
Ανάμεσα σε δύο κωμωδίες βρίσκεται φέτος ο Δημήτρης Μακαλιάς. Στον "Ράφτη κυριών" του Ζορζ Φεϊντό, συναντά τον εκρηκτικό ρυθμό και τις παρεξηγήσεις της κλασικής γαλλικής φάρσας με την καθοδήγηση του Γιάννη Κακλέα (avant premiere στις 24/10) και τη φρέσκια ματιά του Ζήση Ρούμπου πάνω στην ελληνικότητα μέσα από το "Σποτ", σε σκηνοθεσία Σοφίας Πάσχου, μια παράσταση που ισορροπεί ανάμεσα στο καυστικό σχόλιο και το χιούμορ της στιγμής (από 27/10). Παρότι κινούνται σε διαφορετικούς άξονες, οι δύο παραστάσεις μοιράζονται το ίδιο DNA: την άμεση σύνδεση με το κοινό, ενώ παίζονται παράλληλα και στην ίδια σκηνή, στο θέατρο Γκλόρια. Με αυτήν τη διπλή αφορμή μιλήσαμε με τον ηθοποιό για τους μηχανισμούς της κωμωδίας, τους ρόλους που υποδύεται, την "εύθικτη" εποχή μας και το "Σύνδρομο της Καρυάτιδας".
"Η κωμωδία είναι ένα είδος που λατρεύω. Τα τελευταία χρόνια έχω εστιάσει σχεδόν αποκλειστικά στην κωμωδία και ειδικά στη διαδραστική. Το έχω ανάγκη να έρθω σε επαφή με τον κόσμο μέσα από τον διαδραστικό χαρακτήρα των παραστάσεων. Να επικοινωνούμε δηλαδή με το κοινό με τον αμεσότερο δυνατό τρόπο, να αναπνέουμε μαζί του, αλλά και να συνομιλούμε τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά. Άλλωστε η διάδραση είναι ένα κοινό στοιχείο και στα δύο έργα που συμμετέχω φέτος. Η κωμωδία είναι το πιο γενναιόδωρο είδος για τον ηθοποιό, επειδή καταλαβαίνει αμέσως αν αυτό που κάνει έχει ανταπόκριση. Το γέλιο είναι αντανακλαστικό, λειτουργεί χωρίς φίλτρα: είτε θα γελάσεις είτε όχι. Δεν μπορείς να το λογοκρίνεις. Κι εγώ, επειδή νιώθω ευτυχία όταν βλέπω τον κόσμο χαρούμενο, θέλω να τον δω να ξεχνιέται, να περνάει καλά για μιάμιση-δύο ώρες. Η ανταπόδοση είναι πολύ άμεση".
"Το γέλιο είναι αντανακλαστικό, λειτουργεί χωρίς φίλτρα: είτε θα γελάσεις είτε όχι. Δεν μπορείς να το λογοκρίνεις. Νιώθω ευτυχία όταν βλέπω τον κόσμο να ξεχνιέται και να περνάει καλά για μιάμιση-δύο ώρες".
Η φετινή είναι η πρώτη του συνεργασία με τον Γιάννη Κακλέα. "Είχα δει πολλές παραστάσεις του και πάντα έλεγα ότι θα ήθελα να δουλέψω μαζί του. Ο Γιάννης έχει γενικότερα μια πολύ ωραία οπτική πάνω στα πράγματα: μπορεί να πάρει ένα έργο που θεωρείς δεδομένο το πώς θα ανέβει θεατρικά και να του δώσει μια εναλλακτική διάσταση. Τώρα που συνεργάζομαι μαζί του, μπορώ να δω ξεκάθαρα τη γραφή του, τη σφραγίδα του. Ο τρόπος δουλειάς του αλλά και η αισθητική του μου ταιριάζουν απόλυτα καλλιτεχνικά. Θεωρώ ότι είναι μετρ της κωμωδίας. Ξέρει πάρα πολύ καλά πώς να κατευθύνει και πώς να φτιάξει μια καλή κωμωδία. Το εντυπωσιακό είναι ότι ο Γιάννης εστιάζει στην αλήθεια του ρόλου. Γιατί η πραγματική κατάσταση είναι αυτή που θα φέρει την κωμικότητα, όχι η κατασκευή του ρόλου. Όπως και στη ζωή, γελάμε με τα παθήματα των άλλων επειδή είναι αληθινά, όχι σκηνοθετημένα".

