
Αυθεντικό, μοναδικό και σχεδόν εξωτικό για τα δυτικά γούστα αποδείχθηκε το «Refuse the hour», το ιδιότυπο μουσικό θέατρο/performance-lecture με το οποίο ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα ο καταξιωμένος Νοτιοαφρικανός εικαστικός και σκηνοθέτης Ούλιαμ Κέντριτζ. Παρακολουθώντας χθες, Πέμπτη 22/11, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών τη (σύντομη σε διάρκεια αλλά πυκνή νοημάτων και μεστή εικόνων) παράστασή του, αφοπλίστηκα από την αντι-αποικιοκρατική και αντι-ρατσιστική πολιτική σκέψη του, το βαθύ ανθρωπισμό, το πνευματώδες χιούμορ, το λυρισμό και τη μοναδικότητα της σκηνικής του γλώσσας: ένα αμάλγαμα παραδοσιακών στοιχείων της ‘Mama-Africa’, του ρώσικου μοντερνισμού και του κονστρουκτιβισμού. Η παράστασή του μας έβαζε, θαρρείς, μέσα στο εργαστήριο (και δη στο μυαλό) του καλλιτέχνη, το οποίο είναι γεμάτο μετρονόμους, χωνιά, παγκόσμιους χάρτες, ταινιάκια γυρισμένα στο στυλ του ασπρόμαυρου βωβού κινηματογράφου, αυτοσχέδια μουσικά όργανα και άλλες θαυμαστές εφευρέσεις που συνδυάζουν, σαν παράδειγμα, τη ρόδα ενός ποδηλάτου με το δοξάρι ενός βιολιού. Εκεί, μαζί του, συνυπάρχουν οι συνεργάτες του: τρεις θαυμάσιες λυρικές ερμηνεύτριες, η φοβερή χορεύτρια Ντάντα Μασίλο και οι μουσικοί που ζωντάνευαν με οίστρο το πανδαιμόνιο ρυθμών και ήχων που είχε συνθέσει ο –επίσης Νοτιοαφρικανός- Φίλιπ Μίλερ. Ο ίδιος ο Κέντριτζ, μιλώντας μας για το μύθο του Περσέα, για τις ζώνες ώρας του πλανήτη, τις μαύρες τρύπες και το ζήτημα του χρόνου, μοιράστηκε μαζί μας την ανάγκη του να αρνούμαστε τη μοίρα μας -το θάνατο- δημιουργώντας, αγαπώντας και ζώντας ουσιαστικά.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν πως η παράστασή του ήταν «τέλεια». Το τέλειο, εξάλλου, δεν έχει να κάνει με την Τέχνη, πόσο μάλλον με αυτήν τη σχεδόν «χειροποίητη» παράσταση. Υπήρχαν προβλήματα σύνθεσης όσο και ρυθμολογικά χάσματα κατά τη διάρκειά της. Ήταν, όμως, τέτοια η ισχύς και η γενναιοδωρία της που έκανε τέτοιου είδους προβλήματα να φαντάζουν ασήμαντα. Για μένα, το «Refuse the hour», ήταν μια καλλιτεχνική χειρονομία που επαναπροσδιόριζε το βασικό λόγο ύπαρξης του θεάτρου: κάποιος ανεβαίνει σε μια σκηνή για να μοιραστεί μια αγωνία. Η αγωνία του νοήματος της ύπαρξής μας σε συνδυασμό με τις έξωθεν δυνάμεις που την ορίζουν, «αποικώντας» την κάθε φορά ανάλογα με τα συμφέροντά τους, είναι από τις πιο μεγάλες αγωνίες -τώρα και πάντα.
Ευχαριστούμε για την υπενθύμιση κύριε Κέντριτζ!