Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο»

Ηθοποιός και σκηνοθέτης με έντονη πολιτική/ακτιβιστική δράση, ο ένας από τους τρεις πρωταγωνιστές στο δυστοπικό «Δεν έχω τίποτα» του Έντουαρντ Μποντ που παίζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και μας εξηγεί πως ό,τι κι αν κάνει το κάνει γιατί θέλει να νιώθει χρήσιμος.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο»

Ηθοποιός και σκηνοθέτης με έντονη πολιτική/ακτιβιστική δράση, από τους πρωτεργάτες του Αντιφασιστικού Φεστιβάλ και του Εμπρός αλλά και δημιουργός εμπνευσμένων παιδικών παραστάσεων. Ο Βασίλης Κουκαλάνι είναι ένας από τους τρεις πρωταγωνιστές στο δυστοπικό «Δεν έχω τίποτα» του Έντουαρντ Μποντ που παίζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και μας εξηγεί πως ό,τι κι αν κάνει το κάνει γιατί θέλει να νιώθει χρήσιμος.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 1

«Κουκαλάνι»: ήδη από το επώνυμό σας υποψιάζεται κανείς την περσική καταγωγή σας…

Ο πατέρας μου είναι Ιρανός, η μητέρα μου Ελληνίδα. Γνωρίστηκαν στη Γερμανία, όπου σπούδαζαν οικονομικές επιστήμες κι εγώ γεννήθηκα στην Κολωνία. Όταν ήμουν περίπου πέντε ετών μετακομίσαμε στο Ιράν. Έζησα στην Τεχεράνη έξι χρόνια αλλά, με την επανάσταση κατά του Σάχη και, λόγω των εκεί αναταράξεων, οι γονείς μου με έστειλαν στη Γερμανία, στο θείο μου το Σοφοκλή. Είχαν κλείσει τα σχολεία, είχε παραλύσει η χώρα κι αν δεν έφευγα, κινδύνευα να χάσω την Γ’ δημοτικού.

Έζησα, λοιπόν, κάποια χρόνια στο Βερολίνο, όπου είδα μάλιστα και πολύ παιδικό θέατρο. Όταν ήμουν έντεκα-δώδεκα ετών, μετακομίσαμε οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και τέλειωσα τη Γερμανική Σχολή.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 2

Αν δεν απατώμαι, ήσασταν συμμαθητές με την Βίκυ Βολιώτη και την Λένα Κιτσοπούλου;

Δεν ήμασταν στην ίδια τάξη αλλά, μαζί και με την Ελευθερία Σαπουντζή και άλλους, ανήκαμε στη θεατρική ομάδα του σχολείου, την οποία συντόνιζε ο άνθρωπος που μας μύησε όλους στο θέατρο, ο μαθηματικός μας, ο Στέλιος Παπαπέτρου. Εκείνος ήταν που μια μέρα μου πρότεινε να συμμετάσχω στην ομάδα, αναθέτοντάς μου το ρόλο του Ευελπίδη στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη. Ε, αυτό ήταν. Έπαθα πλάκα! Ύστερα από πρόβες λίγων μόνο μηνών, κατάλαβα πως δεν ήμουν πια ο ίδιος άνθρωπος -είχα προχωρήσει πολύ. Μέχρι τότε το μόνο που έκανα ήταν να παίζω μπάλα και να ακούω ροκ εν ρολ.

Κι ακολουθώντας το παράδειγμα των γονιών μου, αποφοίτων πολιτικής οικονομίας, σκεφτόμουν κι εγώ να ασχοληθώ με τις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες. Τελικά έφυγα για την Αμερική με υποτροφία και σπούδασα κοντά σε σπουδαίους δασκάλους του ψυχολογικού ρεαλισμού στην American Academy of Dramatic Arts, την πιο παλιά δραματική σχολή της Νέας Υόρκης.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 3

Ζήσατε εξίσου στην Αμερική όσο και στο Ιράν. Πόσο «αμερικανόθρεφτη» πιστεύετε πως είναι η εικόνα των Ελλήνων για το Ιράν; Τι πιστεύετε πως συμβαίνει με τα πυρηνικά όπλα -πρόκειται για έναν μύθο κατασκευασμένο από την Αμερική;