Στον "Ράφτη κυριών" υποδύεται τον κεντρικό ήρωα, τον Μουλίνο, έναν γιατρό, τον παθολόγο της διπλανής πόρτας, "εσωστρεφή και δειλό ερωτικά άνθρωπο", όπως λέει, "που αποφασίζει να απιστήσει και αυτοδικαιολογείται επειδή οι περισσότεροι φίλοι του κάνουν το ίδιο. Μπαίνει στον πειρασμό κι έπειτα προσπαθεί να καλύψει την ενοχή του. Η παράσταση είναι ένα masterclass για το πώς μπορείς να αποφύγεις να σε κάνουν τσακωτό!".
Είναι μια φάρσα γύρω από την απιστία, αλλά στην ουσία "μιλά για την υποκρισία. Για το πόσο ειλικρινείς είμαστε μεταξύ μας, πόσο καθαρές είναι οι ανθρώπινες σχέσεις — όχι μόνο οι ερωτικές, αλλά και οι κοινωνικές και οι φιλικές. Ο Φεϊντό πιάνει γενικότερα το σφυγμό της κοινωνίας, τότε και τώρα, το κατά πόσο βγάζουμε προς τα έξω μια άλλη εικόνα από την πραγματική και πόσο κοντά είμαστε στο ιδεατό που έχουμε χτίσει για τον εαυτό μας. Δεν είναι τυχαίο ότι "φοράμε" καθημερινά πάρα πολλούς κοινωνικούς ρόλους".

Στην παράσταση της γαλλικής φάρσας "Ράφτης κυριών" υπάρχει ένας χαρακτήρας που συνομιλεί με το κοινό (εύρημα του Κακλέα), σφυγμομετρεί την κατάσταση, κάνει γκάλοπ. Το κοινό μπαίνει στο παιχνίδι, συμμετέχει στα ερωτήματα γύρω από την απιστία: πόσο εξοικειωμένοι είμαστε με την απιστία, μπορεί να καλυφθεί και, αν ναι, τότε πώς κ.λπ. Είναι ένα θέμα που δύσκολα το αγγίζει κανείς. Οι περισσότεροι το αποφεύγουν, αλλά τα ποσοστά εκεί έξω είναι… πολύ υψηλά!" σημειώνει με χιούμορ. "Εμείς όμως προσπαθούμε να σηκώσουμε λίγο το χαλί και να δούμε τι υπάρχει από κάτω. Αν είναι πράγματι πρόβλημα, αν υπάρχουν λύσεις, κι επίσης αν είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο είναι κατακριτέο ή μπορεί να γίνει και αποδεκτό".

Στο "Σποτ", ο τόνος αλλάζει. Το έργο, γραμμένο από τον Ζήση Ρούμπο, επιχειρεί μια σύγχρονη, σατιρική ματιά πάνω στην ελληνική πραγματικότητα μέσα από τα γυρίσματα ενός διαφημιστικού σποτ για τη χώρα μας. Κι εκεί βέβαια το στοιχείο της διάδρασης επικρατεί. Στο έργο το γύρισμα γίνεται στο θέατρο Γκλόρια.
"Το κοινό ανεβαίνει στη σκηνή και γίνεται μέρος του. Θέλουμε να δούμε τι είναι η Ελλάδα του σήμερα για τον κόσμο. Είναι ένα πολύ ιδιαίτερο πείραμα. Όλοι έχουμε μια διαφορετική Ελλάδα στο μυαλό μας. Δεν είναι μόνο ο μουσακάς, το τζατζίκι, οι παραλίες, ο ήλιος ή το μπλε του Ελύτη. Η καθημερινότητα είναι πολύ πιο σκληρή. Το "Σποτ” έρχεται να σατιρίσει τα κακώς κείμενα του 2025, να ανοίξει λίγο συναισθηματικά τον Έλληνα μέσα μας και να δει τι είναι αυτό που τελικά έχουμε να "εξαγάγουμε".
Στην παράσταση ο Δημήτρης Μακαλιάς ερμηνεύει το ρόλο του Φώτη, ο οποίος είναι ο βοηθός σκηνοθέτη στο γύρισμα. Είναι ένας άνθρωπος που στην Ελλάδα έχει μάθει να τα κάνει όλα σωστά. Είναι ένα σπάνιο είδος ανθρώπου. Παλεύει για όλα. Θέλει να είναι συνεπής στη δουλειά του, να είναι όλα στην εντέλεια. Δεν καταλαβαίνει γιατί κάποιος μπορεί να κλέψει, για παράδειγμα. Επίσης, έχει μάθει να γεμίζει ενοχές όταν κάτι δεν γίνεται ακριβώς όπως θα έπρεπε. Οπότε αυτός ο χαρακτήρας έρχεται σε τεράστια κόντρα με το γύρισμα ενός διαφημιστικού σποτ για την Ελλάδα, που χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Πολιτισμού, και τίποτα τελικά δεν πάει όπως πρέπει".

Μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή του έργου, όπως μας λέει, η οποία τον έχει ταράξει βαθιά από την πρώτη ανάγνωση, αφορά μια πολύ οικεία νοοτροπία: το "Σύνδρομο της Καρυάτιδας". "Οι Καρυάτιδες έχουν μια μίζερη ζήλια για εκείνη που λείπει στο εξωτερικό. Ο φθόνος γι’ αυτόν που τελικά κατάφερε να φύγει αναζητώντας κάτι καλύτερο. Την ίδια στιγμή, βέβαια, το μόνο που θέλει η Καρυάτιδα που είναι μόνη της είναι να γυρίσει πίσω. Όσο κι αν οι άλλες τη ζηλεύουν για το "κατόρθωμά” της. Αυτό το βλέπω γύρω μου συνεχώς: ζηλεύουμε το "άλλο”, το "έξω” και ξεχνάμε τι σπουδαία χώρα έχουμε και τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει εδώ".
"Ζούμε σε μια εποχή της εικόνας – όλα γίνονται και γράφονται με ένα story, ένα post, μια φράση, μια λέξη, μια φωτογραφία στο Σύνταγμα δίπλα στον Πάνο Ρούτσι. Όλα γίνονται –και– για τα μάτια του κόσμου".
Και στις δύο παραστάσεις η ενέργεια της ομάδας είναι καθοριστική. Τι κάνει όμως μια θεατρική ομάδα να "αναπνέει σωστά"; Απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη: "Το πιο σημαντικό είναι ο σκηνοθέτης. Είναι ο ηγέτης, ο αρχηγός, ο άνθρωπος που δίνει έμπνευση, είναι ο μαέστρος σε μια ορχήστρα, ο προπονητής σε μια ομάδα μπάσκετ, ο οποίος καταφέρνει να κάνει οκτώ διαφορετικά σώματα και μυαλά να αναπνέουν με τα ίδια πνευμόνια. Και στις δύο περιπτώσεις –με τον Γιάννη Κακλέα και τη Σοφία Πάσχου– έχω δύο ανθρώπους που κοιτούν το σύνολο, που σε νοιάζονται, που τους ενδιαφέρει να είσαι ο εαυτός σου και σε βοηθούν να δώσεις την καλύτερη εκδοχή σου. Κάπως έτσι δημιουργείται μια έκρηξη, μια μετατόπιση του θεατή.
Με συγκλονίζει ότι συμμετέχω σε δύο παραστάσεις που έχουν να καταθέσουν κάτι διαφορετικό και ταυτόχρονα κάτι κοινό, την ψυχαγωγία. Να γελάσεις, να περάσεις καλά, να προβληματιστείς. Όπως σε όλα τα εργασιακά περιβάλλοντα, δεν είναι εύκολο να πετύχεις μια ομάδα με την οποία μπορείς να συμπορευτείς και να αναπνέεις όντως μαζί".
Και τι κάνει ο Δημήτρης Μακαλιάς ακριβώς πριν βγει στη σκηνή; Πέρα από την θεατρική ρουτίνα προετοιμασίας, όπως μάς είπε, έχει ένα μικρό τικ: "Πάντα, πριν βγω στη σκηνή, κοιτάω το φερμουάρ μου! Μπορεί να το έχω τσεκάρει ένα λεπτό πριν την παράσταση, αλλά το ξανακοιτάζω. Νομίζω ότι κάποτε είχα δει κάποιον ηθοποιό να ανεβαίνει στη σκηνή με το φερμουάρ ανοιχτό ή με χαλασμένο παντελόνι και με κυρίευσε. Καθώς μεγαλώνω, μου βγαίνουν κι άλλες τέτοιες ανασφάλειες. Για παράδειγμα κουβαλάω πάντα δεύτερο παντελόνι, μη τυχόν και συμβεί κάτι με το κοστούμι και δεν έχω εναλλακτική".
Πάντα βέβαια η μεγαλύτερη του αγωνία πριν από κάθε παράσταση είναι να αγγίξει το θεατή. "Γι’ αυτό κάνω θέατρο και παλεύω τόσα χρόνια να βρω το δικό μου προσωπικό δρόμο μέσα σε αυτό. Κάθε βράδυ ο απώτερος στόχος είναι να μεταφερθεί καθαρά στο θεατή η ιστορία που έχουμε δεσμευτεί να του πούμε, μέσα από τη ματιά του σκηνοθέτη και το κείμενο του συγγραφέα".

