Στο βάθος του κήπου της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, πάνω από το εργαστήριο της γλυπτικής, συναντά κανείς το κτήριο του Μεταπτυχιακού Εικαστικών Τεχνών (ΜΕΤ), σχεδόν κρυμμένο από το βλέμμα ενός νέου επισκέπτη. Για τρεις ημέρες παρουσιάστηκαν, πρώτα στους καθηγητές και κατόπιν στο κοινό, οι διπλωματικές εργασίες των φοιτητών του δεύτερου έτους του μεταπτυχιακού κύκλου που ολοκληρώνουν φέτος τις σπουδές τους.
Φέτος τον Μάιο προηγήθηκαν τα Open Studios 2018 που έλαβαν χώρα στη Σχολή, όπου οι εικαστικοί μεταπτυχιακοί φοιτητές, άνοιξαν την πόρτα του εργαστηρίου τους για δεύτερη συνεχή χρονιά, προκειμένου να μπορέσει το κοινό να δει την καλλιτεχνική διαδικασία. Στο εγχείρημα αυτό συνεργάστηκαν και οι μεταπτυχιακοί φοιτητές του τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, οι οποίοι με τη σειρά τους κλήθηκαν να υποστηρίξουν θεωρητικά το εν εξελίξει καλλιτεχνικό έργο. Όποιος είχε επισκεφθεί τα Open Studios είδε τα έργα προτού ολοκληρωθούν και σε αυτή την παρουσίαση είδε το εικαστικό έργο να εκτίθεται ολοκληρωμένο.
Το πρώτο εργαστήριο που συναντά κανείς μπαίνοντας δεξιά είναι της Λαμπρινής Μάρκου με την κινητική εγκατάσταση από παλλόμενους κυλίνδρους σε συνομιλία με το βίντεο που αποτέλεσε και την αφετηρία για το τελικό της έργο. Οι εν λόγω γλυπτικές μορφές, αποτυπώνουν καταστάσεις οριακές, ασταθείς και αμφίρροπες που ταλαντεύονται μεταξύ ποικίλλων πιθανών εκβάσεων, από τη σταθερότητα μέχρι την ανάγκη για αλλαγή, αλλά στο τέλος ισορροπούν, δεν καταρρέουν. Ο ήχος υποβάλλει έντονα την έννοια του χρόνου που κυλά, ενώ η αέναη ταλάντωση συνεχίζεται. Εάν τα βιομηχανικά υλικά ήταν τελικά δρώντα υποκείμενα τι ακολουθεί όταν διασαλεύεται η ισορροπία;
Μπαίνοντας στον κεντρικό χώρο, πίσω από τις κουρτίνες, η επιβλητική και αρκετά μυστηριώδης εγκατάσταση του Λυσίμαχου Πολυχρονίδη, αρχικά θυμίζει εργαστηριακή μελέτη, αποδοσμένη με πιο θεατρική χροιά. Τρεις άξονες συγκλίνουν προοπτικά προς την ίδια κατεύθυνση συνθέτοντας ένα όλον. Πρόκειται για μια ίσως εμμονική, αλλά άκρως επιμελή προσπάθεια διατήρησης και διαφύλαξης άλλοτε έμβιων όντων, αναστέλλοντας το πέρασμά τους στη λήθη. Το φίδι, μια από τις πιο αρχέγονες μορφές· από τη μια θανατηφόρο σύμβολο του κάτω κόσμου, δύναμη του φθόνου και του κακού, και από την άλλη σύμβολο της ιατρικής και της υγείας. Μέσα από την αλλαγή του δέρματός του έχει τη δυνατότητα να αναγεννάται και για τους αλχημιστές ήταν συνυφασμένο με το σύμβολο της αέναης επιστροφής, του αέναου χρόνου και της αέναης ζωής. Εάν πρόκειται πράγματι για μια αναγέννηση, τότε εδώ συντελείται με νέους όρους, σε ένα άλλο πλαίσιο, μέσα από το λεξιλόγιο της τέχνης.