Όταν πρωτοήρθαμε στην Ελλάδα με τους γονείς μου, το 1980-’81, όλοι ήξεραν πως όταν λέμε «Ιράν» αναφερόμαστε στην Περσία. Ελλάδα και Ιράν ήταν ταυτισμένες στη συλλογική μνήμη ως δύο χώρες αρχαίων πολιτισμών, με παράλληλες δικτατορίες στα νεότερα χρόνια –Χούντα εδώ, Σάχης εκεί. Ειδικά στο εξωτερικό, οι Έλληνες και οι Ιρανοί φοιτητές, εξόριστοι ή αυτοεξόριστοι οι περισσότεροι, ένιωθαν σύμμαχοι. Τους ένωνε μια βαθιά αίσθηση αλληλεγγύης^ σε μια τέτοια συνθήκη γνωρίστηκαν κι αγαπήθηκαν κι οι γονείς μου.

Τη δεκαετία του ’90, όμως, όταν στην Ελλάδα συζητιόταν το Ιράν, οι περισσότεροι σκέφτονταν κατευθείαν τον αραβικό κόσμο, την κρίση στη Μέση Ανατολή, τους μουσουλμάνους… Μια δεκαετία ήταν αρκετή για να στείλει το Ιράν στον Μεσαίωνα, να το εκθρονίσει από το βάθρο του «θαύματος της ερήμου». Τώρα όσον αφορά το θέμα των πυρηνικών όπλων, θεωρώ πως πρόκειται για υπερβολές εν μέσω γεωπολιτικών παιχνιδιών ισχύος. Ό,τι περίπου συνέβη και με το Ιράκ: μπήκαν το 2003, «έφαγαν» τον Σαντάμ Χουσείν και όχι πυρηνικά δεν βρήκαν αλλά ούτε depon!

«Δεν έχω τίποτα» είναι ο τίτλος του έργου του Έντουαρντ Μποντ, στο οποίο πρωταγωνιστείτε αυτήν την περίοδο. Σε τι αναφέρεται;

Σε μια δυστοπική κοινωνική συνθήκη κάπου στο μέλλον. Το περίβλημα του έργου μου θυμίζει την cult μελλοντολογική ταινία του Τζον Κάρπεντερ «Απόδραση από τη Νέα Υόρκη», όπου στο νησί του Μανχάταν ζουν αποκλειστικά και μόνο συμμορίες αλητών που αλληλοσκοτώνονται, ενώ όλος ο πολιτισμένος κόσμος έχει αποτραβηχτεί κάπου μακριά. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στο «Δεν έχω τίποτα».

Το ερώτημα που θέτει ο Έντουαρντ Μποντ είναι το γιατί οι μάζες επιλέγουν να αποδεχτούν μια κοινωνία σε καταστολή, μια φασιστο-κοινωνία με διαμελισμένη συνείδηση, με ολότελα σβησμένη μνήμη και χωρίς καμιά ανθρώπινη επαφή. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μήπως επειδή οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αναλάβουν την ευθύνη για μια καλύτερη ανθρωπότητα; Ή, μήπως, υπάρχει κάτι που εξαναγκάζει τους ανθρώπους, μέσω της καταστολής και της απειλής, να αποδεχτούν μια τέτοια συνθήκη; Πόσο υπεύθυνες είναι, τελικά, οι μάζες και οι λαοί για αυτήν τη δυσοίωνη προοπτική; Αν δεν είναι υπεύθυνοι οι ίδιοι, τότε είναι εκείνο το μόνιμο 3 –5% που κατέχει τα μέσα παραγωγής και τον παγκόσμιο πλούτο.

