
Από την αρχή θέλω να το πω αυτό, όπως το ένιωσα, για να είναι σαφές: Το Πέτρα και Φως είναι ένα πολύ "προσωπικό" ξενοδοχείο, από εκείνα που εμένα τουλάχιστον, μου αρέσουν πολύ. Το πρόσωπο πίσω από το "προσωπικό" αυτό ξενοδοχείο είναι η Πέγκυ Νίκα, η ιδιοκτήτρια και πανταχού παρούσα. Εξηγώ:

Πέτρα και Φως και Πέγκυ
Στη Μάνη το καλοκαίρι είναι ζεστό, τα μεσημέρια του καλοκαιριού ακόμα πιο ζεστά. Ένα τέτοιο ολόφωτο, καυτό μεσημέρι έφτασα στο lobby του Πέτρα και Φως για το check in, το είδα όαση μπροστά μου. Χωρίς να γνωρίζω από πριν την Πέγκυ, η οποία ήταν τυχαία εκεί, κάπως στη διαδικασία με τις ταυτότητες κλπ αρχίσαμε να μιλάμε – για όλους και όλα – ούτε κατάλαβα πώς, σαν να γνωριζόμασταν χρόνια. Δεν μου έχει ξανατύχει. Λίγο αργότερα στο pool bar όπου κατέβηκα με το laptop μου (γιατί αυτά κάνω εγώ στα pool bars, άλλοι παίρνουν αντηλιακό, εγώ παίρνω laptop και gin tonic) είδα ότι εκτός από "προσωπικό" το Πέτρα και Φως είναι και "οικογενειακό". Εννοώ ότι η Πέγκυ τους γνωρίζει όλους, ξέρει τα γενέθλια της Βάνας και από πότε ξεκίνησε να δουλεύει στο ξενοδοχείο ο Νίκος. Είναι πραγματικά μια οικογένεια αυτοί εδώ, το βλέπω, συνεννοούνται με τα βλέμματα. Κάπως έχω παρασυρθεί όμως και δεν έχω πει ακόμα κάποια βασικά πράγματα για το ξενοδοχείο.

Το δωμάτιο μου
Λοιπόν το Πέτρα και Φως είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομα του. Φτιαγμένο από πέτρα, με τον παραδοσιακό τρόπο που έχτιζαν στη Μάνη, είναι λουσμένο στο φως και έχει μαγευτική θέα στον κόλπο του Οίτυλου – και από τα 23 του δωμάτια και σουίτες. Στο δικό μου, κάτω από την ψηλή οροφή του με τα ξύλινα δοκάρια, υπάρχουν συγκρατημένες αναφορές στην παράδοση – λογικό – χωρίς φανατισμούς και υπερβολές, πράγμα που προσωπικά εκτιμώ ένα παραπάνω, γιατί απέχω ιδιαίτερα από την παραδοσιολατρεία. Δίπλα στις παραδοσιακές αναφορές υπάρχουν στοιχεία που παραπέμπουν σε μια καθαρά σύγχρονη αισθητική ματιά, και αυτή ακριβώς η συνύπαρξη είναι που κάνει το όλο σύνολο ενδιαφέρον. Και cool. Η αλήθεια είναι πως ελάχιστα ξενοδοχεία στο επίπεδο του Πέτρα και Φως καταφέρνουν να είναι και τόσο cool ταυτόχρονα.

Το πρωινό μου
Αυτό μάλλον προκύπτει από την Πέγκυ, σκέφτομαι στο πρωινό, με τη διαύγεια που μου δίνουν οι "τραβηχτές", αυτά τα λεπτά και τραγανά μανιάτικα pancakes που φτιάχνονται με ζυμάρι που "τραβιέται" στο χέρι και τηγανίζεται μέχρι να ροδίσει. Οι τραβηχτές και ένας πολύ καλός flat white γιατί είπαμε το παραδοσιακό μόνο του το βαριόμαστε. Έχω έρθει νωρίς, είναι ήσυχα, φωτεινά και νόστιμα, ακριβώς η αρχή που χρειαζόμουν για τη σημερινή μάλλον κουραστική μέρα η οποία ευτυχώς θα καταλήξει το βράδυ σε δείπνο στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, την "Ανερούσα". Το μόνο που θα ήθελα ακόμα σε αυτό το πρωινό είναι ένα cool soundtrack σε mood John Coltrane, θα του πήγαινε. Να θυμηθώ να το προτείνω.

Μια βραδιά στην Ανερούσα
"Ανερούσα" όπως η νεράιδα του γιαλού, ένα θαλασσινό ξωτικό που αναφέρει και ο Παλαμάς. Αυτά τα μαθαίνω ενώ απολαμβάνω αφ’ υψηλού τη θέα στον κόλπο του Οίτυλου, κάθομαι κάτω από τα αστέρια σε έναν εντυπωσιακό εξωτερικό χώρο από πέτρα, και το αεράκι φουσκώνει τα ανοιχτά λινά πουκάμισα των αγοριών. Το μενού του εστιατορίου, που έχει επιμεληθεί ο consulting chef Γιώργος Χωραϊτης, μας το μαγειρεύει στην κουζίνα ο resident chef EJ Gudoi. Στα περισσότερα πιάτα ξεκινάμε με αφετηρία κάποιο τοπικό υλικό (τσαουλιά, γκόγκες, σύγκλινο κλπ) και καταλήγουμε σε γεύσεις που μιλάνε ελληνικά με κάπως μανιάτικη προφορά, δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει κάτι τέτοιο, αλλά καταλαβαίνετε τί εννοώ.
Από αυτή τη βραδιά θα θυμάμαι σίγουρα το καρπάτσιο αγκινάρας Γαϊτσών (για όσους δεν γνωρίζουν οι Γαϊτσές είναι ορεινό χωριό στις πλαγιές του Ταΰγετου), και την τσουχτή (για όσους δεν γνωρίζουν αυτή είναι παραδοσιακή μανιάτικη μακαρονάδα με βούτυρο και τηγανητό αυγό) με σύγκλινο. Επίσης θα θυμάμαι και την υπόσχεση μου να επιστρέψω το φθινόπωρο για να μαζέψουμε τις ελιές. Κάθε χρόνο όλο το ξενοδοχείο πάει, εγώ θα λείπω;