
Ο βραβευμένος σεναριογράφος Ευθύμης Φιλίππου γράφει μια παραβολή για έναν νεκρό κατά συρροήν δολοφόνο και ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς ανεβάζει στη σκηνή όσους τον γνώρισαν για να «μαρτυρήσουν» αυτά που έζησαν μαζί του. Η Γιώτα Δημητριάδη βολιδοσκοπεί τον «Ρομπ/Rob» λίγο πριν από την πρεμιέρα (19/1) στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Όλα ξεκίνησαν από μια κουβέντα μεταξύ του πάντα ανατρεπτικού σεναριογράφου Ευθύμη Φιλίππου και του ταλαντούχου σκηνοθέτη Δημήτρη Καραντζά γύρω από το έργο-σοκ του Μπερνάρ-Μαρί Κολτές «Ρομπέρτο Τσούκο» (1990). Τελικά ο ήρωας του Κολτές στάθηκε μόνο η αφορμή κι έγινε πεδίο έμπνευσης, συνάντησης και δημιουργίας.
Στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών θα δούμε κάποιους απλούς ανθρώπους, το κορίτσι που αγαπάει τον Ρομπ (Αγγελική Παπούλια), τον άντρα που θέλει να του μοιάσει (Μιχάλης Σαράντης), τον φίλο του (Βασίλης Μαγουλιώτης), τη διευθύντρια του σχολείου που πήγαινε ο Ρομπ (Σταυρούλα Σιάμου), τη μητέρα του και πρώτο του θύμα (Μαρία Σκουλά), τον πατέρα του και δεύτερο θύμα του (Γιάννης Κλίνης), την εκνευριστική πωλήτρια και τρίτο θύμα του (Εύη Σαουλίδου), τον αστυνομικό επιθεωρητή (Χρήστος Λούλης) και τη μικρή του αδερφή (Ελίνα Ρίζου), να διηγούνται όλα όσα τους άφησε η συναναστροφή με αυτήν την ιδιόμορφη προσωπικότητα.
Οι θεατές καλούνται να γίνουν μάρτυρες και συνένοχοι μιας μυστήριας τελετής γύρω από έναν νεκρό πια δολοφόνο, ο οποίος «ζωντανεύει» μέσα από τις περιγραφές της οικογένειάς, των θυμάτων αλλά και των οπαδών του. Η τελετή αυτή ακολουθεί ένα σύνολο άτυπων κανόνων με αναγνωρίσιμο το ύφος του Φιλίππου: «Όταν μιλάτε, να μη μιλάτε αργά. Οι άνθρωποι που μιλάνε αργά είναι άνθρωποι γελοίοι. Να μη μιλάτε ποτέ αργά στη ζωή σας» ή «Οι ζωντανοί κάθονται στις καρέκλες όπως κάθονται οι ζωντανοί συνήθως και οι νεκροί πρέπει να κάθονται όπως κάθονται οι νεκροί συνήθως».
Ο Ρομπ μέσα από 9 ατάκες της παράστασης
1 «Ο Ρομπ ήταν επιπόλαιος».
2 «Ο Ρομπ επικεντρώθηκε στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ελβετία, όχι για κάποιον ιδιαίτερο λόγο. Απλώς από κάπου έπρεπε να ξεκινήσει κανείς. Εγώ ήμουν ο φύλακας έξω από το κελί του. Τον θυμάμαι έτσι ωραίο με το βρακί του να περπατάει στο διάδρομο και στο κελί. Είχαν περάσει πολλοί από τη φυλακή που εργαζόμουν ως φύλακας. Κανενός δεν θυμάμαι το πρόσωπο, μόνο του Ρομπ».
3 «Εμένα που τόσο με αγαπούσε παλιότερα ο Ρομπ δεν μπορούσα να καταλάβω τι τον έκανε να με σκοτώσει».
4 «Εγώ άλλον από τον Ρομπ δεν έχω σκοτώσει στη ζωή μου, ενώ είχα πολλές ευκαιρίες. Κι αυτό το έκανα γιατί του άξιζε, ήταν ο μόνος άνθρωπος που γνώριζα και του άξιζε ο θάνατος. Σε κανένα δεν αξίζει ο θάνατος, μόνο στον Ρομπ, γι’ αυτό και τον σκότωσα».
5 «Καλός ήταν ο Ρομπ κατά τη γνώμη μου».
6 «Καμιά φορά αναρωτιέμαι αν εμείς οι γονείς του δεν κάναμε κάτι καλά. Τώρα που είμαι νεκρή νιώθω θλίψη και χαρά ταυτόχρονα. Θλίψη γιατί πέθανε το μοναδικό παιδί μου και χαρά γιατί ο γιος μου ήταν αυτός που με σκότωσε και μάλιστα με βάναυσο τρόπο. Σκότωσε πρώτα τον πατέρα του και μετά από δεκαπέντε περίπου λεπτά εμένα».
7 «Αγάπησα τον Ρομπ μόλις τον είδα να περπατάει. Περπατούσε με αυτόν τον ωραίο τρόπο, έτσι όπως περπατούσε ο Ρομπ. “Να τον αγαπάς τον Ρομπ” μου έλεγε κάθε τόσο όση ώρα περπατούσαμε. “Και όχι μόνο να τον αγαπάς, αλλά και να του το δείχνεις”».
8 «Ο Ρομπ δεν ήταν έτσι, ήταν ένα ευγενικό και φιλήσυχο παιδί».
9 «Ήταν καλός ο Ρομπ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ούτε το πρόσωπό του ούτε και το χέρι του».