
Το 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας κάνει πρεμιέρα στις 18 Ιουλίου, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Τζένης Αργυρίου, με ένα πλούσιο πρόγραμμα που φέρνει στην πόλη μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες φωνές του σύγχρονου χορού. Κάποιοι από τους συμμετέχοντες φέτος είναι οι Maguy Marin, Damien Jalet, Omar Rajeh, Χρήστος Παπαδόπουλος και φυσικά η συναρπαστική Kat Valastur (Κατ Βάλαστουρ), που επιστρέφει στην Ελλάδα με το έργο "Dive into You". Το ποιητικό και τελετουργικό έργο, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα στις 25 Ιουλίου στην Κεντρική Σκηνή του Μεγάρου Χορού Καλαμάτας μάς καλεί να καταδυθούμε στην ένταση της ύπαρξης και στην ευθραυστότητα της ανθρώπινης σύνδεσης.
Η ξεχωριστή χορογράφος-ερμηνεύτρια, που ζει και δημιουργεί στο Βερολίνο χωρίς να αποκόπτεται από την ελληνική σκηνή, μας μίλησε για τη μακρά καλλιτεχνική της πορεία, την ανάγκη για κίνηση σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο και το πώς μέσα από το σώμα, το φως και τη φαντασία διαμορφώνει προσωπικούς μύθους.

Γιατί επιλέξατε τον τίτλο "Dive into You” για την παράστασή σας; Ποιο είναι
το "εσύ” στο οποίο καλείστε – και μας καλείτε – να βουτήξουμε; Τι θεματική
διερευνάτε μέσα από αυτό το έργο;
Η εύρεση τίτλου για ένα έργο είναι για μένα μια σχεδόν χημική διαδικασία. Ο τίτλος αποτελεί μια ενστικτώδη συμπύκνωση των στοιχείων που το διαμορφώνουν – μια ουσία που επιστρέφει στο ίδιο το έργο όταν αυτό έχει ολοκληρωθεί. Έτσι προέκυψε και ο τίτλος "Dive into You". Εκείνη την περίοδο δούλευα με τα θεμελιώδη υλικά του έργου: το ξύλο, το αρχαϊκό ξύλινο όργανο "σημάντρον", και κατ’ επέκταση το δέντρο· τη φωτοσύνθεση και το οξυγόνο ως αποτέλεσμα αυτής της φυσικής λειτουργίας. Όλα αυτά μεταφράστηκαν ποιητικά σε μια αναλογία με τις μάντισσες, την έκσταση και τον χρησμό, αποτελέσματα μιας σωματικής και μυθικής τελετουργίας. Αντιλαμβάνομαι τις μάντισσες ως γυναίκες που μπορούν να αφουγκραστούν βαθιά τη φύση και τα στοιχεία της· που βρίσκουν τρόπους σύνδεσης με τα μη ανθρώπινα όντα και φαινόμενα, ακόμη κι αν δεν μιλούν την ίδια γλώσσα. Αυτές τις γυναικες τις συναντάμε ακόμα στους αυτόχθονες πολιτισμούς. Και τα δύο σώματα –το δέντρο και η μάντισσα– παράγουν και προσφέρουν κάτι μέσα από μια λειτουργία. Κι αυτό που προσφέρουν είναι ζωτικής σημασίας. Σε αυτήν ακριβώς την οικολογική διάσταση θεμελιώνεται το έργο. Το βύθισμα – αυτή η βουτιά – είναι πάντα προσωπική. Ως δημιουργός, βυθίστηκα σε αυτά τα υλικά με σκοπό να τα μετουσιώσω σε ένα ενεργειακό κύκλωμα μέσω της κίνησης και να φτάσω στο πιο ειλικρινές και εύθραυστο κομμάτι του εαυτού μου, να το φέρω στην επιφάνεια και να το μοιραστώ. Το εσύ είναι αυτό το κομμάτι.
Στον πυρήνα του έργου βρίσκεται μια επιθυμία σύνδεσης με κάτι αρχαίο και τρυφερό. Πώς μοιάζει, για εσάς, το "τρυφερό" σήμερα; Είναι πράξη αντίστασης;
Το τρυφερό μπορεί να είναι εύθραυστο και χρειάζεται προστασία, είναι όμως, σχεδόν αδύνατο να μη ραγίσει ή σπάσει όσο ζούμε. Η τρυφερότητα, τότε, βρίσκεται στα σημάδια της επούλωσης. Κι αν έχεις κολλήσει τα κομμάτια με χρυσό, όπως στην ιαπωνική τεχνική του kintsugi, τότε όχι μόνο τα έχεις φροντίσει, αλλά τα έχεις αφήσει και να φαίνονται. Το να μη κρύβεις τα σημάδια σου σημαίνει ότι είσαι ευάλωτη και δυνατή ταυτόχρονα. Σημαίνει επίσης ότι παραμένεις ανοιχτή στη ζωή. Και το να ζεις έτσι, είναι μια πράξη αντίστασης.

