Το «Still life» είναι ακόμη ένα σκηνικό αριστούργημα του Δημήτρη Παπαϊωάννου, το οποίο επιβεβαιώνει το γόνιμο διάλογό του με τις εικαστικές τέχνες και αφήνει περιθώρια στο στοχασμό όσο και στο συναίσθημα.
Έντονα εικονοπλαστική, με ένα βαθύ στοχασμό για την ανθρώπινη ύπαρξη στον πυρήνα της, ανοιχτή ωστόσο σε πολλαπλές αναγνώσεις είναι η νέα εννοιολογική παράσταση του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Για άλλη μία φορά θαυμάσαμε τον τρόπο με τον οποίο αφαιρεί το περιττό, όχι μόνο από τα σκηνικά αντικείμενα αλλά και από την κίνηση των περφόρμερ. Το σώμα ενός άντρα βρίσκεται –ή καλύτερα αιωρείται– πάνω σε ένα λευκό ταμπλό το οποίο θρυμματίζεται σταδιακά με κάθε κίνηση. Αυτή είναι μία από τις πιο δυνατές εικόνες που έχουν εντυπωθεί στη μνήμη μου. Κάτω από ένα θόλο, υπό το βάρος του σύμπαντος, το απελευθερωμένο από τη μνήμη ανθρώπινο σώμα προσπαθεί να συνυπάρξει με άλλα σώματα, παλεύει με τη βαρύτητα, το φως, επιχειρεί να ανεβεί ψηλά, να ενωθεί με την ελαφρότητα του σύμπαντος που το εμπεριέχει. Ό,τι όμως φιλοδοξεί να ανεβεί πρέπει και να πέσει.
Και φαίνεται πως ταυτόχρονα με τη μοιραία πτώση προς το έδαφος μια άλλη ύπαρξη γεννιέται κι έχει τη δυνατότητα να πηδήξει προς τον ουρανό. Τα σώματα των περφόρμερ που –όπως λέει ο σκηνοθέτης– «ισορροπούν και διασπώνται, δημιουργούν οπτικές απάτες με στόχο να φωτίσουν σταδιακά τη σισύφεια αναζήτηση του ανθρώπου για το νόημα» διαδέχονται για αρκετή ώρα το ένα τον άλλο. Με τη σωματική ελαφρότητα μαριονέτας, παίζουν με τις δυνατότητες, το άλμα, το απροσδόκητο της πτώσης, που την ακολουθεί ένα άλλο άλμα, με την ανάγκη να κοιτάξουν παραπέρα, λίγο πιο βαθιά προς την ουσία των πραγμάτων.
Η σκηνή (το σκηνικό σχεδιάστηκε σε συνεργασία με τους Δημήτρη Θεοδωρόπουλο, Σοφία Ντώνα) γίνεται ένας χάρτης πάνω στον οποίο είναι χαραγμένο το περίγραμμα των ορίων της ανθρώπινης ύπαρξης και στο τέλος της παράστασης τα όρια αυτά «αποψιλώνονται» με το τράβηγμα μιας μαύρης κολλητικής ταινίας. Αν η διάρκεια των επαναλαμβανόμενων σκηνών δεν ήταν τόσο μεγάλη, θα μιλούσαμε για ένα αριστούργημα.
Ο Αριστείδης Σερβετάλης, κρατώντας το βασικό ρόλο, έχει οικειοποιηθεί απόλυτα το ερέθισμα που του έδωσε ο σκηνοθέτης-χορογράφος. Μπορείς να τον δεις να εκφράζεται ακόμη και μέσα από την ακινησία σε μια αλυσίδα εικόνων που δεν σπάει και να ξεπερνά τον καλύτερο του εαυτό. Εξίσου καλοί είναι τόσο ο Αργύρης Πανταζάρας, ο δεύτερος ηθοποιός που συμμετέχει, όσο και οι χορευτές (Δρόσος Σκότης, Μιχάλης Θεοφάνους, Καλλιόπη Σίμου, Παυλίνα Ανδριοπούλου). Ο ίδιος ο Δημήτρης Παπαϊωάννου εμφανίζεται ελάχιστα στη σκηνή, αλλά η παράστασή του, μια αρχετυπική αλληγορία για τον απελπιστικά συμβιβασμένο άνθρωπο, έφερε στη σκέψη μου μια διαπίστωση του Πίτερ Μπρουκ: «Έχει μεγάλη σημασία να είσαι ευαίσθητος σε έναν υπόγειο ρυθμό που δύσκολα αποκαλύπτεται, αλλά περιμένει πάντα εκεί για να τον αφουγκραστείς».
Ημερομηνία α' δημοσίευσης 12/6/2014.
Περισσότερες πληροφορίες
Still life
Αντλώντας έμπνευση από το μύθο του Σίσυφου, ο χορογράφος παρουσιάζει τον άνθρωπο ως εργάτη στην ερημιά ενός μεταφυσικής υφής «πουθενά» να αναμετράται με τη βαρύτητα και την ελαφρότητα, την απάτη και την αλήθεια