Πώς γίνεται αυτή η μειοψηφία να διαφεντεύει τους λαούς; Λείπει από τους λαούς το σθένος της αντίστασης; Δυσκολεύονται να πάρουν την απόφαση να θυσιαστούν σε αγώνες και σε δυσκολίες; Θέλουν την ησυχία τους; Προτιμούν να είναι απλώς τα γρανάζια μιας παραγωγικής μηχανής; Γιατί δεν γίνονται οι πομποί της ύπαρξής τους; Γιατί δεν ζουν με τους δικούς τους όρους; …

Διαβάζετε Μπακούνιν κύριε Κουκαλάνι;

Ως μαθητής ναι, τον διάβαζα.

Είναι το έργο του Μποντ μια σκοτεινή προφητεία;

Είναι μάλλον μια συμπυκνωμένη σοφία. Ο συγγραφέας επαληθεύει, δηλαδή, τους οιωνούς του παρόντος και δείχνει την απαισιόδοξη προοπτική της σημερινής κατάστασης για να αφυπνίσει μια συνείδηση, για να μας ταρακουνήσει. Κι αυτό, το κάνει με ιδιαίτερη μαεστρία. Είναι Πιντερικός, έχει δηλαδή το αγγλικό σκωπτικό χιούμορ που φτάνει μέχρι την παρωδία, μέσα όμως σε μια εκρηκτική μαγιά ποιοτήτων.

Στο «Δεν έχω τίποτα» είναι εξαιρετικά λεπτή η γραμμή μεταξύ του τρόμου και της γελοιότητας. Το ένα σπάει το κέλυφος και διεισδύει διαρκώς στο άλλο. Το τραγικό παρωδείται και αντίστροφα. Στα πιο ζοφερά κομμάτια σε κάνει να γελάσεις και στα πιο γελοία να σκεφτείς σοβαρά. Σας σκοτώνω, λόγου χάρη, επειδή αφήσατε, το πετσετάκι της κουζίνας στην μπετούγια της πόρτας αντί να το κρεμάσετε στο γατζάκι! Κάθε παραστράτημα των ηρώων του Μποντ ενέχει θανάσιμο κίνδυνο: μπορεί να εκτελεστούν για χιλιάδες άκυρους λόγους.

Αυτό που περιγράφετε θυμίζει τη γενοκτονία του Πολ-Ποτ στην Καμπότζη…

Πράγματι, ο Μποντ αναφέρεται σε μια Εποχή Μηδέν, όπου το παρελθόν έχει καταργηθεί. Κάτι τέτοιο δεν έλεγαν και οι Ερυθροί Χμερ; «Ξεκινάμε από το έτος Μηδέν»…

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 4

Μαζικές αυτοκτονίες, κύματα προσφύγων και εικόνες φρίκης περιγράφονται στο έργο. Τι αίσθηση προσδοκάτε να δημιουργήσετε στο θεατή;

Μέσα από τη ματιά του στο μέλλον, ο Μποντ αποκρυσταλλώνει την ποιότητα του σήμερα. Μας υπενθυμίζει πως μάλλον δεν έχουμε καταλάβει και σίγουρα δεν διαχειριζόμαστε το παρόν με τέτοιον τρόπο ώστε να αποφύγουμε αυτό που μπορεί να συμβεί. Ο σκηνοθέτης μας, ο Δημήτρης Μυλωνάς, αντιμετωπίζει το έργο με γενναία ειλικρίνεια και σκηνοθετικό ρίσκο, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια συνομωσία με το κοινό.

Αν εμείς, οι ηθοποιοί, καταφέρουμε και στηρίξουμε τις ακραίες προτεινόμενες συνθήκες του σκηνοθέτη μας, τότε μόνο θα εμπλέξουμε και το κοινό. Κι αυτό για έναν σκηνοθέτη τόσο νέο στο χώρο του θεάτρου είναι πολύ προχωρημένο. Είναι κάτι που κάνει ο Φρανκ Κάστορφ κι έκανε ο Ντμίτρι Γκότσεφ. Έτσι κι ο Μυλωνάς χωροθετεί και σκηνοθετεί με επικίνδυνο τρόπο, επιδιώκοντας τη διαρκή αναδόμηση τόσο των ερμηνειών μας όσο και του σκηνικού μας χώρου.

