
Πώς προσεγγίζει ο Άρης Μπινιάρης τον "Φάουστ" του Γκαίτε, ένα πολυπαιγμένο έργο; Θα αξιοποιήσει για ακόμη μία φορά τη μουσική ως σημαντικό αγωγό της σκηνοθεσίας του;
Μιχάλης Βαλάσογλου (Φάουστ): Πρόκειται για διασκευή. Από τον Γκαίτε έχουν κρατηθεί μόνο κάποιοι από τους βασικούς χαρακτήρες σε μια αρχετυπική εκδοχή τους, ως αφορμή για μια καινούργια σκηνική σύνθεση. Ναι, ο ήχος και η μουσικότητα κυριαρχούν.
'Άρης Νινίκας (Μεφιστοφελής): Ο Φάουστ του Γκαίτε στην παρούσα συνθήκη εργασίας με τον Άρη αποτελεί σημείο αναφοράς και έμπνευσης πάνω στο οποίο έχει δημιουργηθεί ένα κείμενο και μια παράσταση που περνάει από τους άξονες αυτούς που τοποθετούν τον άνθρωπο και τον ψυχισμό του στο επίκεντρο. Και καθώς η μουσική αποτελεί έτσι κι αλλιώς συνοδοιπόρο του ανθρώπου από καταβολής κόσμου, έτσι και εδώ συνοδεύει, συμπορεύεται, τονίζει, παρασύρει και υπάρχει. Όπως και η σιωπή. Ούτως ή άλλως το ένα χωρίς το άλλο δεν υπάρχουν, κάτι που φανερώνεται και στην παράστασή μας.
Νάντια Κατσούρα (Μαργαρίτα): Η διασκευή του Άρη πάνω στον Φάουστ αντλεί έμπνευση απ’ τον Γκαίτε, τον Μάρλοου, τον Φρόιντ, τον Γιουνγκ. Οι θεατές θα παρακολουθήσουν μια βουτιά στο υποσυνείδητο του Φάουστ. Με αφορμή τον έρωτά του για τη Μαργαρίτα, αναδύονται φόβοι, ενοχές κι έτσι ξεκινά μια υπαρξιακή αναζήτηση και αγωνία, με συγκρούσεις και ηθικά διλήμματα, μέχρι να καταφέρει να αναγνωρίσει και να αναλάβει τα συναισθήματά του. Φυσικά και σ’ αυτή την παράσταση του Άρη Μπινιάρη η μουσική και η σωματικότητα θα έχουν κεντρικό ρόλο στην αφήγηση της ιστορίας.

Το κεντρικό δίλημμα του έργου αφορά την αέναη αναζήτηση γνώσης, την ηθική πτώση και τη λύτρωση. Πώς επηρεάζει αυτό την ερμηνεία σας και ποιο στοιχείο του χαρακτήρα σας σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Μ.Β.: Θεωρώ ότι στη δική μας παράσταση υπάρχει περισσότερο μια αντίστιξη ανάμεσα σε έναν μονήρη, περίκλειστο βίο και σε ένα άνοιγμα στον κόσμο. Όταν ο ήρωας επιλέγει το δεύτερο, αναπόφευκτα συναντιέται με τον άλλον, τον σημαντικό άλλο και αποκτά μια γνώση για τον εαυτό του και τον κόσμο, που δυστυχώς δεν κατακτάται αλλιώς. Δεν είναι εύκολη αυτή η αλλαγή. Όσο ο (δικός μας) Φάουστ παλινδρομεί ανάμεσα στο ναι και στο όχι, στο βήμα και στη στάση, τόσο ο χρόνος που περνάει τον αφήνει εκτεθειμένο σε έναν ενδιάμεσο κόσμο, που έχει κυρίως ανεπεξέργαστο και ηδονιστικά επώδυνο τραύμα.
Α.Ν.: Σε μια εποχή που το πιο δύσκολο πράγμα είναι η αγάπη, αυτή που δεν περιμένει ανταπόδοση, αυτή που απλά υπάρχει, η πρόκληση ήταν και είναι πως θα προσεγγίσεις κάποιον ή κάτι με τρυφερότητα. Αυτό λέγεται και στο έργο και είναι ένας άξονας της παράστασή μας: ο τρόπος, δηλαδή, με τον οποίο ο Μεφιστοφελής αποτελεί συνοδοιπόρο του Φάουστ στα σκοτάδια και στην αναζήτηση. Πώς συμπορεύεται μαζί του. Πώς τον πλησιάζει. Ο Μεφιστοφελής δεν προσπαθεί να παγιδεύσει τον Φάουστ αλλά να λειτουργήσει ως ιδιότυπος καθρέφτης, ως πλάσμα επιθυμιών και καταπολέμησης των σκοταδιών του. Ή μάλλον, αναγνώρισης και υποδοχής των σκοταδιών του. Ίσως και αποδοχής τους.
