
Μέσα σε ένα σκηνικό περιβάλλον που θυμίζει σετ απ συναυλίας με πλήθος οργάνων (πλήκτρα, κρουστά, πνευστά, έγχορδα), η Φένια Παπαδόδημα σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Γεωργουδάκη, αφηγείται και ερμηνεύει το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ενώ επίσης παίζει μουσική και τραγουδάει• μαζί της στη σκηνή οι μουσικοί Γιώργος Παλαμιώτης και Παναγιώτης Κωστόπουλος ερμηνεύουν το κείμενο μέσα από το δικό τους, μουσικό πρίσμα. Η ερμηνεία της Παπαδόδημα χαρακτηρίζεται από γλαφυρότητα και ερμηνευτική ευελιξία, καθώς αφηγείται την ιστορία του του δερβίση, που -καθώς ο καφενές στον οποίο συχνάζει κλείνει για ένα βράδυ- περιπλανιέται στην άδεια Αθήνα, ενώ οι μουσικές που ακούγονται εκτείνονται από τους ανατολίτικους αμανέδες στα δημοτικά μοιρολόγια κι από αυτά στην τζαζ και τα μπλουζ! Έτσι η πολυπολιτισμική Αθήνα του Παπαδιαμάντη, μια πόλη στα τέλη του 19ου αι. που παλεύει να συγκροτήσει την πολιτισμική της ταυτότητα, πατώντας τόσο στην αρχαία κληρονομιά, στην οθωμανική επιρροή αλλά και στα καλέσματα της Δύσης, ζωντανεύει χάρη στο χαρακτήρα και την ποικιλομορφία της μουσικής, η οποία δεν ντύνει απλώς αλλά αφηγείται με τον τρόπο της την ιστορία.

Η παράσταση εγείρει συναισθήματα και διεγείρει τις αισθήσεις, χάρη στο μουσικό χαρακτήρα της και στη ζωηρή ερμηνεία της Παπαδόδημα (στην οποία ανήκει επίσης η ιδέα και η μουσική σύνθεση), όμως το κείμενο δίνεται αποσπασματικά: μεγάλα μουσικά διαλείμματα διακόπτουν τη ροή της αφήγησης σε σημείο που η παρακολούθηση της ιστορίας αποδεικνύεται προβληματική. Με αυτό τον τρόπο ζημιώνεται το ίδιο το έργο που αποτέλεσε αφορμή γι' αυτή τη -μουσική κατά κύριο λόγο- παράσταση: υποβιβάζεται δηλαδή ό,τι μπορεί να συμβολίζει ο περιπλανώμενος δερβίσης -τον άλλον, τον διαφορετικό, τον αλλόθρησκο, τον ξένο-, καθώς και όλα τα υπόλοιπα ζητήματα που προκύπτουν -εθνικής ταυτότητας, ιστορικής συνέχειας, μνήμης κλπ- και η απόλαυση της παράστασης μένει σε αισθητικό επίπεδο.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο ξεπεσμένος δερβίσης
Το αριστουργηματικό αφήγημα για την κοινωνική απομόνωση και την πολιτισμική διαφορετικότητα εμποτίζεται με μουσική και τραγούδια, έναν παράλληλο μουσικό κόσμο εμπνευσμένο από τα προσωπικά βιώματα των ερμηνευτών και ψηφιακή ζωγραφική του Γ. Κόρδη. Ο αινιγματικός ήρωας του «Ξεπεσμένου Δερβίση» τριγυρίζει σαν αερικό στα σοκάκια της Ακρόπολης το φθινόπωρο του 1896, πίνοντας καμιά φορά τη μαστίχα του στο καφενείο «έμπροσθεν του Θησείου», αν κάποιος τον κεράσει. «Άστεγος, ανέστιος, φερέοικος, διωγμένος, εξωρισμένος», ο Δερβίσης είναι ο διαχρονικός ξένος. Κεντρικό σκηνικό της αφήγησης, το βουητό των θαμώνων που μπαινοβγαίνουν στο καφενείο μέχρι που αυτό κλείνει όταν έρχεται «η πεπρωμένη νυξ». Αυτή την κρύα και μοιραία νύχτα ο δερβίσης θα βρεθεί ολομόναχος στον δρόμο, μετά την αστυνομική διαταγή να κλείσει το καφενείο. Μην έχοντας που να κοιμηθεί, κατεβαίνει στην τότε ακόμα υπό κατασκευή σήραγγα του Θησείου.