
Θα ήταν εύκολο -αλλά πέρα για πέρα άδικο- να χαρακτηριστεί το έργο που συνυπογράφουν οι Γιάννης Αποσκίτης, Γιώργος Κατσής και Πάνος Παπαδόπουλος -και συνεπακόλουθα η παράσταση που σκηνοθετούν οι δύο τελευταίοι- μία "χαβαλεδιάρικη" παρωδία των "Δούλων" του Ζενέ. Θα ήταν εύκολο, μια που επί σκηνής επικρατεί πανδαιμόνιο και όλα τείνουν να τεντωθούν στο έπακρο: το χιουμοριστικό και το trash στοιχείο, η ωμότητα και η υπερβολή, η επαναληψιμότητα, ακόμη και οι ενδυματολογικές και σκηνογραφικές επιλογές που φιλτράρουν την αισθητική ταυτότητα του γαλλικού αστικού θεάτρου μέσα από το στοιχείο της ευτέλειας και του κιτς (σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη, κοστούμια της Βενετίας Long).

Τολμώντας βέβαια μια "ιερόσυλη" διατύπωση, θα λέγαμε πως το έργο αναφοράς προσφέρει μια κατάλληλη πρώτη ύλη, παρά τη δραματικότητά του, καθώς ευνοεί τόσο την "queer" ματιά -εξάλλου γράφτηκε με την επιθυμία να ερμηνευτεί από άνδρες ηθοποιούς- όσο και το παιχνίδι της μεταδραματικότητας, μια που στηρίζεται στο παιχνίδι ρόλων που έχουν εφεύρει οι δύο υπηρέτριες. Παρ’ όλ’ αυτά, τα "Αντικείμενα" δεν συνιστούν μια παρωδία κι ας συντελεί η εικόνα της παράστασης ως προς αυτό, κι ας μπλέκουν με ξεκαρδιστικό τρόπο στην υπόθεση μια σειρά από διακειμενικές αναφορές, κι ας δίνουν και παίρνουν τα αυτοαναφορικά -όσον αφορά το θέατρο- σχόλια και τα "inside jokes", κι ας δημιουργούνται καταστάσεις από το "τίποτα" και από το τυχαίο, κι ας μοιάζει η παράσταση πως γεννιέται αυτοσχεδιαστικά, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κι ας καταλήγει σε ένα απολύτως εξωφρενικό και (αυτο)σαρκαστικό κρεσέντο. Δεν αποτελούν καν απλώς μια ευτυχή στιγμή καλλιτεχνικής σύμπνοιας ανθρώπων που δείχνουν πως δεν παίρνουν τα πράγματα -συμπεριλαμβανομένων των εαυτών τους- πολύ στα σοβαρά.

Στην πραγματικότητα, οι τρεις συγγραφείς, αντλώντας όχι τόσο από τις "Δούλες" αλλά περισσότερο από την αληθινή περίπτωση των αδελφών Παπέν, έγραψαν ένα έργο με άκρως δραματικό πυρήνα. ένα έργο για τη βία, την εξουσία και τη βία της εξουσίας, για τις κακοποιητικές και εξουσιαστικές σχέσεις, για το σύστημα που συνθλίβει τον άνθρωπο και την ελευθερία, για την εκμηδένιση των ιδεολογιών, για την εμπορευματοποίηση του θεάτρου. Φαίνεται και σε αυτή την παράσταση -όπως σε αρκετές άλλες που δημιουργούνται κάθε σεζόν- πως όλη αυτή η απόγνωση, η απελπισία και ο θυμός δεν μπορούν παρά να εκφραστούν μέσα από τη συγκεκριμένη φόρμα, αυτή ενός θεάτρου, έκκεντρου, άναρχου, "ανίερου" και θυμωμένου, που βγάζει γλώσσα και (θέλει να) προκαλεί, που μιλάει μέσα από το κιτς, το trash και το γκροτέσκο και αποτυπώνει στην ίδια του την όψη την ασχήμια του κόσμου - και που παραμένει καθώς φαίνεται ισχυρό ως "τάση" (απευθυνόμενο πάντως σε συγκεκριμένο και εξοικειωμένο κοινό), αν θεωρηθεί ότι ξεκίνησε χρόνια πριν από τις παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου, με τις οποίες τα "Αντικείμενα" έχουν πολλά σημεία επαφής.

Επειδή όμως όλα κρίνονται επί σκηνής και όχι βάση προθέσεων, τα "Αντικείμενα" κερδίζουν το στοίχημα επειδή έχουν, ευφυώς, διατηρήσει το μέτρο το οποίο υποτίθεται πως λοιδορούν. Ο ρυθμός της παράστασης είναι εξαιρετικός, η μουσική και οι στίχοι των τραγουδιών συμπληρώνουν με το δικό τους μοναδικό τρόπο τη δραματουργία και τη σκηνική ατμόσφαιρα και τα πάντα εντάσσονται σε έναν μηχανισμό ακριβείας, σαν να συνθέτουν μια ωρολογιακή βόμβα που εκρήγνυται την κατάλληλη στιγμή, χωρίς κοιλιές, χάσματα και άσκοπες φλυαρίες. Επί σκηνής, ο Γιώργος Κατσής, ο Πάνος Παπαδόπουλος (στους ρόλους των δύο υπηρετριών) και ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος (στο ρόλο της κυρίας) αποδεικνύονται υπέροχη ομάδα με εξαιρετική επικοινωνία, χημεία, ενέργεια και συντονισμό, ενώ υπερασπίζονται υποδειγματικά καταστάσεις που ακροβατούν στα όρια του κωμικού και του δραματικού.
Περισσότερες πληροφορίες
Αντικείμενα
Παράσταση εμπνευσμένη από την αληθινή ιστορία των αδελφών Παπέν, δύο υπηρετριών στο Λε Μαν της Γαλλίας που το 1933 κατακρεούργησαν την εργοδότρια τους και την κόρη της. Σε αυτή την εκδοχή, δύο εξαντλημένες υπηρέτριες της άρρωστης Κυρίας τους, φαντασιώνονται ένα σύμπαν εκδίκησης αλλά και αυτοπροσδιορισμού ενάντια σε έναν κόσμο στον οποίο δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από δύο ακόμα αντικείμενα για το σπίτι. Εξουσιαστικές σχέσεις, εξαρτητικές συμπεριφορές, σαδομαζοχιστικές εμμονές και η νοσταλγία ενός ομιχλώδους παρελθόντος, πρωταγωνιστούν σε αυτή την νέα εκδοχή της ιστορίας που ενέπνευσε σημαντικούς καλλιτέχνες του περασμένου αιώνα.