Μιλήστε μας για το ρόλο σας στο «Δεν έχω τίποτα»

Ερμηνεύω τον σύζυγο. Είναι κάτι σαν αστυνόμος, ένας μπάτσος που παίρνει μέρος στις περιπολίες. Κι ενώ απαγορεύονται το παρελθόν, η μνήμη αλλά και η ουσιαστική ανθρώπινη επαφή, αυτός ο άνδρας, αν και όργανο της εξουσίας, παρανομεί. Πηγαίνει στα ερείπια της πόλης, στα βομβαρδισμένα χαλάσματα, κι έτσι «επισκέπτεται» το παρελθόν, θυμάται. Όταν, όμως, εισβάλλει απρόσκλητος στο διαμέρισμά του ο υποτιθέμενος αδερφός της γυναίκας του, τα πάντα ανατρέπονται, ακολουθεί η συναισθηματική πανωλεθρία και ο αλληλοσπαραγμός.

Σας συναντά κανείς ως καλλιτέχνη αλλά και ως διαμαρτυρόμενο πολίτη κατά της Χρυσής Αυγής…

Όσον αφορά την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, είμαι ένας από τους μάρτυρες κατηγορίας από την Πολιτική Αγωγή του Αντιφασιστικού Κινήματος. Ήμασταν όλοι μαζεμένοι πριν από λίγες μέρες, στις 20 Απριλίου, έξω από τις δικαστικές φυλακές του Κορυδαλλού. Ήταν πολύ δυνατή εμπειρία. Γνωρίζουμε πλέον τα θύματα και τις οικογένειές τους, τους γονείς του Παύλου Φύσσα... Σε έναν περίπου χρόνο θα φτάσουμε στο θέμα της καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης.

Τόσο το «Μια γιορτή στου Νουριάν» όσο και το «Τζέλα, Λέλα, Κόρνας και Κλεομένης» ήταν παιδικές παραστάσεις με σαφές πολιτικό και κοινωνικό υπόβαθρο και τεράστια απήχηση.

Ένα χειραφετημένο κι αντιαυταρχικό θέατρο για παιδιά είναι ο δικός μου τρόπος να αισθανθώ χρήσιμος κοινωνικά. Το θέατρο τροφοδοτείται θετικά και γίνεται πραγματική τέχνη όταν μπορεί να είναι χρήσιμη είτε επειδή διαπαιδαγωγεί, είτε επειδή εμψυχώνει, είτε επειδή διερωτάται ηχηρά και παραστατικά είτε επειδή συγκρούεται. Αυτό είναι το σκεπτικό μου. Το πρώτο παιδικό έργο που ανέβασα ήταν το «Μια γιορτή στου Νουριάν», το οποίο συν-σκηνοθετήσαμε με τον Παντελή Δεντάκη.

Είναι ένα από τα έργα που αγαπούσα από παιδί, όταν ζούσα στο Βερολίνο και έβλεπα τις παραστάσεις του θεάτρου Grips. Τότε, το 1978-’79 το έργο αφορούσε τις σχέσεις των Γερμανών με τους Έλληνες, Ιταλούς και Τούρκους μετανάστες που έφταναν στη χώρα τους. Ο αρχικός τίτλος, μάλιστα, ήταν «Μια γιορτή στου Παπαδάκη». Ο συγγραφέας του, ο Φόλκερ Λούντβιχ, προέρχεται από τα σπλάχνα της εξωκοινοβουλευτικής οργάνωσης του φοιτητικού κινήματος της Γερμανίας, το οποίο υπήρξε κι ο πυρήνας έμπνευσης του παρισινού Μάη.