Και ποια είναι η άποψή του για τους ανθρώπους που συχνά εκμεταλλεύονται την "εύθικτη" εποχή μας; "Ζούμε σε μια εποχή της εικόνας – όλα γίνονται και γράφονται με ένα story, ένα post, μια φράση, μια λέξη, μια φωτογραφία στο Σύνταγμα δίπλα στον Πάνο Ρούτσι. Όλα γίνονται –και– για τα μάτια του κόσμου. Εμένα αυτό με ταράζει πολύ περισσότερο γιατί έχουμε χάσει το μέτρο. Βλέπω συμπεριφορές ανθρώπων να αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Είμαστε λίγο "όπου μας πάει ο άνεμος" – όπου μας συμφέρει, όπου δεν μας χαλάει την εικόνα ή όπου μας τη φτιάχνει. Με στενοχωρεί που δεν υπάρχει καθαρότητα, που φοράμε προσωπείο και κινούμαστε λίγο μαζικά, χωρίς να έχουμε προσωπική γνώμη".
Κλείσαμε την κουβέντα μας με μια συμβουλή στον νεότερο εαυτό του: "Κράτα τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς σου ακόμη πιο κοντά", σύμφωνα με μια σικελική παροιμία.
Στον "Ράφτη κυριών", η μετάφραση είναι του Ερρίκου Μπελιέ. Τα σκηνικά και τα κοστούμια υπογράφει η Ηλένια Δουλαδίρη, τη μουσική ο Βάιος Πράπας, την κίνηση επιμελείται η Στεφανία Σωτηροπούλου και τους φωτισμούς η Στέλλα Κάλτσου.
Στο "Σποτ", σκηνικά και κοστούμια επιμελείται η Ζενεβιέβ Αθανασοπούλου, το οπτικοακουστικό υλικό υπογράφουν οι Σωτήρης Τσαφούλιας και Claudio Bolivar, τους φωτισμούς η Στέλλα Κάλτσου και τη μουσική ο Νίκος Γαλενιανός.
Περισσότερες πληροφορίες
Ράφτης κυριών
Ένα κωμικό πείραμα ή και διαδραστικό masterclass για «κολασμένες ψυχές» με θέμα «Η απιστία και …πώς να την βγάλεις καθαρή!» δημιουργεί ο Γ. Κακλέας μέσα από τη διασημότερη φάρσα του Γάλλου δραματουργού. Μια κωμωδία με δαιμονικό ρυθμό, συνεχόμενες ανατροπές, ακραίες παρεξηγήσεις, σασπένς και απρόβλεπτη κωμική εξέλιξη, για τις περιπέτειες των ανθρώπων που, εγκλωβισμένοι σε μια σειρά ηθικών κανόνων που αναπαράγει μια συντηρητική κοινωνία, δεν μπορούν να αντισταθούν στις ερωτικές επιθυμίες και τους ανικανοποίητους πόθους τους. Με θαυμαστή μαεστρία παρόλα αυτά καταφέρνουν να καλύψουν τις πράξεις τους, προβάλλοντας μια πλασματική εικόνα αρετής, εγκράτειας και οικογενειακής ευτυχίας.
Το σποτ
Μια σουρεαλιστική, ξεκαρδιστική κωμωδία με θέμα το γύρισμα ενός διαφημιστικού σποτ για την Ελλάδα, στο οποίο συμμετέχει ακόμα και το κοινό. Μια ευφυής σάτιρα για τη σύγχρονη εικόνα της χώρας. Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει δώσει ένα μεγάλο budget για να γυριστεί ένα διαφημιστικό σποτάκι για την Ελλάδα. Ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα που οραματίστηκε ο γνωστός σκηνοθέτης Ιωνάθαν Τσέτρης, ο βραβευμένος με Όσκαρ για την ταινία του «ΜΠΟΥΖΙ». Αντί να χρησιμοποιήσει φυσικά τοπία και μνημεία, αληθινούς χώρους και εικόνες, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να καταφύγει στην avant garde αισθητική του και να το γυρίσει όλο μέσα σε ένα θέατρο με πάρα πολλούς κομπάρσους. Τρεις ηθοποιοί, ένας καταξιωμένος πειραματικός σκηνοθέτης, ο υπέρ-αγχωτικός βοηθός του και ο υπεύθυνος του θεάτρου, θα προσπαθήσουν να το γυρίσουν.