Τι σηματοδοτεί για εσάς η σχέση του ήχου με την κίνηση;
Για μένα, η μουσική και το σώμα είναι απόλυτα συνδεδεμένα. Δεν υπάρχει κίνηση που να μην φέρει τον δικό της ήχο. Κάθε άρθρωση παράγει τον δικό της τόνο, και κάθε όργανο — με κεντρικό την καρδιά — φέρει τη δική του μουσική. Επιπλέον, κάθε εμπειρία που έχουμε ζήσει έχει αποτυπωθεί μέσα μας ως ηχητική μνήμη. Γι’ αυτό δεν μπορώ να φανταστώ την κίνηση χωρίς τα ηχητικά της κύματα, ιδιαίτερα όταν το σώμα πάλλεται. Έψαχνα έναν τρόπο να μετουσιώσω αυτή τη σκέψη σε χορογραφική πράξη. Το σήμαντρο, ένα αρχαϊκό ξύλινο όργανο που παίζεται από μοναχούς στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια μαζί με τον ρυθμό με οδήγησαν στην κατασκευή ενός ξύλινου γλυπτικού οργάνου, το οποίο παίζω καθώς χορεύω. Έτσι, το σώμα και το ξύλινο όργανο γίνονται ένας ενιαίος οργανισμός.

Στο "Dive into You” η συνεργασία με τον Aho Ssan και η ξύλινη σκηνική γλυπτική δημιουργούν ένα τελετουργικό περιβάλλον. Πώς προσεγγίζετε τέτοιες δημιουργικές συμπλέξεις; Ξεκινάτε με μια ιδέα ή αφήνεστε να την ανακαλύψετε από κοινού;
Στο συγκεκριμένο έργο υπήρχε από την αρχή η ιδέα να χρησιμοποιήσω το σήμαντρο και να στήσω μια κρουστή χορογραφία. Στο "Dive into You", το ξύλο ως υλικό, η χορογραφία, ο χτύπος των ποδιών, η μουσική του Aho Ssan και η φωνή μου συνυφαίνονται σε μια ενιαία μουσική σύνθεση. Η δουλειά μου αποτελείται από στοιχεία αρχαϊκά, σύγχρονα αλλά και φουτουριστικά- στα όρια του sci-fi-που συνδέονται έξω από τη γραμμικότητα του χρόνου. Ο Aho είναι μουσικός της σύγχρονης ηλεκτρονικής σκηνής, με καταγωγή από τη Γαλλία και ρίζες στην Γκάνα. Η μουσική του έχει έναν βαθιά προσωπικό ήχο και υφή. Φέραμε ο καθένας τα δικά του στοιχεία και αφήσαμε χώρο ώστε να συνυπάρξουν οι κόσμοι μας ισότιμα. Αυτό γέννησε ένα έργο με πολλές δυναμικές, atonal ρυθμικά μοτίβα και μια γενικότερη αντίσταση στις δυτικές τονικοτητες. Επειδή η συνεργασία αυτή κύλησε τόσο φυσικά, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε. Αυτή την περίοδο δουλεύουμε πάνω σε ένα νέο έργο, που θα κάνει πρεμιέρα τον Ιανουάριο του 2026.
