
Το γεγονός του ξεριζωμού της σεφαραδίτικης κοινότητας θα βρίσκεται στο επίκεντρο του νέου μουσείου.

Ίσως είναι κάτι παραπάνω από την «εκπλήρωση μίας ιστορικής ευθύνης», όπως δήλωσε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, κ. Γιάννης Μπουτάρης. Δήλωση με ουσία που ακούστηκε την περασμένη Πέμπτη 15 Ιουνίου, στην παρουσίαση των σχεδίων για το Μουσείο Ολοκαυτώματος Θεσσαλονίκης. Μάρτυρες – μεταξύ άλλων - του νέου κεφαλαίου που ανοίγει η εβραϊκή κοινότητα – και κατ’ επέκταση ολόκληρη η πόλη - ήταν ο πρωθυπουργός Ισραήλ, Μπένιαμιν Νετανιάχου, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας κ. Αλέξης Τσίπρας και ο πρόεδρος της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης, κ. Ντέιβιντ Σαλτιέλ.

Σχεδόν 75 χρόνια μετά την «μαζική αποστολή» των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, η πόλη μοιάζει να νιώθει πιο άνετα με το παρελθόν της και την τραγωδία που βίωσε κάτω από το δέρμα της.
Τον πρωθυπουργό του Ισραήλ υποδέχθηκαν η Ρέιτσελ και ο Ελιάου, τα παιδιά ενός 93χρονου επιζώντα του Ολοκαυτώματος που δεν ήταν σε θέση να δώσει το παρόν για λόγους υγείας. «Σας προσκαλώ να αποκαλύψουμε την μεγάλη τιμητική πλακέτα του νέου μουσείου για δύο λόγους: τον εορτασμό της μνήμης και την αποφασιστικότητα της πρόληψης. Γιορτάζουμε την μνήμη των ανθρώπων αυτών και ταυτόχρονα υποσχόμεθα στους εαυτούς μας ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ ξανά».

Τα εναπομείναντα μέλη της κοινότητας, που αριθμούν λιγότερα από 1.000, ονειρευόντουσαν εδώ και πολλά χρόνια την δημιουργία ενός Μουσείου Ολοκαυτώματος στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Μίας πόλης που υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του σεφαραδισμού για 450 χρόνια μετά την απέλασή τους από την Ισπανία. Δεν είναι τυχαίο, το γεγονός ότι στις αρχές του 20ου αιώνα περίπου 90.000 Εβραίοι ζούσαν στην Θεσσαλονίκη, το λιμάνι της οποίας αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους θαλάσσιους κόμβους της Μεσογείου.
Οι Ναζί μπήκαν στην πόλη τον Απρίλιο του 1941 και στις αρχές του 1943 αποφάσισαν να προωθήσουν τον εβραϊκό πληθυσμό στο Άουσβιτς. Έτσι, μέχρι τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς συνολικά 49.000 εβραίοι (από τους 55.000 που ζούσαν στην Θεσσαλονίκη) στάλθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης εκ των οποίων επέζησαν λιγότεροι από 2.000. Στην συνέχεια, οι συναγωγές καταστράφηκαν, οι βιβλιοθήκες τους μεταφέρθηκαν στην Γερμανία και τα μνήματα του νεκροταφείου τους χρησιμοποιήθηκαν ως δομικά υλικά γενικής χρήσης. Τότε ήταν που το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο χτίστηκε στην κορυφή του αρχαίου εβραϊκού νεκροταφείου ενώ τα αρχεία της κοινότητας παραμένουν μέχρι σήμερα στο Κρεμλίνο παρά τις έντονες διπλωματικές προσπάθειες.
Κάπως έτσι μπαίνει στην εικόνα ο Γιάννης Μπουτάρης που είναι αποφασισμένος να ανακατέψει απενοχοποιημένα την τράπουλα της κοσμοπολίτικης ιστορίας της πόλης – μέσα από όλες τις εθνολογικές πτυχές της. «Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούμε να έχουμε απόλυτη επίγνωση του τι σημαίνει αυτό το έγκλημα που διαπράχθηκε και γιατί πρέπει πάση θυσία να μην επαναληφθεί», δήλωσε ο ίδιος στο περιθώριο της τελετής του Μουσείου Ολοκαυτώματος Θεσσαλονίκης το οποίο αναμένεται να παραδοθεί μέχρι το τέλος του 2020 και να απλώνεται σε 6 ορόφους συνολικής έκτασης 5 στρεμμάτων. Πέρα από την ιστορία των σεφαραδιτών που εκτοπίστηκαν και δολοφονήθηκαν, το μουσείο θα έχει αναφορές και στην ρουμανικής καταγωγής εβραϊκή κοινότητα.
Ένα μέρος της έκτασης έγινε δωρεά από τον ΟΣΕ με σκοπό τοκτίριο να κοιτάζει τον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης – μιας και έτσι μεταφέρθηκαν στο Άουσβιτς οι εκδιωγμένοι. Επί των οικονομικών, 12 εκατομμύρια ευρώ αντλήθηκαν από τοΊδρυμα Σταύρος Νιάρχος και 10 εκατομμύρια ευρώ από την γερμανική κυβέρνηση.
Ο συμβολισμός της ανέγερσης του μουσείου αυτού αγγίζει τις δύο πληγές της εποχής.Την οικονομική κρίση και την άνοδο του νεο-ναζισμού.Όμως, εκτός αυτών, ο κ. Μπουτάρης οραματίζεται το νέο μουσείο να διαδραματίσει έναν θεσμό εκπαίδευσης και επιμόρφωσης γύρω από τις αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανεκτικότητας.