Γιώργος Καλφαμανώλης©
Πώς προέκυψε η συνεργασία με τους δημιουργούς της μουσικοθεατρικής παράστασης "Μαρίκα με είπανε, Μαρίκα με βγάλανε" στην οποία πρωταγωνιστείτε μαζί με τις Κορίνα Λεγάκη και Νικολέτα Καρρά;
Η πρόταση ήρθε από τον Γιώργο Ανδρέου και τον Οδυσσέα Ιωάννου, μέσα από μια συζήτηση. Ο Γιώργος έχει ένα μοναδικό ταλέντο να σε βάζει μέσα στο όνειρό του και να σου μεταδίδει τον ενθουσιασμό του. Για εκείνον, η υπόθεση των δύο Μαρίκων είναι ένα πολυετές όνειρο. Όταν μου μίλησε για την ιστορία, για τις δύο γυναίκες – που φυσικά γνώριζα – ένιωσα πως είναι οι "μητέρες" όλων των επόμενων τραγουδιστριών, ιδιαίτερα η Μαρίκα Παπαγκίκα.
Εσείς υποδύεστε τη Μαρίκα Παπαγκίκα, σωστά;
Ναι, εγώ κάνω την Παπαγκίκα, τη μεγαλύτερη ηλικιακά, την παλαιότερη. Το έργο έχει στοιχεία βιογραφίας αλλά και μυθοπλασίας. Κρατάμε κάποια πραγματικά στοιχεία – από πού ήρθαν, πώς ξεκίνησαν, πώς πήγαν στην Αμερική – αλλά για να εξυπηρετηθεί η δραματουργία, τις φέρνουμε να συναντιούνται, ενώ στην πραγματικότητα δεν συναντήθηκαν ποτέ. Επίσης, αντί για γιο, η Παπαγκίκα έχει κόρη, για να τονιστεί η διαδοχή από μάνα σε κόρη.
Πώς είναι η μουσική και η σκηνοθετική προσέγγιση της παράστασης;
Ο Γιώργος Ανδρέου έχει γράψει υπέροχη μουσική – τραγουδάμε και γνωστά κομμάτια των δύο Μαρίκων, αλλά και καινούργια που εντάσσονται δραματουργικά και βοηθούν την εξέλιξη της ιστορίας. Η σκηνοθεσία του Αστέριου Πελτέκη "κουμπώνει" όλα αυτά: τις βιογραφίες, τον μύθο, τα λόγια του Οδυσσέα, τη μουσική. Στην παράσταση η εξαιρετική Κορίνα Λεγάκη εμφανίζεται ως Μαρίκα Νίνου και η Νικολέτα Καρρά είναι η αφηγήτρια, η οποία ξετυλίγει το νήμα της ιστορίας – κυριολεκτικά και μεταφορικά, αφού η παράσταση ξεκινά με ένα νήμα.

Φαίνεται ότι το φλερτ σας με το θέατρο είναι έντονο πια...
Ναι, και προέκυψε φυσικά. Η πρώτη μου επαφή ήταν με έναν μικρό μονόλογο από το "Ποιος τη ζωή μου" σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη, μετά συμμετείχα στη "Μήδεια" με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τώρα ήρθε αυτή η παράσταση. Διαπιστώνω ότι το θέατρο και το τραγούδι είναι αδελφές τέχνες, και στα τεχνικά και στα ουσιαστικά. Είμαστε και οι δύο storytellers, λέμε ιστορίες. Ένα τραγούδι είναι ένα μικρό μονόπρακτο που σε τρία λεπτά μπορεί να πει ό,τι μια θεατρική παράσταση λέει σε δύο ώρες. Οι δύο τέχνες έχουν ρυθμό, μέτρο, τοποθέτηση φωνής, συναίσθημα, έκφραση. Δεν είναι κάτι ξένο για μένα· είναι ένας άλλος δρόμος που με βοηθά να επεκτείνω τα εκφραστικά μου μέσα.
Πώς προσεγγίσατε ερμηνευτικά τη Μαρίκα Παπαγκίκα; Προσπαθήσατε να τη μιμηθείτε;
Όχι, δεν προσπαθώ να τη μιμηθώ – ούτε θα μπορούσα. Ήταν υψίφωνος, ενώ εγώ είμαι άλτο, έχουμε διαφορετικές φωνές και εποχές. Την προσεγγίζω μέσα από τη δική μου αλήθεια, με τα δικά μου συναισθήματα: απώλειας, καταστροφής, επιτυχίας, ονείρου, λαχτάρας. Μέσα από τη γυναικεία εμπειρία, που παραμένει βαθιά ανθρώπινη και σημερινή.