Ο λόγος που και ο ίδιος αφοσιώθηκε στο παιδικό θέατρο είναι γιατί μόνο αυτό καταφέρνει να από-αστικοποιεί το θέατρο. Μέσω των παιδιών, το θέατρο μπαίνει στα σπίτια της εργαζόμενης τάξης.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 5

Τι ακριβώς γίνεται στο Εμπρός; Είναι ένα πετυχημένο «πείραμα» αυτοδιαχείρισης και ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης και διακίνησης ιδεών; Απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό ή εγκλωβίζεται στο ένα στενό πυρήνα όσων συμμετέχουν στις δραστηριότητές του;

Όπως όλα τα κοινωνικά εγχειρήματα, έτσι και το Εμπρός πρέπει διαρκώς να αναδιοργανώνεται, να αναστοχάζεται, να αναπροσδιορίζεται. Είναι μια δύσκολη, επίπονη και επαναστατική διαδικασία. Ανά περιόδους το Εμπρός αναπτύσσεται και ανά περιόδους αναστέλλεται. Υπάρχουν συγκρούσεις και αμφισβητήσεις, υπάρχουν πολλές δυσκολίες και ρίσκα. Η καταστολή είναι προτιμότερη για κάποιους.

Η αυτοδιαχείριση εμπνέει και, αναπόφευκτα, επιφέρει αντιδράσεις. Πέρυσι, μετά το Αντιφαστιστικό Φεστιβάλ, όποιο θέαμα κι αν ανακοινωνόταν πως θα γίνει στο Εμπρός, γινόταν χαμός από κόσμο –ουρές έξω από το θέατρο! Οι θεατές εμπιστεύονταν πλέον ό,τι γίνεται εκεί.

Γέμιζε το θέατρο, γέμιζε και το κουτί με την εθελοντική συνεισφορά. Δεν είχε πλέον τόση σημασία η ποιότητα του καλλιτεχνικού έργου όσο του ίδιου του γεγονότος. Μαζεύεται, δηλαδή, …κάθε καρυδιάς καρύδι και όλοι μαζί, από κοινού, βλέπουν ένα θέαμα που δεν έχει τόση σημασία το ίδιο καθαυτό, όσο το γεγονός της συνάντησης και της συνύπαρξης. Η κατάληψη πέτυχε, τελικά, να προικίσει το χώρο με μια τέτοια δυναμική.

Η Αθήνα βρίθει θεάτρων και παραστάσεων. Η ποσότητα συνάδει με την ποιότητα;

Πιστεύω πως μπορεί να υπάρχουν χιλιάδες θεάματα και διαθέσεις για παραγωγή τέχνης αλλά δεν υπάρχει πολυφωνία καλλιτεχνική. Δεν υπάρχει συνεννόηση ή κατεύθυνση –ο καθένας κάνει το δικό του. Κάνουμε παραστάσεις και ο κόσμος στον οποίο πραγματικά θα έπρεπε να αναφερόμαστε «χέστηκε» για τα θεάματα μας. Πρέπει να κάνουμε θέατρο για όσους το θέατρο είναι απαραίτητο και όχι μόνο για το φιλοθεάμον κοινό με το συγκεκριμένο μορφωτικό επίπεδο. Πρέπει να γίνουμε ηχηροί και απαραίτητοι.

Βασίλης Κουκαλάνι: «Το θέατρο πρέπει να από-αστικοποιηθεί για να γίνει χρήσιμο» - εικόνα 6
«Δεν έχω τίποτα»

Η σκέψη σας απηχεί τις απόψεις του Μπέρτολτ Μπρεχτ περί της χρησιμότητας της τέχνης…

Ο Μπρεχτ, ο Πίτερ Μπρουκ, ο Αουγκούστο Μποάλ, όλοι τους θέτουν σαν προτεραιότητα αυτήν την αναγκαιότητα: το θέατρο είτε πρέπει να είναι κοινωνικά χρήσιμο είτε …να μην υπάρχει! Τα παιδιά, λόγου χάρη, πιστεύω πως είναι από τις καταπιεσμένες τάξεις της κοινωνίας. Δεν μαθαίνουν πια να σκέφτονται, η παιδεία είναι ανύπαρκτη κι ο μόνος τρόπος που τους συμπεριφερόμαστε είναι σα να αποτελούν μικρά ανεγκέφαλα τερατάκια που καταναλώνουν συνεχώς κάτι: από θεάματα και παιχνίδια μέχρι οτιδήποτε.

