Δύο απολαυστικές ερμηνείες από τις Ράνια Οικονομίδου και Ρένη Πιττακή ως αδερφές σε εμφύλιο και μια παιγνιώδης σκηνοθεσία, βάσει ενός ιδιόμορφου σύγχρονου έργου, σε μια παράσταση που ισορροπεί έντεχνα ανάμεσα στο σουρεάλ και το μπουλβάρ
«'Επεα πτερόεντα»: οι δύο ηρωίδες του «Αέρα» μιλούν αδιάκοπα, αλλά τίποτε από όσα λένε δεν μοιάζει να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Τα γραπτά είναι, εξάλλου, εκείνα που μένουν. Εν προκειμένω η διαθήκη του αποθανόντος μικρού αδερφού τους. Αυτή θα καθορίσει την ύπαρξη καθώς και την περιουσία τους. Μόνο που πρέπει πρώτα η μία να επιβληθεί στην άλλη. Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης μοιάζει να σκάρωσε μια σκερτσόζικη παραλλαγή του «Ρίττερ, Ντένε, Φος» (1984) του Τόμας Μπέρνχαρντ, το οποίο ανέβηκε στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια, με τη Ράνια Οικονομίδου στο ρόλο ενός από τα τρία τέκνα μεγαλοβιομηχάνου που επιδίδονται σε σαδιστικά αδερφικά μαχαιρώματα.
Όπως στο έργο του Μπέρνχαρντ, έτσι και στον «Αέρα» το τσάι σερβίρεται με τρόπο φετιχιστικό, τα ζωγραφικά πορτρέτα έχουν ουσιώδη σημασία, ο οικογενειακός εμφύλιος ξεσπά κατά τη διάρκεια του οικογενειακού δείπνου και οι δύο ηρωίδες του Χατζηγιαννίδη συμπεριφέρονται σαν λυσσασμένες γάτες – ή ορθότερα σαν ύαινες που στήνουν διαρκώς ενέδρες. Με πρόσχημα όμως τον οικογενειακό εμφύλιο, ο Αυστριακός συγγραφέας συνθέτει ένα αριστοτεχνικά δομημένο λίβελο κατά της δυτικής φιλοσοφίας, της πολιτικής, της κοινωνίας και της ευρωπαϊκής συνείδησης.
Ο Χατζηγιαννίδης όμως φοβάμαι πως περιορίζεται στην αδερφική έριδα και την παρουσιάζει με έναν εξαιρετικά μπριόζο αν και φλύαρο σαρκασμό και μια περίτεχνη διαλεκτική, χωρίς όμως να ανοίγεται σε έναν ορίζοντα ιδεών πλουτίζοντας και διευρύνοντας τη σύλληψή του
Βάσει ενός λόγου δαντελωτού και αριστοτεχνικά καμωμένου και μιας δραματουργικής σύλληψης που φλερτάρει με το παράλογο και το γκροτέσκο, ο «Αέρας» μοιάζει να ανανεώνει τα κυρίαρχα μοντερνιστικά ρεύματα της εγχώριας δραματουργίας όπως αυτά αναπτύχθηκαν τις δεκαετίες 1980-90 από συγγραφείς όπως οι Βασίλης Ζιώγας, Ανδρέας Στάικος, Παύλος Μάτεσις, Κώστας Μουρσελάς: η διατήρηση της αστικής θεματολογίας, η άρνηση του ρεαλισμού, η αποδοχή του φαρσικού και η αποθέωση της θεατρικότητας.
Είναι αξιοπρόσεκτες οι λεπτοδουλεμένες ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστριών: κάθε γελάκι και κάθε απειροελάχιστος μορφασμός, κάθε έκφραση και κάθε σκέρτσο είναι δουλεμένα σαν να πρόκειται για ζήτημα... ζωής και θανάτου. Με το ύφος ώριμης σουμπρέτας που βρίσκεται σε ίλιγγο, η Ράνια Οικονομίδου υπομένει τα ρητορικά κόλπα της περιπαικτικής και θεατρικότατης Ρένης Πιττακή. Το έργο αποκτά ενδιαφέρον χάρη στις ερμηνείες και στην εύστοχη σκηνοθεσία της Σύλβιας Λιούλιου, η οποία βρήκε το πρόσφορο έδαφος για να μπολιάσει το έργο με στοιχεία μπουλβάρ και φάρσας, διατηρώντας όμως πάντα μια επίφαση παραλόγου. Η συμβολή της Αγγελικής Στελλάτου στη σκαμπρόζικη κινησιολογία είναι καθοριστική, όπως και η παιχνιδιάρικη χρήση των ήχων από τον Γιώργο Πούλιο.
Εξαιρετική είναι η δουλειά της Εύας Μανιδάκη (σκηνικά-κοστούμια): ο αδερφικός εμφύλιος στήνεται γύρω από μια βαρύτιμη ροτόντα, με φόντο το vintage πλακάκι και τις κουρτίνες σε απόχρωση σέπιας, με τις δύο αντιμαχόμενες... παρατάξεις να φορούν μοβ και μελιτζανί ταγεράκια με ασορτί τακουνάκια.
Περισσότερες πληροφορίες
Αέρας
Μετά το θάνατο της μητέρας τους, δύο αδερφές συναντιούνται ξανά ύστερα από καιρό. Ξεχασμένα μίση και διεκδικήσεις τίθενται στο επίκεντρο, ενώ κάποια έργα τέχνης μεγάλης αξίας δηλητηριάζουν όλο και περισσότερο τη σχέση τους.