"Και τώρα αυτά που ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά όπως οι βυζαντινοί άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα η η μπλέ, όχι όμως αφηρημένη. Θέλω όμως να συμβολίζει κάτι το χρώμα η οι γραμμές. Για αυτό πάντα οι φιγούρες που ζωγραφίζω είναι διαλυμένες και ζουν στα λουλούδια.
Ίσως είναι πεθαμένες." Έτσι περιέγραφε το 1964 ο Αλέκος Φασιανός τις τόσο αναγνωρίσιμες φιγούρες του, πηγαίνοντάς μας πίσω στην παιδική του ηλικία και τα βιώματα που τον επηρέασαν.
"Ο παππούς μου ήταν πάπας. Γεννήθηκα το 1935 δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που λειτουργούσε ο ίδιος. Είχαμε ένα μικρό σπίτι με δειλινά στους Αγίους Αποστόλους κάτω από την Ακρόπολη. Από πολύ μικρός και εξ αιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες και τον βοηθούσα άλλοτε φέρνοντας του το θυμιατό και άλλοτε διαβάζοντας τον Απόστολο. Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με είλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές η οι λαϊκές.
Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κι όλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα.
Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και είχε μανία με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Αυτή με πήγαινε συγχρόνως στα Μουσεία η την Ακρόπολη και παντού όπου μπορούσε να συναντήσει αρχαία πράγματα. Μου άρεσαν πολύ τα εικονογραφημένα αρχαία βάζα, ιδίως οι λευκές λήκυθοι, που εικόνιζαν νεκρικές παραστάσεις. Πιο πολύ όμως με συγκινούσαν τα κυκλαδικά ειδώλια με στυλιζαρισμένα χέρια, τα μονοκόμματα σώματα που μοιάζανε με παιχνίδια.
Μέχρι τα δεκαεφτά μου χρόνια ζωγράφιζα μόνος μου και είχα όλο τον μαγικό κόσμο των εικόνων, στις εκκλησίες, και από την άλλη μεριά την αγαλματολατρεία των αρχαίων Ελλήνων.Ύστερα πήγα και σπούδασα στην Σχολή Καλών Τεχνών. Για πέντε χρόνια ασχολήθηκα με το σχέδιο αρχαίων κεφαλών και γυμνών μοντέλων. Δεν μπορώ να πω ότι δεν έμαθα τίποτε. Το αντίθετο. Ο δάσκαλος μας ο Μόραλης είχε μια επιρροή επάνω μας τόσο σαν καλλιτέχνης, όσο και σαν άνθρωπος. Μάθαμε να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων των αντικειμένων εξ αιτίας του φωτός. Μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα η άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες.
Λιγότερο τώρα σκεφτόμουνα τα κυκλαδικά.Μου άρεσε επίσης και η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-Ταντρική. Όμως δεν είχα την μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμία κίνηση. Ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά.
Το βιογραφικό του Αλέκου Φασιανού
Γεννημένος το 1935 στην Αθήνα, Αλέκος Φασιανός σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών το διάστημα 1956-1960 στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη. Μελέτησε την Αρχαία Ελληνική αγγειογραφία και τη Βυζαντινή εικονογραφία. Παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην École des Βeaux-Αrts του Παρισιού, με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης (1962-1964), κοντά στους Pierre-Eugène Clairin και Georges Dayez. Το 1966 ο καλλιτέχνης εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ από το 1990 ζει και εργάζεται στο Παρίσι και στην Αθήνα. Από το 1959, έτος της πρώτης ατομικής του παρουσίασης στην Αθήνα, έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από ογδόντα ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τό έργο του Αλέκου Φασιανού έχει παρουσιαστεί σε διεθνή μουσεία και είναι μέρος μεγάλων δημοσίων και ιδιωτικών συλλογών. Συμμετείχε σε σημαντικές εικαστικές διοργανώσεις ανά τον κόσμο όπως την Biennale της Βενετίας, Biennale Σάο Πάολο κ.α.
Ο Αλέκος Φασιανός ασχολήθηκε επίσης με την χαρακτική, τον σχεδιασμό αφισών, καθώς και την σκηνογραφία, συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο Αθηνών (Αμερική του Κάφκα σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού, 1975, Ελένη του Ευριπίδη, 1976, Όρνιθες και Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, 1978 κ.ά.). Ανέλαβε την εικονογράφηση αρκετών βιβλίων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνωστών ποιητών και συγγραφέων όπως του Ελύτη, του Σολωμού του Καβάφη, του Ταχτσή, του Λουις Αραγκόν του Απολλιναίρ, του Υβ Ναβάρ και πολλών άλλων. Έχει επίσης εκδώσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Ασχολήθηκε επίσης με την αρχιτεκτονική μελέτη και το design. Για το σύνολο της δουλειάς του καλλιτέχνη έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για την ελληνική και την γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν μονογραφίες του, που αναφέρονται στην εικαστική παραγωγή του. (πηγή https://www.alekosfassianos.gr/alekos-fasianos/ )
Συλλυπητήριο μήνυμα της ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για την απώλεια του Αλέκου Φασιανού
Η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια του Αλέκου Φασιανού, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Ολόκληρο το έργο του Αλέκου Φασιανού, τα χρώματα που γέμισαν τους καμβάδες του, οι "επίπεδες", αλλά πολυδιάστατες μορφές που κυριαρχούν στους πίνακές του, αποπνέουν Ελλάδα. Από τα πρώτα του βήματα, στο εικαστικό του έργο, αλλά και στη δουλειά του για το θέατρο, ο Φασιανός δεν άφησε ρεύματα και επιρροές να αλλοιώσουν τα βασικά, προσωπικά, χαρακτηριστικά του. Είναι από τους κορυφαίους σύγχρονους δημιουργούς της ελληνικότητας στη ζωγραφική. Οι ρίζες του προέρχονται από την παραδοσιακή τέχνη, η τεχνική του από τις σπουδές του δίπλα στον Γιάννη Μόραλη και στη συνέχεια στη Γαλλία, όπου έζησε για μεγάλο διάστημα. Στις μορφές του αναγνωρίζεις τα κυκλαδικά ειδώλια, τα αρχαία ελληνικά αγγεία, τις βυζαντινές εικόνες. Η τέχνη του Αλέκου Φασιανού είναι ταυτόχρονα λαϊκή και υψηλή, γι αυτό και συνεχίζει να είναι από τους πλέον αναγνωρίσιμους, αναγνωρισμένους και αγαπητούς καλλιτέχνες. Ο Αλέκος ήταν αγαπημένος φίλος από του Παπάγου και την Τζια. Δεν ξεχνώ τις μακρές συζητήσεις μας, με τον ίδιο και την μητέρα του, διαπρεπή φιλόλογο, η οποία τον δίδαξε την ελληνική τέχνη, για την αξία των αυτόραφων ενδυμάτων, το χρώμα στα αρχαία αγάλματα και την μοναδικότητα του αρχαίου δράματος. Στην Τζια, ψάρεμα στις Τρεις Αμμουδιές με τον Τσαρούχη, τον Χάρο, τον Στεφάνου. Μνήμες που δεν θα σβήσουν ποτέ. Κι όταν οι πόροι για την ανασκαφή στην Καρθαία ήταν λιγοστοί, ο Αλέκος πουλούσε πίνακές του και κάλυπτε τις ανάγκες του εργοταξίου μας. Στην Μαρίζα, την Βικτωρία και το Νίκο, που τόσο πολύ αγάπησε, εκφράζω τη βαθειά μου θλίψη. Πέρα από την καλλιτεχνική του παρακαταθήκη ο Αλέκος τους χάρισε την καλοσύνη, την ευγένειά του, την απλότητα και την λιτότητά του, την παιδεία του και το χιούμορ του. Δε θα τον ξεχάσουμε ποτέ".
Ο Υφυπουργός Πολιτισμού Νικόλας Γιατρομανωλάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Ο Αλέκος Φασιανός σφράγισε μια ολόκληρη εποχή. Η ανθρωποκεντρική του προσέγγιση σε συνδυασμό με την ξεκάθαρη ελληνικότητα της τέχνης του τον καταξίωσε καλλιτεχνικά διεθνώς και παράλληλα τον κατέστησε εξαιρετικά δημοφιλή μεταξύ όλων των Ελλήνων. Όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος, 'εκφράζω τον άνθρωπο του σήμερα ο οποίος φέρει τη μνήμη όλων όσων προηγήθηκαν.' Ο Φασιανός, μέσα από την θεματική του, αλλά και το εύρος της δράσης του συνέβαλε στο να κάνει την εικαστική τέχνη πιο οικεία. Εκφράζω τα συλλυπητήριά μου στην οικογένεια του."