Ένα σκοτεινό δωμάτιο όπου καλείται ο επισκέπτης να εισέλθει, αποτελεί την εντυπωσιακή πολυαισθητηριακή εγκατάσταση της Άντας Πετρανάκη. Αρχικά χρειάζεται καλός προσανατολισμός στο σκοτάδι για να μπορέσει κανείς να βγει στο φως. Μέσα από τις μνήμες της ίδιας, το οπτικό υλικό και τις μυρωδιές, ο επισκέπτης σαν ηδονοβλεψίας μιας ζωής που δεν του ανήκει, καλείται να συνθέσει τα κομμάτια του παζλ που του δίνονται και να λύσει ένα μυστήριο, ή τουλάχιστον να προβληματιστεί για ένα συμβάν που συνέβη κάποτε. Οι εγκαταστάσεις της εικαστικού είναι χαρακτηριστικές για τον έντονα επιβλητικό τους χαρακτήρα που φαινομενικά παρουσιάζουν μια εξωστρέφεια, ενώ το εσωτερικό τους μήνυμα είναι βαθιά προσωπικό και συναισθηματικό. Η μνήμη, η λύτρωση, η έμφυλη ταυτότητα είναι ορισμένα από τα κύρια ζητήματα που θίγονται στο συνολικό της έργο.
Τα «Family portraits» της Μαρίας Μαυροπούλου δεν αρκούνται πλέον μόνο στην εικονογράφηση των πορτραίτων τους μέσω της φωτογραφίας ή των αυτόφωτων lightbox, αλλά μετεξελίσσονται σε βιωμένο χώρο, επισκέψιμο από το κοινό, μέσω μιας εικονικής περιήγησης.
Πληθώρα ηλεκτρονικών συσκευών στο εσωτερικό μιας οικίας μακροσκοπικά μοιάζουν με αποικίες, ενώ εκ του σύνεγγυς, περισσότερο μοιάζουν με οικογένειες. Ο θεατής καλείται να περιηγηθεί μέσα στον χώρο αυτό, φορώντας μια μάσκα εικονικής πραγματικότητας, κατόπιν να επιλέξει με το βλέμμα την οθόνη όποιας ηλεκτρονικής συσκευής επιθυμεί και να εισέλθει στον ψηφιακό κόσμο του διαδικτύου που του προσφέρει η εκάστοτε συσκευή. Στη συνέχεια, μπορεί να εξέλθει και να δοκιμάσει να μπει σε έναν άλλο κόσμο εντός κάποιας άλλης φωτεινής οθόνης. Ένα συνονθύλευμα ήχων προερχόμενοι από τα κοινωνικά δίκτυα συντροφεύουν τον χρήστη της μάσκας στην περιήγησή του. Η σχέση του ανθρώπου με το διαδίκτυο και τις νέες τεχνολογίες, η εξάρτηση και η χρήση τους ως υποκατάστατο της ζωής έξω από το ψηφιακό σύμπαν, αποτελεί την κύρια θεματική της εν λόγω ενότητας, απέναντι στην οποία η ίδια στέκεται κριτικά.
Βάσει ερευνών του Πανεπιστημίου Αθηνών οι υπόνομοι της πόλης έχουν γεμίσει με ψυχοφάρμακα. Η κατσαρίδα–σύμβολο της καθημερινής ρουτίνας και της αλλοτρίωσης του ανθρώπου από το γνωστό βιβλίο του Φρατζ Κάφκα «Μεταμόρφωση»– εκνευρισμένη βγαίνει να μιλήσει στον κόσμο, αναρωτώμενη τι έχει συμβεί.
Πρόκειται για μια ομαδική δράση των Recompulsive Behaviors (που αποτελείται από τις Μυρτώ Λάντζα, Μυρτώ Σαρμά και Δήμητρα Τρούσα) και λαμβάνει χώρα σε διάφορα σημεία του κέντρου της Αθήνας, όπου μέσα από την τοποθέτηση ηχητικού και ακουστικού εξοπλισμού κοντά σε υπονόμους και κάδους σκουπιδιών ανοίγεται ένας διάλογος ανάμεσα στην «κατσαρίδα» και το κοινό. Μέρος του οπτικού και του ηχητικού υλικού της ομάδας παρουσιάστηκε στη διπλωματική της Μυρτούς Σαρμά μαζί με πλούσιο υλικό από το αρχείο της ομάδας.