Οι δουλειές σας συχνά δονούνται από μια λεπτή, σχεδόν αρχέγονη ευαισθησία. Σας ενδιαφέρει να εκφράσετε μια ιδιαίτερη γυναικεία οπτική; Νιώθετε πως υπάρχει χώρος για αυτήν στον διεθνή χορό σήμερα;
Νομίζω ότι τα έργα μου είναι γυναικεία, φέρουν μια καθαρά γυναικεία ματιά, ιδιαίτερα στη δραματουργία και στον τρόπο που προσεγγίζω το θέμα κάθε φορά. Για παράδειγμα, στο Strong-Born, που εμπνεύστηκε από την ιστορία της θυσίας της Ιφιγένειας βλεποντας το εργο απο μια γυναικεία σκοπιά, πρόκειται για ένα κορίτσι που ανατρέπει πλήρως τη συνθήκη: δεν βλεπω στη ιφιγενεια το θύμα, αλλά εκείνη που τελικά αποφασίζει για τη μοίρα της. Αποποιείται τον ρόλο του θύματος και μετατρέπει τη θυσία σε μια προσωπική πράξη δύναμης. Δεν μιλάμε πια για "θυσία" η ίδια την καταργεί και την μετασχηματίζει. Δεν κάνω θέατρο, οπότε δεν με ενδιέφερε να αφηγηθώ τη μυθολογική ιστορία στη σκηνή. Αυτή η ανάγνωση λειτούργησε περισσότερο ως εσωτερικό εργαλείο, ως βάση για να γεννηθεί το πνεύμα της δουλειάς: μια χορογραφία με δομή εμπνευσμένη από θυσιαστικούς χορούς, που όμως αντιστέκεται στην ίδια την έννοια της θυσίας. Φυσικά και υπάρχειχώρος για τη γυναικεία ματιά στον διεθνή χορό σήμερα. Ελπίζω όμως κάποια στιγμή να γίνει αποδεκτή στην πληρότητά της — με τους δικούς της κώδικες — με την ίδια φυσικότητα που είναι αποδεκτή η αντρική ματιά. Όποτε και δεν θα χρειάζεται τότε να μιλάμε κάνοντας αυτή τη διάκριση.

Ανάμεσα σε μια παγκόσμια σκηνή και μια τοπική κουλτούρα, πώς αντιλαμβάνεστε τον ρόλο σας ως Ελληνίδα καλλιτέχνις στο εξωτερικό; Υπάρχει ακόμη "εξωτισμός” στον τρόπο που διαβάζουν το έργο σας;
Η αλήθεια είναι ότι βρίσκομαι στο εξωτερικό από το 2008, και σχεδόν όλες μου οι δουλειές έχουν δημιουργηθεί εκεί. Όταν πήγα στο Βερολίνο, υπήρχε μέσα μου μια έντονη ανάγκη να ξαναρχίσω από την αρχή. Μετά το μεταπτυχιακό μου, βρέθηκα πολύ γρήγορα να συνεργάζομαι με το HAU Hebbel am Ufer- ένα από τα σημαντικότερα θέατρα του Βερολίνου και ευρύτερα της Ευρώπης-λαμβάνοντας την πρώτη μου επιχορήγηση εκεί. Έτσι, βρέθηκα σχεδόν αμέσως μέσα στη βερολινέζικη σκηνή. Τα στοιχεία που συνθέτουν την καλλιτεχνική μου ταυτότητα είναι σαφώς διαφορετικά από τη γερμανική αισθητική. Όμως, αυτό δεν φιλτράρεται ως "εξωτικό", αλλά ως μια ακόμη φωνή ανάμεσα στις πολλές, και υπάρχει χώρος γι’ αυτό. Θεωρούμαστε, εξάλλου, Ευρωπαίοι-δεν αντιμετωπιζόμαστε ως "πολύ διαφορετικοί". Οπότε ναι είμαι Ελληνίδα αλλά ως δημιουργός είμαι μέρος της Βερολινέζικης χορευτικής σκηνής μαζί με άλλους " ξένους”. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπάρχει ο κίνδυνος του εξωτισμού στις παραστατικές τέχνες. Συχνά, στην προσπάθεια να εξαλειφθεί, μπορεί να προκύψει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Υπάρχει κάτι στη σημερινή χορογραφική σκηνή – μια νέα γλώσσα, ένα νέο βλέμμα – που θεωρείτε ιδιαίτερα σημαντικό ή επίκαιρο;
Υπάρχουν σήμερα πολλές νέες τάσεις στην τέχνη, που συνδέονται άμεσα με τις αλλαγές και τις εξελίξεις στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Η καλλιτεχνική παραγωγή είναι πληθωρική. Διακρίνεται, επίσης, μια πιο ακτιβιστική στάση στην τέχνη, αλλά και μια πιο έντονη τάση σύνδεσής της τέχνης με ένα γενικότερο lifestyle. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι καινούργιο ιστορικά, αλλά σήμερα είναι πιο διάχυτο, πιο mainstream. Η αγορά, ειδικά μετά τον COVID-19, επιτάχυνε αυτή τη στροφή: υπήρξε μια γενικευμένη ανάγκη να "πετάξουμε ό,τι δεν μας εξυπηρετεί πια" και να δωσουμε χώρο σε κάτι νέο. Αν και αυτή η παρόρμηση ήταν σε κάποιον βαθμό αναγκαία, δεν είμαι βέβαιη ότι μ αυτό που "ξεφορτωθήκαμε” ως παλιό τελιεωσαμε και με τις καπιταλιστικές του αξίες που νομίζω ότι πέρασαν χωρίς φίλτρο στη
καινούργια συνθήκη — όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε το αντίθετο. Υπάρχει ένα γενικότερο excess, και μένει να φανεί τι θα αντέξει στο χρόνο. Παρ’ όλα αυτά, χαίρομαι που υπάρχουν περισσότερες φωνές — και ειδικά περισσότερες γυναικείες φωνές. Πιστεύω ότι αυτό αλλάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την τέχνη. Και άρα, αλλάζει και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Και αυτό, τελικά, είναι το πιο σημαντικό. Αλλά νομίζω ότι λίγα πράγματα έχουν όλες τις διαστάσεις για να είναι ένα έργο ουσιαστικό, αλλά πάντα έτσι ήταν. Αλλά πάλι αυτό μπορεί να ενδιαφέρει μόνο εμένα.