Πιστεύετε ότι οι γυναίκες καλλιτέχνιδες αντιμετωπίζουν ακόμη δυσκολίες σήμερα;
Φυσικά. Η θέση της γυναίκας εξακολουθεί να είναι κάπως κατώτερη, όσο κι αν μιλάμε για ισότητα και συμπερίληψη. Τα λόγια μας δεν συμβαδίζουν πάντα με τις πράξεις μας ως κοινωνία. Υπάρχει ακόμα κακοποίηση, σκεπτικισμός, αμηχανία απέναντι στα ζητήματα ισότητας. Ζούμε, θα έλεγα, τη "θεωρία του εκκρεμούς": περάσαμε από την απόλυτη υποτίμηση των γυναικών σε μια βεβιασμένη αντίδραση, χωρίς να έχουμε ισορροπήσει. Οι γυναίκες δεν αρκεί να διεκδικούμε το σήμερα μας· πρέπει να φροντίσουμε τα παιδιά μας, τα μελλοντικά κορίτσια και αγόρια, να μεγαλώσουν με εφόδια για αλληλοσεβασμό και ισοτιμία. Εκεί θα παιχτεί το πραγματικό παιχνίδι του μέλλοντος.
Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;
Ζούμε μια περίοδο μετάβασης, πολύ μπερδεμένη, αλλά θέλω να πιστεύω ότι η αλλαγή έρχεται. Αρκεί να κοιτάξουμε με αγάπη, να παρατηρήσουμε και να δώσουμε χώρο στη νέα γενιά να χτίσει κάτι πιο δίκαιο.
Οι γυναίκες της παράστασης πού έβρισκαν δύναμη μέσα σε τόσες δυσκολίες;
Αντλούσαν δύναμη από τη μουσική, από τη μελωδία και τους στίχους. Μην ξεχνάμε ότι, στην ουσία, δεν είχαν πατρίδα. Η Παπαγκίκα έφυγε με ένα καράβι κατευθείαν για την Αμερική μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και η Νίνου, Αρμένισσα, δεν είχε δει ποτέ την πατρίδα της. Κουβαλούσαν μέσα τους τεράστιο συναισθηματικό υλικό — και αυτό βγαίνει στα τραγούδια τους.
Το λαϊκό τραγούδι χρειάζεται "καημό" για να ειπωθεί αληθινά, έτσι δεν είναι;
Ναι, χρειάζεται, αλλά ο καημός πρέπει να μοιράζεται. Δεν είναι ανάγκη να έχεις ζήσει μια καταστροφή για να νιώσεις την απώλεια. Η απώλεια είναι αίσθημα, όχι γεγονός. Αν δεν έχεις βιώσει τη χαρά, την απώλεια, την ελπίδα ή τη ματαίωση, πώς θα μπορέσεις να τα μοιραστείς με αλήθεια; Το λαϊκό τραγούδι είναι βίωμα, είναι αίσθηση, είναι ψυχή.

Γι’ αυτό ίσως και αυτά τα τραγούδια μένουν ζωντανά στον χρόνο;
Ακριβώς. Οι ιστορίες τους ήταν ανθρώπινες, αληθινές. Μιλούσαν για τα ίδια πράγματα που μας αφορούν και σήμερα – τον έρωτα, τη μοναξιά, την απώλεια. Ο άνθρωπος δεν έχει αλλάξει. Αυτά που τον πληγώνουν ή τον χαροποιούν είναι ίδια, όσο κι αν νομίζουμε ότι προχωρήσαμε.
Υπάρχει κάτι που ανακαλύψατε για τη Μαρίκα Παπαγκίκα που σας εντυπωσίασε;
Δεν ήξερα ότι είχε ζήσει το Κραχ στις Ηνωμένες Πολιτείες και ότι είχε δικό της μαγαζί, πολύ σπουδαίο για την εποχή. Με συγκίνησε επίσης το πόσο κουβαλούσε μέσα της την Ελλάδα χωρίς να την έχει δει ποτέ, πώς κράταγε την πατρίδα μέσα της. Και πόσο δύσκολο ήταν να σταθεί σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο – έπρεπε να "στέκεται σαν άντρας" για να επιβιώσει, όχι μόνο στη σκηνή αλλά και στη ζωή.