Ν.Κ.: Στη συγκεκριμένη ανάγνωση του έργου η Μαργαρίτα είναι μια δυναμική γυναίκα που δεν φοβάται να αναλάβει τον έρωτα που νιώθει για τον Φάουστ, να εκτεθεί μπροστά του και τον διεκδικήσει. Μπαίνοντας στα παπούτσια της, αναρωτιέμαι πόσο έτοιμη είμαι εγώ να εκτεθώ μπροστά στον έρωτα, στη ζωή που πάντα μας βρίσκει απροετοίμαστους, πόσο έτοιμη είμαι να αναγνωρίσω και να διατυπώσω σθεναρά τα συναισθήματά μου, χωρίς το φόβο ότι θα πληγωθώ.

Αν υποθέσουμε ότι αλλάζατε μια απόφαση του χαρακτήρα που ερμηνεύετε, ποια θα ήταν και γιατί;
Μ.Β.: Δυστυχώς, στην πορεία που διαγράφει ο συγκεκριμένος ήρωας προς τη λύτρωσή του, όλα τα στάδια είναι απαραίτητα. Ίσως σε μια άλλη αφήγηση να τον ωθούσα πιο νωρίς σ’ αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας.
Α.Ν.: Ακριβώς επειδή η σχέση τους λειτουργεί όπως προανέφερα, οποιαδήποτε απόφαση του χαρακτήρα του Μεφιστοφελή, θα άλλαζε μόνο αν άλλαζε κάποια απόφαση του Φάουστ. Σε άμεση σχέση αποκάλυψης και απόκρυψης.
Ν.Κ.: Μία απόφαση παίρνει η Μαργαρίτα στη δική μας δραματουργία και αυτή είναι να διεκδικήσει τον έρωτά της. Αν άλλαζε αυτό, δεν θα καταφέρναμε στην παράσταση να δικαιώσουμε τον έρωτα και να φτάσουμε στη λύτρωση.
Η σχέση μεταξύ των τριών χαρακτήρων είναι περίπλοκη και γεμάτη συγκρούσεις. Ποια είναι η πιο καθοριστική δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ σας επί σκηνής και πώς αυτή επηρεάζει τη δραματουργία της παράστασης;
Μ.Β.: Στη διασκευή του Μπινιάρη νιώθω πως οι σχέσεις εμποτίζονται μάλλον από τη διαρκή αμφιθυμία του Φάουστ, παρά από τη σύγκρουση. Η σύγκρουση είναι περισσότερο εσωτερική. Είναι η αντίσταση που ορθώνει μπροστά στο ανοίκειο, που οδηγεί κάθε φορά τα πράγματα στο επόμενο σκαλοπάτι.
Α.Ν.: Επί της ουσίας, ο Μεφιστοφελής προσπαθεί να συμφιλιώσει τον Φάουστ με τον εαυτό του και με αυτό που του συμβαίνει όταν και επειδή συναντάει τη Μαργαρίτα. Στην τελική, να τον συμφιλιώσει με το φαινόμενο του έρωτα. Και σε μια στιγμή που συναντιούνται και οι τρεις, σε μια ονειρική διάσταση, καθένας με τον δικό του τρόπο, ο Μεφιστοφελής "βλέπει" μέσα από τον Φάουστ τη Μαργαρίτα ζωντανή, όσο ζωντανές είναι οι αναμνήσεις. Εκείνη τη στιγμή τού δίνει μια μικρή ώθηση, αυτή που χρειάζεται για να βουτήξει στον έρωτά του. Από εκείνη τη στιγμή φανερώνεται το πάθος με όλα του τα υπάρχοντα. Και ακολουθούμε αυτό το βύθισμα.
Ν.Κ.: Στην παράστασή μας, ο Μεφιστοφελής-Ψυχαναλυτής, βοηθάει μέσω της ψυχανάλυσης τον Φάουστ, να ελευθερωθεί απ’ όλες τις ηθικές αντιστάσεις και τους φόβους του, μέχρι να αναλάβει το συναίσθημά του. Ο Μεφιστοφελής τον ωθεί στην ελευθερία, στο άνοιγμα στη ζωή, έτσι ώστε να πάψει να παραμένει αδρανής κι αμέτοχος σε αυτήν. Ο έρωτάς του για τη Μαργαρίτα είναι το μέσο για να το επιτύχει.

