Επιτέλους! Ταξικό πολιτικό θέατρο, καίριο, με στιλ, σαρκασμό, απόγνωση και φλέγμα. Ο βραβευμένος σκηνοθέτης της κινηματογραφικής ταινίας «Miss Violence» μας συστήνει ένα σκοτσέζικο έργο-δυναμίτης, σαν σκοτεινή προφητεία για το –υποταγμένο στο διεθνοποιημένο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό– ελληνικό μέλλον.
«Μεγάλες πολυεθνικές θα επενδύσουν στο ντόπιο εργατικό δυναμικό εγκαταλείποντας άλλες “ακριβότερες” χώρες. Μέχρι φυσικά να πάψουν να είναι “ακριβότερες”, ώστε οι επενδύσεις να φύγουν γι’ αλλού. Εν τω μεταξύ τα εκατομμύρια των ανέργων θα βρίσκουν πού και πού επισφαλείς σκατοδουλειές μέχρι να τις χάσουν για να ξαναβρούν ακόμη χειρότερες, οι δείκτες της εθνικής οικονομίας θα ανακάμψουν και η χώρα θα χωριστεί ριζικά σε τζιπ και άστεγους στο ίδιο πεζοδρόμιο. Είναι η ιστορία του νεοφιλελευθερισμού που εφαρμόστηκε από τη Θάτσερ...» Αυτά σημειώνει για το αντίστοιχο ελληνικό μέλλον της «ανάπτυξης» ο Κώστας Περούλης στο (υποδειγματικό) πρόγραμμα του «Gagarin way», προσδίδοντας σαφώς στο έργο τη διάσταση της σκοτεινής προφητείας. Γιατί στο πολυβραβευμένο «Gagarin way» (2001) η «ανάπτυξη» έχει ήδη συντελεστεί και μάλιστα χέρι χέρι με τη ολιγωρία της αριστεράς.
Ο Γκρέγκορι Μπερκ μας καλεί να δούμε τις συνέπειες στα σκοτσέζικα πειραματόζωα: τα αριστερά υποκείμενα-γόνοι μιας διαλυμένης εργατικής τάξης. Κεντρικά πρόσωπα είναι δύο εργάτες στο Φάιφ, γιοι των απεργών ανθρακωρύχων του 1984, οι οποίοι απάγουν διευθυντικό στέλεχος που έχει σταλεί από τη μητρική πολυεθνική για να καθορίσει την (εργασιακή) μοίρα τους. Θα τον σκοτώσουν προκειμένου να στείλουν ένα μήνυμα αντίστασης, σκοτώνοντας παρεμπιπτόντως και τον σεκιουριτά (και απόφοιτο πολιτικών επιστημών!) ο οποίος αφελώς τους επέτρεψε την είσοδο.
Το έργο του Μπερκ, παρά το ενοχλητικά μηδενιστικό τέλος του, εκτός από καίριος πολιτικός λόγος είναι κι ένας εκρηκτικός θεατρικός μηχανισμός που ενσωματώνει την παράδοση της αγγλικής φάρσας και του ωμού νατουραλισμού, τον μπρεχτικό ρεαλισμό αλλά και την αποστασιοποίηση από κάθε ψευδεπίγραφη έννοια στράτευσης και ανθρωπισμού.
Ο Αλέξανδρος Αβρανάς σκηνοθέτησε μια στερεή, αλλά στατική παράσταση αδρού νατουραλισμού, με ικανοποιητικές ερμηνείες από τους Στέφανο Κοσμίδη, Μιχάλη Μουλακάκη, Κώστα Ανταλόπουλο και Μάνο Βακούση – ο τελευταίος είναι ιδανικός στο ρόλο του απαχθέντος διευθυντή. Η συνολική σκηνοθετική αντιμετώπιση όμως είναι επίπεδη, δίχως σαφείς αιτιάσεις και υφολογικές ποικιλίες.Ίσως γιατί ο Αβρανάς δεν επέτρεψε στο σαρδόνια φαρσικό χιούμορ του έργου να αναβλύσει. Τουναντίον αντιμετώπισε τη σκηνή σαν κινηματογραφικό κάδρο, αλλά χωρίς να βρει τους θεατρικούς όρους για να μεταφράσει δημιουργικά το βάθος πεδίου και τα γκρο πλαν του.
Ως θεατής, ένιωθα πως παρακολουθώ γύρισμα ταινίας δωματίου – κάτι σαν το ταραντινικό «Reservoir dogs» με μια εσάνς Κεν Λόουτς. Υπάρχουν ακόμη κάποια φάουλ, όπως η απάλειψη της εναρκτήριας σκηνής, στην οποία ο σεκιουριτάς και ο Έντι συζητούν μόρτικα για τον Σαρτρ και τον Ζενέ. Δεν δικαιολογείται επίσης το γιατί ο Έντι φοράει κοστούμι αντί για το σπορ, «εργατικό» ντύσιμο που απαιτούσε ο συγγραφέας. Εντέλει όμως αυτά είναι σχεδόν πταίσματα. σημασία έχει πως αυτός ο σκοτσέζικος πολιτικός εφιάλτης από το άμεσο ελληνικό μέλλον παίζεται αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα.
Περισσότερες πληροφορίες
Gagarin way
Δύο εργάτες αποφασίζουν να επαναστατήσουν κατά του συστήματος και οργανώνουν ένα τρομοκρατικό χτύπημα, όμως ο ένας από αυτούς ενδιαφέρεται μόνο για ένα ξέσπασμα ωμής βίας και όχι για την επανάσταση