Υπάρχει κάποια σκηνή στην παράσταση που σας συγκινεί ιδιαίτερα;
Ναι, είναι η σκηνή όπου η Μαρίκα Παπαγκίκα μιλά για την πατρίδα που δεν είδε ποτέ. Υπάρχει ένα υπέροχο κείμενο του Οδυσσέα Ιωάννου όπου λέει: "Αφού δεν είχα πατρίδα, την έφτιαξα μέσα μου, στην αγκαλιά μου, και την έβλεπα στα μάτια όταν τους τραγουδούσα". Αυτό με συγκινεί βαθιά. Είναι πανανθρώπινο – η ανάγκη να ανήκεις κάπου, να σταθείς στα πόδια σου.
Αυτό αγγίζει και τη σημερινή εποχή, με τους πρόσφυγες και τη βία που βλέπουμε γύρω μας...
Δυστυχώς, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Αν σκεφτούμε τι περνούν οι άνθρωποι που ξεριζώνονται σήμερα, συνειδητοποιούμε ότι η ανθρωπότητα δεν έχει προχωρήσει τόσο όσο νομίζουμε. Μπορεί να έχουμε τεχνολογία, νερό που τρέχει στη βρύση, ευκολίες, αλλά ο ανθρωπισμός έχει μείνει πίσω. Γι’ αυτό λέω πως η μεγάλη μας ευθύνη είναι να χτίσουμε τις ψυχές των επόμενων γενεών· να μάθουν να σέβονται, να αγαπούν, να βλέπουν τον άλλον ως ίσο.
Αν μπορούσατε να μιλήσετε σήμερα με τις δύο Μαρίκες, τι θα τους λέγατε;
Θα τις αγκάλιαζα πρώτα. Και μετά θα έλεγα στη Μαρίκα Παπαγκίκα: "Σε ευχαριστώ που έφτιαξες μια αλυσίδα. Ήσουν ο πρώτος κρίκος και χάρη σε σένα συνεχίστηκε αυτή η παράδοση των γυναικών τραγουδιστριών. Μου επέτρεψες κι εμένα να γίνω ένας κρίκος αυτής της αλυσίδας".

Ποιο μουσικό είδος θεωρείτε "σπίτι” σας;
Ο τρόπος μου είναι λαϊκός. Είναι τα ακούσματα των παιδικών μου χρόνων, είναι ο τρόπος που έμαθα να εκφράζομαι. Αλλά δεν θέλω να έχω στεγανά. Αντιμετωπίζω κάθε τραγούδι με τον ίδιο σεβασμό, όποιο είδος κι αν ανήκει. Τα τραγούδια που με συγκινούν, τα κάνω δικά μου, ανεξάρτητα από τη φόρμα.
Αν έπρεπε να παρομοιάσετε τη διαδρομή σας στο λαϊκό τραγούδι με ένα μονοπάτι, πώς θα το περιγράφατε;
Ως ένα μονοπάτι ελευθερίας. Να στρίβω όπου θέλω, να στέκομαι, να δοκιμάζω. Γιατί όλα είναι μια συνέχεια στη ζωή. Όπως και το λαϊκό τραγούδι – ό,τι ήρθε από τη Σμύρνη έφερε τον Τσιτσάνη, κι εκείνος το αστικό λαϊκό, που έφερε τους ποιητές κοντά στη μουσική. Όλα συνδέονται, είναι το ίδιο νήμα που συνεχίζει να ξετυλίγεται.
Υπάρχουν τραγούδια που αποφεύγετε να πείτε γιατί σας φορτίζουν συναισθηματικά;
Τα τραγούδια που με φορτίζουν, τα επιζητώ. Αν είναι υπερβολικά "βαριά" τη δεδομένη στιγμή, ίσως τα αφήσω για λίγο, αλλά γενικά τα θέλω. Αυτό που δεν μπορώ να τραγουδήσω είναι κάτι που δεν με συγκινεί, που δεν έχει νόημα μέσα μου. Μπορεί να είναι τεράστια επιτυχία ή υπέροχη μελωδία, αλλά αν δεν βουτά στην αλήθεια, νιώθω πως κοροϊδεύω κάποιον ή τον εαυτό μου.