Αν μπορούσατε να απευθυνθείτε απευθείας στο θεατή ως ο χαρακτήρας σας, τι θα του λέγατε για να τον προκαλέσετε να σκεφτεί βαθύτερα το έργο;
Μ.Β.: Ότι δεν υπάρχει πεπρωμένο. Ότι κανείς μας δεν είναι δεμένος με μια μοίρα προδιαγεγραμμένη.
Α.Ν.: Έτσι κι αλλιώς ο θεατής αποτελεί συμμέτοχο και του απευθυνόμαστε. Με αυτόν τον τρόπο ανταμώνουμε στο θέατρο: Ας συμπορευτούμε και ας κινηθούμε μαζί και, πρωτίστως, ας συγκινηθούμε μαζί. Μέσα από τη συγκίνηση συναντιούνται οι άνθρωποι. Οποιαδήποτε σκέψη προκύπτει μέσα από τη συγκίνηση είναι καλοδεχούμενη. Αλλά αυτό είναι δικαίωμα του καθενός, εντελώς προσωπικό και αναφαίρετο.
Ν.Κ.: Συνειρμικά μου έρχεται στο μυαλό μια φράση του Χρόνη Μίσσιου που αγαπώ πολύ: "επανάσταση σήμερα είναι η διατήρηση της τρυφερότητας". Σ’ αυτόν τον κόσμο όπου η βία κυριαρχεί, όλα καταναλώνονται ανελέητα, πώς θα καταφέρουμε να εστιάσουμε και να εμβαθύνουμε σε ένα συγκεκριμένο βλέμμα, στο βλέμμα του Άλλου; Πώς θα δημιουργήσουμε το χώρο μέσα μας που με τρυφερότητα θα τον υποδεχτεί;

Αν έπρεπε να βρείτε ένα σύγχρονο πρόσωπο –υπαρκτό ή φανταστικό– που να ενσαρκώσει το χαρακτήρα σας (Φάουστ, Μαργαρίτα ή Μεφιστοφελή), ποιον ή ποια θα επιλέγατε και γιατί;
Μ.Β.: Όταν πρόκειται για αρχετυπικούς χαρακτήρες όπως ο Φάουστ, και δη στη δική μας εκδοχή, θα μπορούσαμε να μιλάμε για κάθε άνθρωπο. Ποιος δεν έχει βρεθεί μπροστά σε στιγμές που εξόρισε, απέκλεισε, απώθησε συνειδητά ή ασυνείδητα έναν αγνό, βαθύ του πόθο μπροστά στον τρόμο του αγνώστου;
Α.Ν.: Μια γάτα. Αδέσποτη.
Ν.Κ.: Θα επέλεγα κάθε κορίτσι, κάθε γυναίκα, κάθε άνθρωπο που δεν φοβάται αρχικά να επιτρέψει στον εαυτό του να νιώσει και στη συνέχεια να εκδηλώσει το συναίσθημα και τον έρωτά του στον Άλλον. Κάθε άνθρωπο που καταφέρνει να εγκαταλείψει τον περίκλειστο εαυτό του, να αφεθεί και να ξεχαστεί μέσα σ’ έναν άλλο εαυτό, αλλότριο και διαφορετικό.
Περισσότερες πληροφορίες
Φάουστ
Μια «εμπύρετη» παράσταση έντονης μουσικότητας που μεταφέρει το ομώνυμο έργο του Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε στο σήμερα, μέσα από ένα ψυχικό ταξίδι με «σατανικές» προεκτάσεις και προορισμό τον έρωτα. Αυτός είναι που θα τον φέρει αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη ως τώρα πρόκλησή του: την ίδια τη ζωή. Από τον Γκαίτε στον Μάρλοου και τον ντε Σαντ, από τον Φρόιντ στον Γιουνγκ, ο «Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη είναι μια διαδρομή στο υποσυνείδητο ενός από τους πιο συναρπαστικούς χαρακτήρες της δυτικής λογοτεχνίας. Μια περιπετειώδης περιπλάνηση στις ανεξάντλητες πτυχές ενός ήρωα που αποτελεί ακόμα και σήμερα σύμβολο της ανθρώπινης εξερεύνησης, των ηθικών διλημμάτων, του υπαρξιακού αδιεξόδου.