
Ταξιδέψαμε πρώτη φορά με τον πεντάχρονο γιο μας Άρη όλοι μαζί αεροπορικώς τα περασμένα Χριστούγεννα για Λονδίνο. Ακούγοντας συμβουλές φίλων και γονιών, είχαμε έτοιμες λίστες με τα μουσεία που έπρεπε να επισκεφθούμε, τα θεάματα που έπρεπε να δούμε, τις βόλτες που οφείλαμε να κάνουμε. "Πάρτε μαζί και το πατίνι, καλού κακού", μας προειδοποιήσαν μήπως κουραστεί από το πολύ περπάτημα. Με όλες τις πληροφορίες καλά καταγεγραμμένες –και το πατίνι στη βαλίτσα– φτάσαμε στο αεροδρόμιο για να διαπιστώσουμε από την πρώτη στιγμή ότι το ταξίδι με παιδί είναι μια άλλη πίστα.
Πετάς-δεν πετάς στην Business, θα μπεις σε μικρότερη ουρά, με άλλους χαρωπούς γονείς με τα παιδιά τους, έτοιμους να πιάσουν κουβέντα – κι έχουν κάθε λόγο να είναι χαρούμενοι. Ο έλεγχος είναι γρήγορος, τα χαμόγελα πλατιά, η εξυπηρέτηση τόσο ευγενική που σπάνια συναντάς. Στο χώρο των αφίξεων, το παιδί περνά χωρίς πάσο, οπότε κατευθυνόμαστε γρήγορα στο lounge της Αegean. Μαντέψτε: και εκεί περνάτε μαζί, χωρίς να χρειαστεί να θυσιάσεις ένα ακόμη κουπόνι από το λογαριασμό σου. Εκεί πια, στους μπουφέδες με τα γλυκά και τα σάντουιτς, ο Άρης δεν θέλει να φύγει. Έχει δώσει μια υπόσχεση: δεν ακούγεται κανείς, οφείλει κι εκείνος να είναι ήσυχος.

Περπατώντας προς το αεροπλάνο, βλέπεις γονείς, μικρούς και μεγάλους να σου χαμογελούν, να θέλουν να σου πιάσουν κουβέντα. "Πού πάτε;", "τι τάξη πάει;". Έτσι είναι, το παιδί ανοίγει συζητήσεις, είτε το θέλεις είτε όχι. Όταν ταξιδεύω μόνος και με ακουστικά στα αυτιά, δεν υποκύπτω σε φατικές συζητήσεις για τον καιρό και την κίνηση. Στην πύλη έχουμε προτεραιότητα στην επιβίβαση για να ακολουθήσει η προτεραιότητα στο σερβίρισμα, ένα δωράκι για το παιδί, ένα γλύκισμα… Ένας νέος υπέροχος κόσμος. Με το iPad φορτισμένο και φορτωμένο με τα αγαπημένα του θεάματα, θα μπορούσε να ταξιδέψει μέχρι τη Σελήνη.
Βεβαίως, τα βλέπω τα βλέμματα εκείνων που ανησυχούν ότι η πτήση θα είναι μια κόλαση με τσιρίδες, κακομαθημένες απαιτήσεις και κλοτσιές στο μπροστινό κάθισμα. Έχω υπάρξει στη θέση τους. Έχω δυσανασχετήσει με τα παραπάνω, αλλά τώρα πια καταλαβαίνω ότι δεν είναι το παιδί που ενοχλεί, αλλά ο γονιός. Εκείνος φέρει στη συμπεριφορά του το πασπαρτού "παιδί είναι", το οποίο σημαίνει ότι το παιδί μπορεί να είναι ανεξέλεγκτο, να φωνάζει, να σηκώνεται όρθιο. Από την άλλη, μπορείς να κατανοήσεις το παιδί που δυσκολεύεται, με αυτιά και μύτες να πονάνε. Και κυρίως μπορείς να καταλάβεις τον γονιό που σε κοιτά με τη συγγνώμη ζωγραφισμένη στο βλέμμα. Οπότε κι εσύ οφείλεις να ανταποδώσεις, να αναγνωρίσεις την πρόθεσή του. Να χαμογελάσεις και να πεις: δεν πειράζει.

Στην αποβίβαση, το κλίμα αλλάζει. Όπως σε κάθε άλλη πτήση, σηκώνονται όλοι όρθιοι, ανοίγουν το ντουλάπι των αποσκευών, συνωστίζονται στο διάδρομο. Το παιδί είναι απλώς εμπόδιο στο διάβα των βιαστικών, καμία προτεραιότητα. Βγαίνουμε τελευταίοι, μπαίνει στο πιλοτήριο – άλλη μια χαρά που έχει χαθεί στη μετά τους Δίδυμους Πύργους εποχή. Στον έλεγχο, τα παιδιά δεν περνούν από τα αυτόματα γκισέ, γι’ αυτό και στριμωχνόμαστε στην ουρά μαζί με τους άλλους γονείς. Τώρα πια, δεν έχει χαμόγελα. Όπου φύγει φύγει.
Δεν το χρειαστήκαμε τελικώς το πατίνι, δεν διαμαρτυρήθηκε για τα πολλά βήματα που κάναμε καθημερινά. Μπαινοβγαίναμε σε double decker buses, στο tube, σε Uber και black cabs με όριο ταχύτηταςτα 32 χιλιόμετρα. Science Museum και Natural History Museum με απίθανα εστιατόρια για να φας και να κάνεις το απαραίτητο διάλειμμα από την περιήγηση, Big Ben, "Lion King" (στη matinée), Kew Gardens, Moco Museum, Tate Modern και Borough Market, Hyde Park, έκθεση του Tim Burton στο Design Museum. Όλα αυτά βέβαια μοιρασμένα σε ένα το πολύ δυο πράγματα ανά ημέρα κι έχοντας κλείσει εισιτήρια από πριν. Νύχτωνε νωρίς, τα φώτα μας μάγευαν, είναι το πρώτο μας ταξίδι και θα το θυμόμαστε για πάντα, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.