Πώς βλέπετε τη νέα γενιά δημιουργών και το πώς εκφράζεται μουσικά σήμερα;
Κάθε γενιά έχει τη δική της γλώσσα, τον δικό της τρόπο και την έκφρασή της. Δεν την κρίνω· παρατηρώ τις αλλαγές. Κάποια πράγματα με αγγίζουν, κάποια όχι τόσο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αγγίζουν άλλους ανθρώπους. Ελπίζω αυτή η γενιά να καταφέρει να αποτυπώσει και τα ουσιαστικά της βιώματα, πέρα από τα ανάλαφρα, και να τα παραδώσει στους επόμενους – να αφήσει κάτι που θα μείνει. Την αλήθεια. Γιατί μόνο η αλήθεια μένει.
Μιλάτε πολύ για "αλήθεια". Τι σημαίνει αυτό για εσάς στο τραγούδι;
Το τραγούδι είναι αυθύπαρκτο. Δεν μας έχει ανάγκη. Έχει γραφτεί ήδη — η μουσική, οι στίχοι. Εμείς είμαστε μεταφορείς του, όχι οι "ιδιοκτήτες" του. Ο ρόλος μας είναι να το κατανοήσουμε, να το μεταφέρουμε καθαρά, χωρίς να το κακοποιήσουμε. Είμαστε μαμές, όχι μάνες. Το βοηθάμε να γεννηθεί ξανά κάθε φορά που το ερμηνεύουμε. Αυτό θεωρώ ουσία της τέχνης.
Υπάρχει κάποιο τραγούδι που σας εκφράζει απόλυτα αυτή την περίοδο;
Με συγκλονίζει το "Τα τακούνια για καρφιά" του Ορέστη Ντάντου, που λέει η Ιουλία Καραπατάκη. Είναι βαθιά αληθινό. Όπως με αγγίζουν και οι στίχοι του Λέξ. Αυτού του είδους η αλήθεια είναι που ψάχνω. Είναι φοβερό πώς άνθρωποι από τελείως διαφορετικούς κόσμους μπορούν να συναντηθούν μέσα στην αλήθεια της μουσικής.
Δηλαδή, βλέπετε και τη rap ως συνέχεια του ίδιου νήματος;
Φυσικά. Η rap αποτυπώνει τη βιωμένη αλήθεια αυτής της γενιάς. Είναι ισότιμη με τις αλήθειες άλλων εποχών – όπως τα πολιτικά τραγούδια, τα τραγούδια του αγώνα, της Μακρονήσου, της μεταπολίτευσης. Δεν μπαίνουν στη ζυγαριά. Είναι όλες αλήθειες, ισότιμες, όπως και ο Τσιτσάνης, ο Μίκης, ο Μάνος, ο Ξαρχάκος, ο Θοδωράκης, ο Σαββόπουλος. Διαφορετικές γλώσσες, ίδια ουσία.
Υπάρχει κάποιο όνειρο που δεν έχετε πραγματοποιήσει ακόμη;
Θέλω να συνεχίσω να συναντώ τραγούδια με αλήθεια. Αυτό είναι το μόνο μου ζητούμενο. Να συναντιέμαι με ανθρώπους και τραγούδια που έχουν λόγο ύπαρξης, που ειπώθηκαν γιατί κάποιος θα "έσκαγε" αν δεν τα έβγαζε στο φως. Αυτή είναι η μαγεία: να βρεις το τραγούδι που έχει παλμό ανθρώπινο, είτε κάνει κάποιον να γελάσει είτε να δακρύσει.
Όταν επιστρέφετε στο σπίτι και θέλετε να ακούσετε μουσική, τι επιλέγετε;
Ακούω πολύ ραδιόφωνο. Το δεύτερο, το τρίτο πρόγραμμα, ανάλογα τη στιγμή. Το ραδιόφωνο με κρατά σε εγρήγορση. Μου αρέσει να με εκπλήσσει το επόμενο τραγούδι, να ακούω κάτι που δεν διάλεξα εγώ. Είμαι παιδί του ραδιοφώνου, όχι της λίστας. Μ’ αρέσει η αίσθηση ότι κάποιος, κάπου, σκέφτηκε να μου βάλει να ακούσω κάτι σήμερα – για κάποιο λόγο. Αυτή η απρόβλεπτη επικοινωνία είναι μαγεία.
>> Διαβάστε ακόμα: Η "Αλεξάνδρεια" ζωντανεύει: ένα μουσικοθεατρικό ταξίδι που δεν πρέπει να χάσετε

