
Ευφυής στη σύλληψη αν και κάπως προβληματική στη δραματουργική πραγμάτωση, η παράσταση εμπνέεται από κείμενα του Ντοστογιέφσκι και του Νιζίνσκι, αλλά λειτουργεί ως εξαιρετικό σχόλιο για τη δυστοπία της σύγχρονης πραγματικότητας.

Από τον πολλαπλώς ερμηνευόμενο τίτλο μέχρι τη σημαίνουσα και ιδιαίτερα εύστοχη αναγωγή του σκηνικού χώρου, ενός τηλεοπτικού πλατό, σε ρινγκ πυγμαχίας (σκηνικά-κοστούμια: Γεωργία Μπούρα), η παράσταση των δύο συνδημιουργών έχει πολλά να φανερώσει στους θεατές, με κυριότερο το πώς μερικά «σκόρπια» αποσπάσματα δύο συγγραφέων (Ντοστογιέφσκι - Νιζίνσκι), που κατά κύριο λόγο εστιάζουν στην ανθρώπινη φύση, και μάλιστα από αντίθετες σκοπιές, μπορούν να μεταδώσουν ένα ηχηρότατο πολιτικό μήνυμα. Έχω την αίσθηση, βέβαια, πως αν η παράσταση δεν ερμηνευόταν από τον Αργύρη Πανταζάρα, δηλαδή έναν εκ των εμπνευστών της και άρα από κάποιον που την έχει βιώσει «στο πετσί του» ήδη από τη γέννηση της πρώτης φράσης, θα έχανε αρκετή από την αξία της. Και αυτό γιατί το κείμενο της παράστασης (εμπλουτισμένο σίγουρα και με πρωτότυπες προσθήκες) αποτελεί έναν χαλαρό και σε σημεία ελλειμματικό σκελετό που νοηματοδοτείται κυρίως χάρη στον ταλαντούχο ηθοποιό, ο οποίος αναδεικνύει με τη λεπτή ερμηνεία του τα βασικά σημεία του δραματουργικού παζλ.
Αυτό που κάνει επί σκηνής ο Πανταζάρας είναι να καταδυθεί σε ένα μονόλογο εν πολλοίς παραληρηματικό κι εσωτερικό, γεμάτο αντιφάσεις, καθώς κάθε κατάφαση αναιρείται από την επόμενη, που σκιαγραφεί τον ήρωά του: ένας ημίγυμνος άντρας, που αρχικά παρουσιάζεται στο κοινό σαν αθλητής εν ώρα προετοιμασίας και διχάζεται μεταξύ της απόλυτης ματαιοδοξίας («είμαι θεός, είμαι το παν») και της ταπεινοφροσύνης («είμαι ένας άνθρωπος απλός»), ενδύεται σταδιακά την περιβολή της πραγματικής του ταυτότητας, αυτήν ενός πολιτικού που ετοιμάζεται να δώσει τη μάχη της εικόνας εκφωνώντας έναν («καλό») λόγο μπροστά στην κάμερα.

Εκτός του κειμένου και η ερμηνεία του ηθοποιού είναι έτσι σκηνοθετημένη ώστε να αποτρέπει μέχρι τελευταίας στιγμής το σχηματισμό μόνο ενός και ασφαλούς συμπεράσματος για το ήθος του ήρωα. Η υποδόρια ειρωνεία που διατρέχει κάποιες φορές τα λεγόμενά του, η αυτοδιακωμώδηση, η σχέση εξουσίας που αναπτύσσει με τους ανθρώπους του τηλεοπτικού συνεργείου (τους βωβούς, αλλά σημαντικούς για το αποτέλεσμα ρόλους υποδύονται μέλη της ομάδας Μomentum) είναι καθοριστικά σημεία που κρατούν τους θεατές σε μια εσκεμμένη σχετική παραπλάνηση.
Η πραγματική πρόθεση της όλης δουλειάς αποκρυσταλλώνεται στο τελευταίο δεκάλεπτο, κατά την εκφώνηση του λόγου. Αυτός, αντιστρέφοντας διάφορες κλισέ πολιτικές εκφράσεις, γίνεται ένα παραμιλητό διόλου καθησυχαστικό –σε αντίθεση με τις συνήθεις πολιτικές ομιλίες–, δυστοπικό και, κυρίως, καθόλου απίθανο. Αντιθέτως, περιγράφει με ανατριχιαστική ακρίβεια την παγκόσμια πολιτική πραγματικότητα που ήδη συμβαίνει κάπου δίπλα μας, καθιστώντας συνολικά την παράσταση εκτός από άκρως ενδιαφέρουσα και μία από αυτές –δεν είναι αμέτρητες– που καταθέτουν ένα προσωπικό όραμα.
ΘΕΑΤΡΟ ΟΔΟΥ ΚΥΚΛΑΔΩΝ «ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ» Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας, Κυψέλη, 2108217877. Διάρκεια: 70΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Ένας καλός λόγος
Διαφορετικές –ή ίσως και όμοιες–, οι σκέψεις του Ντοστογιέφσκι και του Νιζίνσκι αποτέλεσαν σημείο εκκίνησης αυτής της παράστασης για τη θέση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία.