίασε τον χειμώνα το ΙΝΣΕΤΕ για τις τουριστικές εισπράξεις στην Ελλάδα την περίοδο 2019-2023, οι οποίες υστερούν στις ορεινές περιοχές, δημιουργήθηκε το στοίχημα της πιο βιώσιμης κατανομής των τουριστικών εσόδων ανά περιοχή, επεκτείνοντας την τουριστική σεζόν. Και αυτό το σχέδιο όμως αντιμετωπίζει τους ορεινούς προορισμούς σαν αποκλειστικό προσόν του χειμώνα και παραβλέπει τις δυνατότητες και τα ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά που μπορεί να προσφέρουν τόσο στους εγχώριους όσο και στους διεθνείς επισκέπτες τους.
Το φυσικό περιβάλλον, οι περιπατητικές διαδρομές, οι λίμνες και τα ποτάμια που είναι κατάλληλα για δροσιστικές βουτιές, τα σημεία για αναρρίχηση αλλά και τα πολιτιστικά στοιχεία, όπως αρχαιολογικοί και λαογραφικοί χώροι, που παραμένουν χωρίς ιδιαίτερη κρατική ενίσχυση, ή ακόμη και τα πανηγύρια μπορούν να διαμορφώσουν ένα νέο ισχυρό τουριστικό προϊόν, το οποίο μπορεί όχι μόνο να ενδυναμώσει τις περιοχές αυτές αλλά και να εξισορροπήσει την υπερφόρτωση των νησιών με κόσμο, κάνοντάς τα πιο βιώσιμα για τους μόνιμους κατοίκους τους και πιο απολαυστικά για τους επισκέπτες τους. Αν το ελληνικό καλοκαίρι φτιάχνεται από ούζο και καλαμαράκι, ήρθε η ώρα να διευρύνει τη "γεύση" του. Η γαστρονομία το έχει ήδη τολμήσει με επιτυχία. Γιατί επομένως να μην ακολουθήσει το ίδιο μονοπάτι και ο τουρισμός;
Φωτογραφία από το Anilio Park Festival