«Αγαπώ το εφήμερο στην τέχνη, αλλά όχι στη ζωή» λέει η Ελεάννα Μπαλέση ολοκληρώνοντας το δεύτερο έτος των μεταπτυχιακών σπουδών της και λίγες ημέρες πριν αποχωριστεί οριστικά το εργαστήριό της, που τα δύο τελευταία χρόνια αποτελούσε το δεύτερο σπίτι της. Εκεί, καθημερινά άφηνε το αποτύπωμά της, ζωγραφίζοντας τους τοίχους του εργαστηρίου, με έναν ιδιότυπο τρόπο γραφής, την καπνιά από τη φλόγα του κεριού. Μια αναζήτηση έντονα υπαρξιακή, όπου η φθαρτότητα και το πεπερασμένο της ανθρώπινης ζωής,αποτυπώνονται στον τοίχο μέσα σε μια ζοφερή ατμόσφαιρα, ενώ στα «καπνισμένα» τζάμια, αντανακλάται και ο ίδιος ο εαυτός του επισκέπτη, που στέκεται εκεί νιώθοντας εγκλωβισμένος στη ματαιότητα της ύπαρξής του, ή απλώς καλείται να σταματήσει εκεί για λίγο, μπροστά στον χρόνο που πέρασε και να αναλογιστεί τις μύχιες σκέψεις του.
Τα έργα του Σωκράτη Φατούρου αποτελούν μέρος μιας αφήγησης της περιπέτειας ενός ήρωα, ταυτοχρόνως αντι-ήρωα, σε μια ιστορία μυθοπλασίας που δεν εξελίσσεται μόνο στο χαρτί, αλλά βγαίνει προς τα έξω, αποκτά μορφή και αποτυπώνεται στα έργα του. Σε κάθε ένα από τα βιομηχανικά υλικά που επιλέγει να χρησιμοποιήσει, είναι χαραγμένο και ένα μικρό μέρος της ιστορίας. Στη σύνθεση των μερών εικονογραφείται η ιστορία που ο ίδιος επιθυμεί να αφηγηθεί, ή η ιστορία που ο θεατής επιλέγει να συνθέσει μέσα από τη δική του φαντασία και τα προσωπικά του βιώματα.
Ο ήρωας ως ενσάρκωση του εαυτού, του μοναδικού εαυτού, του πολλαπλού εαυτού,του αυτοσαρκαστικού, του επικριτικού· η προσωποποίηση του συνειδητού «εγώ» από τη μια – και το ασυνείδητο της μορφής από την άλλη, όπως εγγράφεται πάνω στα κομμάτια της ύλης.
Σε φαινομενικά αυστηρή γεωμετρική διάταξη διαμορφώνεται ο χώρος στο έργο της Ελένης Κορδαλή, που καλεί τον θεατή να κοιτάξει πιο προσεκτικά –πότε από πάνω και πότε εκ του σύνεγγυς– προκειμένου να διακρίνει τις «κρυμμένες» λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα τα οργανικά κελύφη από πηλό. Κάθε οπτική γωνία προσφέρει και μια διαφορετική θέαση των πραγμάτων.
Οι μακέτες ανοίγονται στον χώρο δημιουργώντας μια εγκατάσταση που ο επισκέπτης καλείται να διασχίσει ενώ περπατά. Οι εν λόγω μακέτες παραπέμπουν σε αρχιτεκτονικές δομές και τα ύψη τους προκύπτουν από την ακολουθία Fibonacci.
Μια γιγάντια σελίδα τετραδίου, που παραπέμπει στον γάλλο λογοτέχνη Ζωρζ Περέκ και στον τρόπο που συνήθιζε να γράφει ολόκληρη τη διεύθυνσή του σε όλα του τα τετράδια, συνομιλεί με το έργο της εικαστικού σε σχέση με τη μεγέθυνση των λέξεων, οι οποίες εν προκειμένω γίνονται χώρος, και τρόπος για να περιγράψει κανείς τον τίτλο του έργου, «Ways of telling someone where you live».
Το έργο του Κώστα Γκουρτζή αποτελείται από τη σύνθεση τριών βίντεο που προβάλλονται παράλληλα. Ο θεατής παρατηρεί να αντιπαραβάλλονται εικόνες από πίνακες ολλανδών ζωγράφων του 16ου και του 17ου πλάι σε πιο σύγχρονες εικόνες του 20ου αιώνα, προσπαθώντας να τις συνδέσει με κάποιο τρόπο μεταξύ τους, πέραν της προφανούς εκφραστικής ομοιότητάς τους. Τελικά πρόκειται για ένα σενάριο μυθοπλασίας ανάμεσα σε στιγμιότυπα ταινιών του ιταλού συγγραφέα, ποιητή και σκηνοθέτη Πιερ Πάολο Παζολίνι και σε πίνακες ζωγραφικής του Φρανς Χάλς, ενός καλλιτέχνη, που μεταξύ άλλων, πλαστογραφήθηκε πολύ. Αυτό που ενδιαφέρει τον ίδιο στην δουλειά του είναι ο τρόπος και το συνολικό νόημα που παράγεται.