Κάποτε η μαθητική τάξη υπολογιζόταν ιδεολογικά. Τώρα αντιμετωπίζεται σαν η τάξη που σύντομα θα μας ανταγωνιστεί στην αγορά εργασίας. Είμαστε όλοι εν μέσω ανταγωνισμού. Το να χειραφετήσεις, λοιπόν, την τάξη των παιδιών μπορεί, τελικά, να είναι πολύ ουσιαστικό.

Ο Βασίλης Κουκαλάνι συμπρωταγωνιστεί αυτήν την περίοδο με την Άννα Ελεφάντη και τον Πάρη Θωμόπουλο στο έργο «Δεν έχω τίποτα» του Έντουαρντ Μποντ που ανεβαίνει στη σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυλωνά στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Την επόμενη σεζόν θα ανεβάσει ένα νέο θεατρικό έργο για παιδιά, βασισμένος και πάλι σε κείμενα του Φόλκερ Λούντβιχ, με τον Φοίβο Δεληβοριά να υπογράφει τη μουσική, στο Σύγχρονο θέατρο.

Περισσότερες πληροφορίες

Δεν έχω τίποτα

  • Κοινωνικό
  • Διάρκεια: 90 '

Οι έννοιες της βίας, της εξουσίας και της ανθρωπιάς αναδύονται μέσα από τον αιχμηρό λόγο του συγγραφέα, σε ένα σκηνικό έντασης και αμηχανίας εν έτει 2077

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Θέατρο

"Θα έχει τα μάτια σου": Παράταση για την παράσταση-έκπληξη του Ηλία Κουνέλα

Η πρωτότυπη σκηνική σύνθεση παρατείνεται για τρίτο κύκλο παραστάσεων, από τις 10 Μαΐου ως και τις 30 Ιουνίου στην Κάμιρο.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
29/04/2024

"Macbeth": Η Σοφία Χιλλ συνσκηνοθετεί και ερμηνεύει Σαίξπηρ σε μια πρωτότυπη περφόρμανς

Η σπουδαία ηθοποιός μαζί με τον Κωνσταντίνο Χατζή παρουσιάζουν τη σαιξπηρική τραγωδία στην πρωτότυπη γλώσσα σε ένα αλώνι της Δυτικής Μάνης.

"Oι Παίχτες": Η παράσταση-φαινόμενο επιστρέφει αυτό το καλοκαίρι!

Το άγνωστο έργο του Γκόγκολ που έγινε η απόλυτη talk of the town παράσταση επί δύο σεζόν, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή και με τον Γιάννη Νιάρρο επικεφαλής ενός εκρηκτικού θιάσου, βγαίνει σε καλοκαιρινή περιοδεία!

"Emotional dogs": Μια χορογραφία για το τραύμα ανεβαίνει στο Bios

Η διατομεακή καλλιτέχνις Πηνελόπη Μωρούτ επιστρέφει στην αθηναϊκή χορευτική σκηνή με την τρίτη της παράσταση, ερμηνεύοντας μαζί με τον Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου.

Το "Γράμμα στον πατέρα" του Κάφκα ξεδιπλώνεται στο H.ug

H ομάδα Αbnormal μεταφέρει θεατρικά την επιστολή του Φραντς Κάφκα που δεν παραδόθηκε ποτέ, με ερμηνευτές τους Φοίβο Παπακώστα και Δημήτρη Καταλειφό και μουσική του The Boy.

"Άλλες εποχές": Το αινιγματικό έργο του Πίντερ ανεβάζει το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων

Στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων "Λευτέρης Βογιατζής" ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Άρη Τρουπάκη το έργο του Χάρολντ Πίντερ (που είναι περισσότερο γνωστό ως "Παλιοί καιροί").

"Η αξία της ζωής": Βασίλης Ρίσβας και Πέγκυ Σταθακοπούλου μιλούν για τη συνάντησή τους με τον Σωτήρη Τσαφούλια

Για το έργο της Τζέιν Άντερσον και τους ρόλους τους μίλησαν στο "α" οι δύο γνωστοί και ταλαντούχοι ηθοποιοί. Ένα έργο που μιλά για μια ανείπωτη απώλεια αλλά και την ελευθερία του να ζήσεις όπως επιλέγεις εσύ.