«Μισώ αυτήν τη χώρα. Μου έφαγε τα σπλάχνα. Αυτή η χώρα είναι νεκρόφιλη, γεροντόφιλη, κοπρολάγνα, σοδομίστρια, πουτάνα, μαστροπός και φόνισσα. Αυτή η χώρα είναι το χτικιό μας. Θα μας πεθάνει, θα μας ξεκάνει. Πώς θα γλιτώσουμε; Μας πίνει το αίμα, μας το πίνει... Το χώμα της έχει πάρει το σχήμα μου. Το σώμα μου έχει πια τις διαστάσεις της. Έχω μέσα μου τη μοίρα της. Πεθαίνω σαν χώρα»... Παραγνωρισμένος για ολόκληρες δεκαετίες, ο άνθρωπος που έγραψε στα 34 του τον βέβηλο ύμνο «Πεθαίνω σαν Χώρα» (1978), απ' όπου και τα προηγούμενα αποσπάσματα, έμελλε να δικαιωθεί στη χώρα μας μόνο ύστερα από την αναγνώρισή του στο εξωτερικό –αρκούσε, βέβαια, ένα πρόσφατο προκλητικό άρθρο του για να λοιδορηθεί εκ νέου...
Αινιγματικός και μυστηριώδης, ο Δημήτρης Δημητριάδης (γενν. 1944) δεν έγραψε μόνο το «Πεθαίνω σαν χώρα», ούτε βέβαια αυτή υπήρξε η μοναδική φορά που αφηγήθηκε με τον πυρετικό ποιητικό λόγο του τη συνθήκη «να είσαι Έλληνας». Αποκρυπτογραφείται τώρα σχοινοτενώς ως δραματουργός σε ένα βιβλίο μοναδικό στο είδος του, το «Ο θεατρικός Δημήτρης Δημητριάδης: εξερευνώντας τη δυνατότητα του αναπάντεχου» (εκδ. Νεφέλη) της Δήμητρας Κονδυλάκη που παρουσιάζεται τη Δευτέρα, 9/11, στις 8 μ.μ. στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, εκεί όπου παίχτηκε πέρυσι το έργο του «Φαέθων», παρουσία του ίδιου του θεατρικού συγγραφέα, καθώς επίσης των ομιλητών Καίτης Διαμαντάκου (Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών) και Δημήτρη Τσατσούλη (Καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών και Κριτικός Θεάτρου), με συντονίστρια τη δημοσιογράφο Ηρώ Τριγώνη.