Μια εγκατάσταση που προσομοιάζει στο φυσικό περιβάλλον αποτελεί τη διπλωματική εργασία της Μυρτώς Χρήστου. Αλληλεπικαλυπτόμενες επιφάνειες του ανθρώπινου δέρματος, ψηφιακά επεξεργασμένες συνθέτουν ένα τοπίο μάλλον φανταστικό παρά υπαρκτό, σε ένα γιγάντιο κολάζ που ξεκινά από ψηλά πέφτοντας σε παρόμοια κλίση με έναν καταρράκτη.
Το έργο χαρακτηρίζεται από έντονη εξωστρέφεια με τη φύση να εισέρχεται στον εσωτερικό χώρο αποτελώντας μέρος της εγκατάστασης, ενώ ταυτόχρονα μέσα από ένα ζευγάρι κιάλια ο επισκέπτης μπορούσε να έρθει σε επαφή με τον εξωτερικό χώρο του κήπου της Σχολής.
Η συνολική εντύπωση από τις παρουσιάσεις των διπλωματικών είναι πως ο επισκέπτης μπόρεσε να έρθει σε επαφή με διάφορα εικαστικά μέσα, όπως φωτογραφία, εγκαταστάσεις, βίντεο και κυρίως μπόρεσε να παρακολουθήσει τι συμβαίνει σε ένα σπουδαστήριο Καλών Τεχνών σήμερα, ανάμεσα σε δουλειές τόσο ετερόκλητες μεταξύ τους, ωστόσο πολύ ιδιαίτερες,οι οποίες ενδεχομένως να τον προβληματίσουν και να του δώσουν αρκετό υλικό για σκέψη.
Ωστόσο, θα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό εάν η σχολή μεριμνούσε ώστε να προσφέρεται ένας πιο κατάλληλος χώρος για τις παρουσιάσεις των διπλωματικών, προκειμένου να αναδεικνύονταν καλύτερα τα έργα. Γεγονός είναι πως υπήρχαν αρκετές εγκαταστάσεις που χρειάζονταν να «ανοιχθούν» στον χώρο και όχι να περιορίζονται στα τετραγωνικά ενός εργαστηρίου. Επιπλέον τα έργα των φοιτητών σε μια άλλη αίθουσα θα παρουσιάζονταν ως ολότητα και όχι τόσο περιχαρακωμένα. Η λογική παρουσίασης του έργου μέσα στα στεγανά ενός εργαστηρίου ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σε μια λογική έκθεσης Open Studio –που πέτυχε τον στόχο της δύο μήνες πριν– αλλά δεν αποτελεί ζητούμενο σε επίπεδο παρουσίασης διπλωματικών εργασιών. Η Καλών Τεχνών οφείλει να παραχωρεί τις αίθουσές της στους σπουδαστές για να εκθέτουν το έργο τους ολοκληρωμένο, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και με τους προπτυχιακούς φοιτητές του τμήματος.
Παραμένει ωστόσο σημαντικό το γεγονός ότι το κοινό έρχεται σε επαφή με τις δουλειές νέων εικαστικών που, είτε έχουν ξεκινήσει ήδη, ή ξεκινούν τώρα να χαράσσουν την προσωπική τους πορεία στον χώρο της τέχνης.
Η Σοφία Χρυσαφοπούλου είναι Μεταπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.
Τοποθεσία: Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Πειραιώς 256 Κτήριο ΜΕΤ (Μεταπτυχιακό Εικαστικών Τεχνών)
Συμμετέχοντες τελειόφοιτοι: Κώστας Γκουρτζής, Ελένη Κορδαλή, Λαμπρινή Μάρκου, Μαρία Μαυροπούλου, Ελεάννα Μπαλέση, Άντα Πετρανάκη, Λυσίμαχος Πολυχρονίδης, Μυρτώ Σαρμά, Σωκράτης Φατούρος, Μυρτώ Χρήστου
Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε εδώ.