Υπάρχουν χορογράφοι ή καλλιτέχνες, παλιότεροι ή σύγχρονοι, που λειτουργούν για εσάς ως σημεία αναφοράς; Τι θαυμάζετε στη δουλειά τους;
Φυσικά και υπάρχουν δημιουργοί που με έχουν εμπνεύσει. Θα μπορούσα να αναφερθώ και σε πολλούς σύγχρονους που παρακολουθώ τη δουλειά τους αλλά θα σταθώ σε κάποιες πιο παλιές μορφές: τον Merce Cunningham, τον Nijinsky, την Maya Deren και την Anna Halprin. Ίσως δεν τους αναφέρω ως "αναφορές" με τη στενή έννοια, αλλά σίγουρα μεχουν εμπνευσει. Και στους τέσσερις θαυμάζω τον ριζικό πειραματισμό τους. Ο τρόπος που ο Cunningham δημιούργησε έναν ολόκληρο χώρο ελευθερίας και συνεργασίας με τον John Cage και άλλους καλλιτέχνες, διαμόρφωσε ένα πλαίσιο όπου η χορογραφία μπορούσε να αποσυνδεθεί από τη μουσική και να λειτουργήσει αυτόνομα, αλλά όχι αποκομμένα. Ο Nijinsky με συγκινεί βαθιά για την τολμηρή του ματιά με το πρωτόγονο και το ζωώδες σώμα· διεύρυνε τα όρια της χορογραφίας. Η Anna Halprin υπήρξε μια ακατάτακτη, πηγαία δημιουργός. Η δουλειά της συνδέεται απόλυτα με τη ζωή της- μέσα από τα έργα της διαβάζεις την προσωπική της διαδρομή. Η Maya Deren, από την άλλη, υπήρξε χορεύτρια που μετατοπίστηκε στον κινηματογράφο, αλλά οι ταινίες της είναι ουσιαστικά χορογραφίες. Το σώμα βρίσκεται πάντα στο κέντρο. Η δουλειά της έχει και μια ανθρωπολογική διάσταση. Η ταινία της Divine Horsemen, με θέμα το Voodoo, είναι από τις αγαπημένες μου. Εκφράζει πλήρως αυτό που πιστεύω για τον χορό: ότι ο χορευτής είναι ένα άλογο που το καβαλά μια θεότητα. Δεν είναι αυτός ο στη σκηνή, δεν υπάρχει εγώ. Αυτή η πνευματικότητα μ' ενδιαφέρει στον χορό και είναι εκεί που ο χορός γίνεται θεραπευτικός και δεν ορίζεται μόνο από το θέαμα.
Το Καλαμάτα International Dance Festival είναι ένα σημείο συνάντησης σωμάτων, γλωσσών, οικολογιών. Πώς βιώνετε τη συμμετοχή σας σ’ αυτό το πεδίο διαλόγου;
Χαίρομαι που παρουσιάζω τη δουλειά μου στη Ελλάδα και στο φεστιβάλ, την
τελευταία φορά που ήμουν στο καλεσμένη στο συγκεκριμένο φεστιβάλ ήταν το 2009
ή 2010 αν θυμάμαι καλά… τόσο παλιά.